Arch.Uth Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Arch.Uth UTH.gr English

Το κτίριο της Δημοτικής Αγοράς Σερρών είναι κτισμένο στο κέντρο της πόλης, στην Πλατεία Εμπορίου, στη συμβολή τεσσάρων οδικών αρτηριών. Οι επιμήκεις μπετονένιες καμάρες και η στοά που το διατρέχει συνθέτουν την εικόνα ενός κτιρίου-σημείου αναφοράς της πόλης, σε μια πλατεία που προέκυψε από ανάγκη κατανομής κυκλοφοριακών κινήσεων στο ιστορικό κέντρο των Σερρών.

Το κτίριο (Μουτσόπουλος, 1960) στέγαζε εμπορικά καταστήματα που σήμερα στην πλειοψηφία τους έχουν μετατραπεί σε αποθήκες, με συνέπεια να πάψει να λειτουργεί η εσωτερική στοά του ως κέντρο εμπορικής συναλλαγής και ανθρώπινης επαφής. Η παλαίωση του κτιρίου, η λειτουργία ελάχιστων πια καταστημάτων και η απουσία φροντίδας και συντήρησης από πλευράς του Δήμου έχουν λειτουργήσει προς μια απαξιωτική εικόνα της Δημοτικής Αγοράς στη συνείδηση της τοπικής κοινωνίας και σε προτάσεις για κατεδάφιση του.
Παρόλα αυτά το κτίριο είναι αντιπροσωπευτικό της εποχής όπου η τοπική αγορά, το λιανικό εμπόριο και οι μικροπωλητές αποτελούσαν τη βάση της οικονομικής ζωής της πόλης. Παράλληλα, η ήπια μοντέρνα μορφολογία του και η τυποποίηση και επανάληψη αρχιτεκτονικών στοιχείων και λειτουργικών μονάδων αναδεικνύουν μια σχεδόν «βιομηχανική» αρχιτεκτονική φυσιογνωμία με σημαντική συνεισφορά στο αστικό τοπίο των Σερρών. Στο καθαρό λεξιλόγιο του κτιρίου έχει επίσης χωνευτεί με έναν ενδιαφέροντα τρόπο και η υπαινικτική αναφορά στα βυζαντινά και μουσουλμανικά μνημεία της πόλης (Ναός Αγ. Θεοδώρων, Αγ. Νικολάου, Μπεζεστένι).
Αυτές οι διαπιστώσεις οδήγησαν στην πρόταση για διατήρηση και επανάχρηση του κτιρίου ώστε να παραμείνει ένα ζωντανό στοιχείο της νεότερης ιστορίας της περιοχής και της πλατείας, όπου επιβιώνουν ακόμα τα παραδοσιακά μαγαζιά και οι περιοδικές συγκεντρώσεις πλανόδιων εμπόρων. Ένα κτίριο τοπόσημο μιας περιοχής που αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στην επιλογή του εκσυγχρονισμού, ή στη διατήρηση της δομής του πρόσφατου παρελθόντος της.

Η πλατεία Εμπορίου δείχνει να μην εκπληρώνει τις εκ προοιμίου απαιτήσεις και προϋποθέσεις ενός δημόσιου χώρου περιπάτου, ανάπαυσης, συγκέντρωσης και διακοπής του σφικτού αστικού ιστού. Οι δυνατότητες της, σχεδόν πλήρως εξουδετερωμένες από την παρουσία των συγκλινόντων οδικών αξόνων, εντοπίζονται μόνο σε τμήματα νησίδων και διευρύνσεις των πεζοδρομίων. Η πρόταση έχει σαν στόχο να συνδυάσει την επέμβαση στο κτίριο και τη διαμόρφωση νέων χρήσεων, με μια λογική ενδυνάμωσης του κατακερματισμένου ελεύθερου χώρου και των αντίστοιχων λειτουργιών της πλατείας.
Οι νέες χρήσεις που απευθύνονται κατά κύριο λόγο στους φοιτητές της πόλης αλλά και στο ευρύτερο κοινό, διαθέσιμες στο σύνολο τους κατά τη διάρκεια της ημέρας, θα εξασφαλίσουν την πυκνότητα παρουσίας και τον συλλογικό χαρακτήρα του δημόσιου χώρου ενώ οι κοινόχρηστοι υπαίθριοι χώροι που δημιουργούνται παρέχουν το έδαφος για την ανάπτυξη αυτού του χαρακτήρα. Έτσι η πλατεία που βρίσκεται σε καταστολή βρίσκει μια διέξοδο προς το κτίριο.

