Arch.Uth Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Arch.Uth UTH.gr English

Επιβλέπουσα: Τροβά Βάσω

Αριθμός Αναφοράς: 658

 

Τα συγκοινωνιακά δίκτυα αποτελούσαν ανέκαθεν τους βασικούς συνθετικούς άξονες σχεδιασμού των πόλεων. Σύμφωνα με τον Marc Augé, ‘οι μεγάλες πόλεις προσδιορίζονται πρωτίστως από την ικανότητα τους να εισάγουν και να εξάγουν ανθρώπους, προϊόντα, εικόνες και μηνύματα’. Κατά συνέπεια μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο σχεδιασμός και ο χαρακτήρας των συγκοινωνιακών κόμβων διαμορφώνει με τη σειρά του το χαρακτήρα της ίδιας της πόλης και αποτελεί ένα εκ των βασικότερων τοποσήμων αυτής. Ενώ ταυτόχρονα ιδιαίτερα σημαντική είναι η βελτιστοποίηση της επικοινωνίας μεταξύ των διαφορετικών κόμβων, σχηματίζοντας έτσι ένα συνεχές δίκτυο το οποίο απαρτίζεται από διαφορετικά μέσα.

Η παρούσα διπλωματική εργασία πραγματεύεται τη δημιουργία ενός νέου αστικού κόμβου εξυπηρέτησης των υπεραστικών χερσαίων μέσων μαζικής μεταφοράς, δηλαδή των τρένων και των λεωφορείων.

Αυτή τη στιγμή ο συγκεκριμένος κόμβος αποτελείται από ένα ασύνδετο σύστημα τριών κτιρίων, τα δύο κτίρια των ΚΤΕΛ (Λεωφόρος Λιοσίων, Λεωφόρος Κηφισού) και το κτίριο του σταθμού Λαρίσης. Η υπάρχουσα υποδομή δεν μπορεί να αποτελέσει σε καμία περίπτωση έναν ενιαίο αστικό κόμβο αλλά ούτε ένα δίκτυο μικρότερων κόμβων καθώς η μεταξύ τους επικοινωνία είναι ανύπαρκτη. Επιπροσθέτως οι υπάρχοντες μικρο-κόμβοι δεν επικοινωνούν λειτουργικά με την πόλη με αποτέλεσμα να αποτελούν αυτοτελείς μονάδες εντός του αστικού ιστού.

Η πρόταση αφορά τη δημιουργία ενός συγκοινωνιακού κόμβου, ο οποίος θα υπογραμμίζει τον ρόλο του ως πύλη εισόδου και εξόδου της πόλης, θα υπερβαίνει τη χρήση του -αποκλειστικά- ως κόμβος και θα αποτελέσει έναν νέο αστικό χώρο, ο οποίος θα μετατρέψει τον χαρακτήρα και την ποιότητα του υφιστάμενου αστικού ιστού. Ο νέος αυτός κόμβος επανασχεδιασμένος με βάση τις ανάγκες και την τεχνολογία του παρόντος, έχει ως στόχο την ικανοποίηση των αυξημένων και περίπλοκων λειτουργικών αναγκών και τη φιλοξενία σειράς αστικών λειτουργιών. Η παρέμβαση αφορμάται από την πόλη, επαναοικοιοποιείται και επαναδιαμορφώνει δήμοσιους χώρους και επιστρέφει σε αυτήν ως επέκταση της.

Επιβλέπων: Κοτιώνης Ζήσης

Αριθμός Αναφοράς: 701

 

 Η ακτογραμμή της Αθήνας αποτελείται από ένα σύνολο επιμέρους θυλάκων, των οποίων η διαχείριση απασχολεί τη σφαίρα του δημόσιου διαλόγου περισσότερο από ποτέ. Σημαντικό κοινό χαρακτηριστικό τους είναι η λειτουργική απομόνωσή τους από την εκάστοτε ενδοχώρα, κυρίως λόγω της διέλευσης της λεωφόρος Ποσειδώνος.

 Στο πλαίσιο αυτό, η εργασία εστιάζεται στην περιοχή της Γλυφάδας, και στοχεύει στην επούλωση του τραύματος που έχει δημιουργηθεί από τη διέλευση της λεωφόρου μέσω της μελέτης των τρόπων με τους οποίους θα ήταν εφικτή η επανασύνδεση της περιοχής με το παραλιακό της μέτωπο.