Στοιχεία της δομής του πολεοδομικού ιστού της πλατείας όπως οι τεθλασμένες γραμμές που συνθέτουν το μέτωπο της Αγοράς και των γειτονικών τετραγώνων, αποτέλεσαν την απαρχή για το συνθετικό χειρισμό του ζητήματος της επέμβασης στο κτίριο. Το κτίριο με τη νέα μορφή του συμμετέχει οργανικά στο αντιληπτικό περιβάλλον της πλατείας, με την επιμήκη μορφολογία και το ακανόνιστο περίγραμμα, απόρροια της παρουσίας των οδικών αρτηριών που συγκλίνουν και αλλάζουν κατεύθυνση κατά την είσοδο και έξοδο από αυτή. Οι πειραματισμοί έγιναν με γνώμονα τις παρατηρήσεις για τη δομή του αστικού ιστού της περιοχής, σε μια καθ’ ύψος επέμβαση που αναθεωρεί το χρηστικό ρόλο και τη σημασιολογία του κτιρίου. Η δημιουργία «κτιρίου στο κτίριο» που θα αποτελέσει την αφετηρία για τη λειτουργία «της πλατείας μέσα σε αυτό». Μία επέμβαση που θα εξασφαλίσει την αίσθηση του σύγχρονου χωρίς να διαταράξει τα ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά στοιχεία του κτιρίου, αλλά θα λειτουργεί με αυτό ως ενιαίο σώμα

Στο ισόγειο της Δημοτικής Αγοράς με την απομάκρυνση μιας ομάδας χώρων επιτρέπεται η διείσδυση της πλατείας και το αβίαστο πέρασμα στο κοινόχρηστο επίπεδο της οροφής. Οι χώροι που παραμένουν στο ισόγειο φιλοξενούν την είσοδο της Πανεπιστημιακής Βιβλιοθήκης που χωροθετείται στον πρώτο όροφο, παραρτήματα γραμματειών και υπηρεσιών εξυπηρέτησης φοιτητών. Ένα ίντερνετ καφέ προτείνεται να λειτουργήσει στο πριονωτής κάτοψης μέτωπο της βορειοδυτικής πλευράς σε μια προσπάθεια αντιστοιχίας της χρήσης (σύγχρονη τεχνολογία) με το βιομηχανικό χαρακτήρα που πρεσβεύει η χαρακτηριστική αυτή δομή.
Στο πρώτο όροφο στεγάζεται η Βιβλιοθήκη, που επεκτείνεται με τα αναγνωστήρια της και στα έως τώρα διαμπερή τύμπανα του ανώτερου επιπέδου. Η οροφή του μονώροφου τμήματος της Αγοράς λειτουργεί σαν υπερυψωμένη επέκταση της πλατείας. Εκεί δημιουργείται ένα ιδιαίτερο τοπίο που περιλαμβάνει μια κλιμακωτή επιφάνεια, κάτι μεταξύ κλιμακοστάσιου και κερκίδας και έναν ψηλό τοίχο με χαραμάδες προς τον ακάλυπτο του τετραγώνου και εσοχές με χρήσεις τηλεφωνικών θαλάμων, αναλήψεις μετρητών κ.α. Τμήματα του τοίχου αυτού είναι διάτρητα και φέρνουν φως στο ισόγειο. Κυρίαρχο στοιχείο του περιβάλλοντος αυτού του υπαίθριου ορόφου είναι το "αιωρούμενο" μπαρ που "πατάει" σε ελαφρά μεταλλικά στηρίγματα. Πρόκειται για τη ισχυρότερη προσθήκη στο κτίριο που αποκαθιστά οπτικά τη σχέση του κτιρίου με τις εντάσεις και γεωμετρίες του άμεσου αστικού χώρου δηλώνοντας ταυτόχρονα με σαφήνεια τον προσθετικό του χαρακτήρα.
 