 Ο όρος “παράκτια” εκφράζει μια δραστηριότητα που πραγματοποιείται στην ακτογραμμή και σχετίζεται με τη θάλασσα, ενώ ο όρος “παραλιακή” εκφράζει τη δραστηριότητα εκείνη που ναι μεν πραγματοποιείται παρακείμενα στην ακτογραμμή, αλλά έχει να κάνει με το στοιχείο της ξηράς. Έτσι, για παράδειγμα, τα θαλάσσια αθλήματα θεωρούνται παράκτια λειτουργία, ενώ η βόλτα στην ακτή θεωρείται παραλιακή. Ο τίτλος της εργασίας “[A] node: παράκτιες δραστηριότητες και παραλιακές μεταβάσεις στην περιοχή της Γλυφάδας” αφορά αυτή ακριβώς τη σχέση : το συνδυασμό λειτουργιών που συμβαίνουν από την πλευρά της θάλασσας με αυτές που πραγματοποιούνται στην ξηρά. Η εργασία αποτελεί εγχείρημα δημιουργίας ενός κεντρικού κόμβου (Α node) κινήσεων και δραστηριοτήτων.Ο κόμβος αυτός παραλαμβάνει τις ροές πεζών και ποδηλάτων που συγκεντρώνονται στην ενδοχώρα της περιοχής, και τις διαχέει στην παραλία και το αντίστροφο, ενώ ταυτόχρονα ενεργοποιεί και επανακαθορίζει τις χωρικές σχέσεις των παράκτιων δραστηριοτήτων που λαμβάνουν χώρα στο σημείο σύνδεσης.

 Πρόκειται για μια πρόταση αστικής επέμβασης, που αφορά το παράκτιο μέτωπο της περιοχής, με βασικούς άξονες την κατακόρυφη σχέση του με την ενδοχώρα της Γλυφάδας καθώς και ευρύτερα με την οριζόντια σύνδεσή του με το σύνολο των επιμέρους θυλάκων που αναπτύσσονται στην ακτογραμμή της Αθήνας. Στόχοι της εργασίας αποτελούν αφενός η λειτουργική σύνδεση της παραλίας με την υπόλοιπη περιοχή και η ανάπτυξη κοινοφελών δραστηριοτήτων στο πλαίσιο της τοπικής κοινωνίας, αφετέρου ο σχεδιασμός ήπιας τουριστικής δραστηριότητας με σκοπό την τόνωση της τοπικής οικονομίας.

Επιβλέπων: Πανηγύρης Κωστής

Αριθμός Αναφοράς: 702

 

Ακολουθώντας τα ζητήματα των ερευνητικών και σχεδιαστικών ενδιαφερόντων μας, παρουσιάζουμε την θεωρητική-σχεδιαστική πρόταση μας για ένα κτίριο βυθισμένο εξ’ολοκλήρου στο έδαφος, συνεργαζόμενο ακριβώς με τις αναγκαίες τεχνικές προδιαγραφές του και τις φυσικές εκδηλώσεις, στους πρόποδες του λόφου Γορίτσα. Το ερευνητικό κέντρο για τη θαλάσσια βιοποικιλότητα δεν εξέχει ως κτίριο και νόημα από την επιφάνεια του εδάφους, αλλά κατασκευάζεται και προστατεύεται από τον καιρό, εξοικονομώντας περισσότερο από το 80% των συμβατικών καταναλώσεων ενέργειας, ακολουθώντας την γενική οδηγία για την εξοικονόμηση ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και τις τεχνικές και αισθητικές κατευθύνσεις συγκομιδής αιολικής και ηλιακής ενέργειας.

Επιλύουμε και προτείνουμε την κατασκευή-τοποθέτηση ενός αίθριου μεγάλου ύψους στο εσωτερικό του οργανισμού του κτιρίου ώστε να φωτίζονται φυσικά οι εσωτερικοί χώροι του. Από αυτό το κάθετο μεγάλο άνοιγμα, στην στάθμη κάτω από το επίπεδο του υφισταμένου δρόμου, δημιουργούμε μια δεύτερη παράλληλη στοά που εκβάλλει σε προβλήτα, αρκετά ψηλότερα από τη στάθμη της θάλασσας.