Επιβλέπων: Μανωλίδης Κωνσταντίνος

Αριθμός Αναφοράς: 8

 

Η μελέτη περιλαμβάνει:


1. Τη δημιουργία ενός μεταλλικού χωροκανάβου στο εσωτερικό του κτιρίου και την επέκταση του και έξω από αυτό. Ο χωροκάναβος αποτελεί μια πρόταση δημιουργίας ιδεατών επιπέδων, πάνω στα οποία θα δημιουργηθούν οι κατάλληλες πορείες κίνησης και εξυπηρέτησης των επισκεπτών των κινηματογραφικών αιθουσών. Το μεταλλικό δίκτυο είναι το κύριο στοιχείο στήριξης των αιθουσών καθώς και του φέροντα οργανισμού του διατηρητέου κτιρίου. Η αποτύπωση του κτιρίου μετά των καθαιρέσεων εμφάνιζε στοιχεία ιχνών του φέροντα οργανισμού. Η δημιουργία ενός σκελετού, συνέχεια των ιχνών είναι μια πρόταση σύνδεσης του διατηρητέου κτιρίου και της νέας επέμβασης

2. Οι κινηματογραφικές αίθουσες χωροθετούνται στο εσωτερικό του διατηρητέου κτιρίου και σε απόσταση από τους περιμετρικούς τοίχους, Η μορφή των αιθουσών και των υπολοίπων λειτουργιών, παραπέμπει στο σχήμα και τη ανάγκη των φυσαλίδων να αιωρηθούν. Η μομφή της κάθε φυσαλίδας-αίθουσας προκύπτει από την τοποθέτηση ενός κατάλληλου αριθμού τέτοιων αιωρούμενων στοιχείων μέσα σε ένα καθορισμένο χώρο λαμβάνοντας την καλύτερη δυνατή μορφή κάλυψης του κενού χώρου. Οι φυσαλίδες που αποδίδονται στη μελέτη, ως χώροι θεάματος παραπέμπουν στη φούσκα του κινηματογράφου παρασέρνοντας και τους θεατές της μέσα σε αυτή. Η κατασκευή δίνει την αίσθηση της αιώρησης των νέων χώρων και των επισκεπτών σε αυτή, καθώς και τη τάση διαφυγής της από τα όρια των περιμετρικών τοίχων. Η διαφυγή αποδίδετε με την επέκταση του χωροκανάβου και της φούσκας στο οικοδομικό τετράγωνο. Η «φούσκα» πέρα των λειτουργικών και χρηστικών αναγκών, προτείνει μια αρχιτεκτονική γλώσσα διαφορετική από αυτή του διατηρητέου κτιρίου, που προκύπτει από υλικά και μορφές της εποχής μας. Η έλλειψη ορθογωνίων στοιχείων στις αίθουσες συντελούν στην καλύτερη ακουστική των θεατών.
 

Επιβλέποντες: Παπαδόπουλος Σπύρος, Θεολογίδου Κλεοπάτρα

Αριθμός Αναφοράς: 26

 

Σκοπός της διπλωματικής εργασίας, είναι η εναπόθεση-«δωροθέτηση» κατασκευών φιλοξενίας ώστε να δημιουργηθούν προϋποθέσεις να «ξαναανακαλυφτεί» το τοπίο , από προοπτικές ανθρώπινων κατασκευών ή τοπικών θέσεων που έχουν παρακμάσει ή παραβλεφθεί οι χρήσεις τους. Οι παραπάνω τοποθεσίες καθορίζονται ως «τοπιακά σκουπίδια».
Με τη σύνθεση τσιμεντόλιθων και παλετών επιχειρείται ο σχεδιασμός ενός κατασκευαστικού συστήματος το οποίο θα συγκροτεί χωρικά μοντέλα και θα αποτελέσει αρχέτυπο για την δημιουργία παραγώγων.
Η επιλογή των υλικών έγινε με αφορμή την σχεδόν «αθέατη» υφή τους, εφόσον κατά κανόνα, είναι τα δύο πιο δημοφιλή οικοδομικά υλικά σε υπαίθριες κατασκευές στις οποίες δεν υπάρχει πρόθεση καλλωπισμού(γεωργικές αποθήκες, μαντριά, περιφράξεις κτλ).
Η παραπάνω κατασκευαστική μέθοδος θα ορίζεται με την ονομασία «ICO» ακολουθώντας το παράδειγμα των ιστορικών ξενοδοχείων με την εμπορική επωνυμία «ΞΕΝΙΑ», που αποτέλεσαν το πρώτο ελληνικό παράδειγμα κτηρίων «κυνηγών θεάσεων» και συνδύασαν άρρηκτα την ονομασία τους με την εικόνα και τη χρήση τους.

Επιβλέπων: Κοτιώνης Ζήσης

Αριθμός Αναφοράς: 52

 

Στη διπλωματική αυτή εργασία επιχειρήσαμε το σχεδιασμό ενός καταστήματος-showroom, για τον ιάπωνα σχεδιαστή ενδυμάτων Issey Miyake. Η τοποθεσία που επιλέχτηκε για την δημιουργία του καταστήματος είναι ένα οικόπεδο 530 τ.μ. μεταξύ των οδών Κασσαβέτη, Λεβίδου και Μιλτιάδου στο κέντρο της Κηφισιάς (Ν. Αττικής).