Στους χώρους του κέντρου εγκαθιστούμε μεγάλα και μεσαία ενυδρεία με ποικιλίες ειδών της θαλάσσιας ζωής. Το ερευνητικό κέντρο για τη θαλάσσια βιο-ποικιλότητα περιέχει στις επιλύσεις του, τους αναγκαίους και σημαντικούς χώρους για την έρευνα, την εκπαίδευση τόσο των επαγγελματιών της θάλασσας όσο και των μαθητών/τριών και των φοιτητών/τριών του τμήματος Ιχθυοκαλλιέργειας του πανεπιστημίου. Η επίλυση του κτιρίου σύμφωνα με τους προβληματισμούς μας για τις κοινωνικές και επιστημονικές υποχρεώσεις που χρειάζεται να υπηρετεί, μας οδήγησε στην συμπερίληψη πολλαπλών χώρων έρευνας, μαθητείας, εκπαίδευσης και σύντομης ή διαρκέστερης διαμονής. Θεωρούμε πως η έρευνα αλλά και η μαθητεία, από τις συμβατικές εκπαιδευτικές διαδικασίες έως τις θεματικές παρουσιάσεις με τη χρήση πολυμέσων, χρειάζεται να γίνουν τα κυρίαρχα σημαντικά δημόσια χαρακτηριστικά τόσο της πόλης του Βόλου όσο και κάθε πόλης που επιζητεί να δράσει πολιτικά και τεχνικά στην παγκόσμια διαπραγμάτευση της αναδιάταξης του περιεχομένου, τόσο του τεχνικού όσο και του στοχαστικού πολιτισμού, υπό την αρχή της συνάντησης και συγχρονίας του τοπικού με το παγκόσμιο.

Επιβλέπων: Στυλίδης Ιορδάνης

Αριθμός Αναφοράς: 679

 

 Με αφετηρία σκέψης το Α΄ Αρχαίο Θέατρο στο κέντρο του αστικού ιστού της Λάρισας και την ανάγκη ανάδειξής του ως σύμβολο της πόλης, μελετούμε τα δεδομένα δόμησης και προτείνουμε αστική ανάπλαση τμήματος του περιβάλλοντος χώρου του Θεάτρου με παράλληλη δημιουργία ιστορικών διαδρομών που θα οδηγούν καθ’ ύψος σε αυτό και θα συμβάλουν στην ανάδειξή του. Μέσω αυτών των διαδρομών, προβλέπεται ν’ αναδειχθούν τα ίχνη των διαφορετικών εποχών της πόλης ανά τους αιώνες κι έτσι να επιτευχθεί στενότερη επαφή, οικειοποίηση αλλά και γνώση της ιστορίας της πόλης από τους κατοίκους της Λάρισας. Η όλη σχεδιαστική πρόταση έρχεται ως συνέχεια ενεργειών του Δήμου Λάρισας που αποσκοπούν στην κατεδάφιση του ορισμένου από τις οδούς Βενιζέλου - Απόλλωνος - Παπαναστασίου οικόπεδο, σε μια ευρύτερη προσπάθεια ενίσχυσης του ρόλου του Α΄ Αρχαίου Θεάτρου εντός του καθημερινού αστικού παλμού. Η πρόταση μας δε θα μπορούσε να μη λάβει υπόψιν της την ιστορική – αρχαιολογική χροιά του Θεάτρου αλλά και τη θέση του στον πυρήνα της πόλης, εντός του δομημένου τοπίου. Από τη μια πλευρά, πρέπει η σχεδιαστική λύση να έρχεται σε άμεση αλληλεπίδραση με το γειτονικό Θέατρο  αλλά ταυτόχρονα να εντάσσει στην πρότασή της τις κοινωνικές και ανθρωποκεντρικές λεπτομέρειες της ευρύτερης περιοχής, εντός της οποίας θα κληθεί να τοποθετηθεί και να «απορροφηθεί» αρμονικά.

Επιβλέπουσα: Τροβά Βάσω

Αριθμός Αναφοράς: 663

 

Η διπλωµατική εργασία επικεντρώνεται στην προσωρινή φιλοξενία των αστέγων του Βόλου και στην παράλληλη δραστηριοποίηση και στήριξή τους, προκειµένου να επανενταχτούν ως ενεργοί κι ανεξάρτητοι πολίτες στην κοινωνία. Στο πρόγραµµα εντάσσεται και το αγροτικό κοµµάτι ώστε να επιτευχθεί η δραστηριοποίηση των φιλοξενουµένων.

Το σύνολο των δοµών που υπάρχουν για τους αστέγους χρηµατοδοτείται από τον Δήµο Βόλου και την Εκκλησία, τα κτίρια που φιλοξενούν σήµερα αυτές τις δοµές δεν είναι άλλα από διαµερίσµατα περιορισµένων παροχών και δυνατοτήτων τα οποία ενοικιάζονται προσωρινά για αυτούς τους σκοπούς και δύο ξενώνες στην πόλη του Βόλου οι οποίοι αντιµετωπίζουν προβλήµατα χώρου σε σχέση µε τον αριθµό των αστέγων της πόλης.

Η παρατήρηση αυτή ήταν και ο βασικός λόγος για την επιλογή του θέµατος. Η έρευνα αφορά στη µελέτη και το σχεδιασµό ενός κέντρου που συγκεντρώνει τις αναγκαίες δοµές και τις στεγάζει σε εννιαίο χώρο προκειµένου να λειτουργούν αποτελεσµατικότερα και να µην έχουν προσωρινό χαρακτήρα. Η χωροθέτηση βασίστηκε σε µία σειρά επιδιώξεων. Αναζητήθηκε κενό οικόπεδο στη πόλη του Βόλου που να διαθέτει επαρκή έκταση για την ανάπτυξη του προγράµµατος και που να προσφέρει εύκολη πρόσβαση στην πόλη και στις συγκοινωνίες, χωρίς ωστόσο να διαταράσσει τη συνοχή της τοπικής κοινωνίας. Βάσει των παραπάνω επιλέχτηκε το οικόπεδο επί των οδών Μητροπολίτου Ιωακείµ και Περιφερειακή Βόλου σε µία περιοχή µε έντονο αγροτικό χαρακτήρα και µε αραιή κατοίκηση.

Το κτιριολογικό πρόγραµµα για το κέντρο περιλαµβάνει τόσο δοµές για τη στέγαση και τη φιλοξενία των αστέγων, 50 περίπου στον αριθµό, όσο και εγκαταστάσεις για την υποστήριξη και δραστηριοποίηση τους µε στόχο την αυτονόµηση και επανένταξη στην κοινωνία. Ο διαχωρισµός των λειτουργιών γίνεται σε έξι ξεχωριστά κτίρια, εκ των οποίων το πρωτο είναι χώρος εστίασης, το δεύτερο έχει κοινωνικό χαρακτήρα, τα τρια είναι οι χώροι υπνωτηρίου χωρισµένα σε αντρών, γυναικών και οικογενειών και το τελευταίο διαθέτει χώρους δραστηριοποίησης τους στον αγροτικό τοµέα. Οι φιλοξενούµενοι του κέντρου θα εργάζονται στα περβόλια του προγράµµατος στα οποία θα καλλιεργούν λαχανικά, φρούτα και βότανα και θα έχουν την δυνατότητα πώλησης τους στην λαϊκή αγορά που θα στήνεται στην πλατεία του συγκροτήµατος.

Επιβλέπων: Μανωλίδης Κωνσταντίνος

Αριθμός Αναφοράς: 689

 

Η παρούσα διπλωματική εργασία αποτελεί μια προσπάθεια διεύρυνσης του δρόμου και κατ’ επέκταση του δημόσιου χώρου, ο οποίος συρρικνώνεται σταδιακά, εξαιτίας των οριοθετήσεων που επιβάλλει το ιδιοκτησιακό καθεστώς και η αυξανόμενη μέριμνα για την κυκλοφορία των οχημάτων. Ως πεδίο μελέτης και ανάλυσης επιλέγεται ένα τμήμα του εμπορικού και ιστορικού κέντρου του Βόλου, στο οποίο εμφανίζονται στοιχεία αστικότητας, όπως η μεγάλη συγκέντρωση πληθυσμού, η υψηλή και πυκνή δόμηση, η μίξη των χρήσεων γης και η έντονη κυκλοφορία.

Στο επίκεντρο του σχεδιασμού μας βρίσκεται ο πεζός και η κίνησή του στην πόλη, η οποία εμπλουτίζεται μέσα από την δημιουργία κοινόχρηστων πυρήνων ελεύθερης χρήσης, μακριά από τη λογική της κερδοσκοπίας και της εμπορευματοποίησης.

Για να το πετύχουμε αυτό εκμεταλλευόμαστε την υπάρχουσα διαμόρφωση των αδόμητων χώρων της πόλης τους οποίους ενοποιούμε, συνθέτοντας ένα δίκτυο περασμάτων και πλατειών μικρής κλίμακας εντός των Ο.Τ. Τα ιδιοκτησιακά όρια τροποποιούνται προκειμένου να επιτρέψουν την πρόσβαση και τη διάσχιση των Ο.Τ., παρέχοντας ευκαιρίες στάσης και νέες διαδρομές κίνησης. Ο περιπατητής «διατρυπά» τα συμπαγή οικοδομικά τετράγωνα μέσω στοών, κενών οικοπέδων, χώρων στάθμευσης ή ανοιχτών ισόγειων χώρων. Οι «ρωγμές» που δημιουργεί συγκροτούν ένα δαιδαλώδη ιστό περιπλάνησης και τυχαίων συναντήσεων, πίσω από το ισχυρό παραλιακό μέτωπο.