Η κεντρική ιδέα σχεδιασμού στηρίζεται στην τεχνική του project a-poc του Issey Miyake.
To a-poc βασίζεται στη δυνατότητα παραγωγής ατελείωτων μέτρων υφάσματος, με τη βοήθεια ηλεκτρονικά προγραμματισμένων μηχανών. Το ύφασμα αποτελεί ένα «σωλήνα» στον οποίο είναι σχεδιασμένα τα πατρόν ενός ολοκληρωμένου ντυσίματος, από μπλούζα και κάλτσες μέχρι πορτοφόλι και κασκόλ. Αντί για το σταθερό καλούπι στο σχήμα του ανθρώπινου σώματος που παράγεται με κλωστές και βελόνες, το καλούπι που προκύπτει από την τεχνική του a-poc είναι εύπλαστο και ευμετάβλητο χωρίς ραφές με βάση τις ανάγκες και τις επιθυμίες του χρήστη.

Με βάση το project αυτό κύριο στόχο μας αποτέλεσε η ανάδειξη και προβολή της ξεχωριστής προσωπικότητας του κάθε χρήστη. Σχεδιάζουμε ένα χώρο που μπορεί να παραλληλιστεί με ένα μεγάλο σωλήνα ακατέργαστου υφάσματος. Κάθε χρήστης θα κόψει το ύφασμα στα μέτρα του, σαν αποτέλεσμα των αναγκών του, της αισθητικής του, των προτιμήσεών του. Οι χρήστες εκπέμπουν τις διαφορετικές προσωπικότητές τους σε μια οθόνη. Την οθόνη ενός θεάτρου μόδας. Μιας μεγάλης πασαρέλας εικονικής και ταυτόχρονα ρεαλιστικής.

Το κτίριο χωρίζεται σε τρεις ζώνες. Η πίσω ζώνη αποτελείται από πέντε επίπεδα ενώ ο υπόλοιπος χώρος είναι ενιαίος με μέγιστο ύψος 12.70μ. Στο κτίριο έχουν προβλεφθεί χώροι απαραίτητοι για την αγοραστική δραστηριότητα αλλά και για πολιτιστικά δρώμενα (art gallery, επιδείξεις μόδας).

Επιβλέπων: Παπαδόπουλος Σπύρος

Αριθμός Αναφοράς: 51

 

Ας επιχειρήσουμε μια μικρή κριτική στην Αρχιτεκτονική σκέψη όπως αυτή οργανώνεται στην σημερινή εποχή. Όχι απαραίτητα να αναλύσουμε την αρχιτεκτονική σαν τεχνική, ξεχωριστή από την λογική σκέψη και τα συναισθήματα (οπότε εύκολα να μπορεί να απεικονιστεί στο χώρο) αλλά την αρχιτεκτονική όπως δεν απεικονίζεται, δηλαδή ως τρόπο σκέψης και τρόπο αίσθησης. Η φτωχή σχεδιαστική απεικόνιση της σκέψης και της αίσθησης θα ήταν τότε το τελευταίο ασήμαντο μέρος της αρχιτεκτονικής.
Ένα πρόβλημα που μας έχει δημιουργήσει η σχεδιαστική απεικόνιση της αρχιτεκτονικής σκέψης είναι ότι σε κάθε κτήριο πρέπει να υπάρχει μια προκαθορισμένη διαδρομή η οποία έχει συγκεκριμένη αρχή και καθορισμένο τέλος. Κάθε κτήριο πρέπει να είναι τοποθετημένο ή σε μια κύρια αρτηρία ή σ΄ ένα σταυροδρόμι, η άφιξη σε αυτό και η αναχώρηση από αυτό είναι προκαθορισμένες. Επίσης, στο εσωτερικό των κτηρίων οι χώροι περιορίζονται από τις λειτουργίες τους και οι διάδρομοι είναι απλώς χώροι κυκλοφορίας χωρίς σχεδόν καμία λειτουργική δυνατότητα.
Ο άνθρωπος είναι το μόνο ον που λόγο της συνείδησης του εαυτού του και της λογικής σκέψης του θεώρησε ότι μπορούσε και μπορεί να δημιουργήσει κτίσματα και τοπία που υπακούουν λιγότερο στο φυσικό περιβάλλον και περισσότερο στην ανθρώπινη ανάγκη. Αυτό μπορούμε να το ονομάσουμε ως την ‘ουτοπία’ της αρχιτεκτονικής σκέψης του σημερινού εκμοντερνισμένου ανθρώπου που δημιουργήθηκε τα τελευταία 200 χρόνια λόγω της τεχνολογίας και των κοινωνικοπολιτικών αλλαγών που συντελέστηκαν αυτήν την περίοδο. Αυτά λοιπόν που προσδίδουν στον χώρο μια αίσθηση φυσική, αυτά που κάνουν τον χώρο αληθινό και ζωντανό καταστρέφονται από τον άνθρωπο χωρίς να υπάρχει εχθρικό αίσθημα για αυτά.
Εμείς θα προσπαθήσουμε να δώσουμε μια λύση στα σύγχρονα αυτά προβλήματα της αρχιτεκτονικής σκέψης, αλλά και να δημιουργήσουμε την αρχή ενός καινούργιου προβλήματος που πάντοτε γοήτευε τον άνθρωπο σαν ιδέα, αλλά δεν υπήρχε η τεχνολογία να το υποστηρίξει. Αυτό είναι το πρόβλημα της αιώρησης του ανθρώπου στον χώρο και την δημιουργία ενός καινούργιου επιπέδου που θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε ‘χωρικό επίπεδο’. Ο άνθρωπος με μηχανική υποστήριξη θα έχει την δυνατότητα να κινείτε στον χώρο, με οποιονδήποτε συνδυασμό των τριών διαστάσεων, αποκτώντας μια πρωτόγνωρη αντίληψη του χώρου, του χρόνου και των διαφορετικών συνθηκών που επικρατούν σε διαφορετικά ύψη μέσα στο κτήριο.