Το δίκτυο απευθύνεται κυρίως στους κατοίκους-ιδιοκτήτες των οικοδομικών τετραγώνων, καθώς συγκροτείται από τμήματα ιδιωτικής γης και για να λειτουργήσει απαραίτητη κρίνεται η συγκατάθεσή τους για την παραχώρηση των ακαλύπτων σε κοινή χρήση, προκειμένου να αποφευχθεί η απαλλοτρίωση. Αναγκαία είναι η αλλαγή της νοοτροπίας σε σχέση με την ιδιοκτησία, που περιορίζει τις δυνατότητες της κοινωνικής ζωής και η εξοικείωση των κατοίκων με συλλογικές διαδικασίες επίλυσης κοινών προβλημάτων.

Για την εκκίνηση της διαδικασίας ενοποίησης θα πρέπει ο Δήμος σε συνεργασία με τους τοπικούς φορείς να οργανώσει ένα συμμετοχικό εργαστήρι σχεδιασμού στο οποίο οι κάτοικοι θα έχουν αποφασιστικό ρόλο.

Επιβλέπουσα: Λυκουριώτη Ίρις

Αριθμός Αναφοράς: 719

 

 

Η παρούσα διπλωματική εργασία αφορά την ανάπλαση περιοχής στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο επιχειρείται η δημιουργία πλατείας και χώρου πρασίνου, η ανέγερση Μουσείου Σχεδιασμού Βιομηχανικού Προϊόντος, αλλά και ενός κτιρίου-κέντρου δημιουργικότητας. Το οικόπεδο που επιλέχθηκε αποτελείται από έναν τριγωνικό χώρο άναρχου πρασίνου και έναν ορθογωνικό υπαίθριο χώρο που χρησιμοποιείται για στάθμευση και είσοδος στις ήδη υπάρχουσες πολυκατοικίες.

Η συνθετική ιδέα υλοποιείται σε τρία στάδια.

 Αρχικά επιχειρείται η αναβάθμιση της περιοχής με τη δημιουργία πλατείας σε κεντρικό σημείο του οικοπέδου και η τοποθέτηση πρασίνου σε δύο μεγάλα τμήματα. Το πρώτο βρίσκεται μπροστά από τις πολυκατοικίες της Λυσιμάχου Καυτατζόγλου και το δεύτερο στο σημείο όπου η Λεωφόρος Καραμανλή συναντά την Γρ. Λαμπράκη.

Το δεύτερο στάδιο αφορά την ανέγερση Μουσείου Σχεδιασμού Βιομηχανικού Προϊόντος. Το εγχείρημα αυτό γίνεται για τη στέγαση μιας αξιόλογης  συλλογής που συγκεντρώθηκε με ιδιωτική πρωτοβουλία του κ. Στέργιου Δελιαλή, η οποία παραμένει 20 χρόνια χωρίς στέγη. Η συλλογή σήμερα αποτελείται από περισσότερα από 3.000 αντιπροσωπευτικά αντικείμενα βιομηχανικού σχεδιασμού του 20ου αιώνα. Ο σχεδιασμός του μουσείου αποτελείται από δύο βασικούς όγκους από μπετόν, οι οποίοι ενοποιούνται μέσω ενός τμήματος "γέφυρα", ενώ μεγάλες επιφάνειες καλύπτονται από γυαλί.

Τελικό στάδιο της εργασίας αποτελεί η ανέγερση κέντρου δημιουργικότητας στο σημείο του οικοπέδου που ενώνεται η οδός Καυτατζόγλου με τη Λεωφόρο Καραμανλή. Το κτίριο αυτό αποτελεί παράρτημα της πολυτεχνικής σχολής, αλλά λειτουργεί και ως βοηθητική πτέρυγα του μουσείου. Έχει δημιουργηθεί με μία λογική ραμπών και δίνει την εντύπωση δύο διαφορετικών κτιρίων που το ένα ακουμπάει πάνω στο άλλο.

Οι  βασικές χρήσεις των κτιρίων περιλαμβάνουν εκθεσιακούς χώρους, αμφιθέατρο, εργαστήρια- workshop και café- restaurant. Στόχος μας είναι να ερεθίσουμε το ενδιαφέρον του κόσμου για το αντικείμενο του βιομηχανικού σχεδιασμού και να παράγουμε χώρους δημιουργικών δραστηριοτήτων στους οποίους θα συμμετέχουν οι φοιτητές, αλλά και το ευρύ κοινό.

Επιβλέποντες: Τριανταφυλλίδης Γεώργιος, Μανωλίδης Κωνσταντίνος

Αριθμός Αναφοράς: 672