Επιβλέπων: Αντονάς Αριστείδης

Αριθμός Αναφοράς: 33

 

Η αρχιτεκτονική των ορεινών οικισμών του Δ. Ιστιαίας, σύμφωνα με τα συμπεράσματα που απορρέουν από τη σχετική μελέτη που έγινε στα πλαίσια του ερευνητικού θέματος, έχει καθαρά λαϊκό χαρακτήρα. Είναι άμεσα συνδεδεμένη με την πρόσφατη ιστορία του τόπου καθώς αντανακλά την καθημερινή ζωή και τις ειδικές συνθήκες διαβίωσης, γεγονός που την καθιστά ιδιαίτερα σημαντική και άξια προς διατήρηση.
Παράλληλα, έρευνα που έγινε για τις σημερινές συνθήκες της περιοχής έδειξε μια φθίνουσα πορεία που οφείλεται κατά κύριο λόγο στην ανεργία. Η διπλωματική εργασία στηρίζεται στα συμπεράσματα του ερευνητικού θέματος. Χωρίζεται σε τρία μέρη. Το πρώτο αφορά την τόνωση της περιοχής με την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού. Προτείνεται η ενοποίηση των οικισμών μέσω ενός πολιτιστικού δικτύου. Σε κάθε οικισμό προτείνεται μία πολιτιστική χρήση που στεγάζεται σε συγκεκριμένα παραδοσιακά κτίρια με κριτήριο την προβολή της τοπικής αρχιτεκτονικής.
Το δεύτερο μέρος αφορά προτάσεις σε επίπεδο αρχών για τη διατήρηση και βελτίωση της φυσιογνωμίας των οικισμών. Προτείνεται η προστασία και ανάδειξη των παραδοσιακών κτιρίων.
Αυτό προϋποθέτει τη διατήρηση του χαρακτήρα τους και της ατμόσφαιρας που τα χαρακτηρίζει με επεμβάσεις που θα διατηρούν τη μορφή, την κατασκευή και τα υλικά δομής και με την απομάκρυνση αυθαίρετων προσθηκών-βοηθητικών χώρων που αλλοιώνουν την όλη εικόνα του. Στο πλαίσιο αυτό διερευνώνται διαγραμματικά διάφοροι τύποι προσθηκών που θα μπορούσαν να προστεθούν χωρίς να παραβλάπτουν αισθητικά τα σύνολα καθώς αυτές επιβάλλονται για την κάλυψη των αναγκών της καθημερινής ζωής.
Το τρίτο μέρος αφορά τη μελέτη τριών κτιρίων, με διαφορετική λειτουργία στο χώρο, σε ισάριθμους οικισμούς, ένα καφενείο (δημόσιος χώρος), την κατοικία του τούρκου αγά (η εξουσία) και μια κατοικία αντιπροσωπευτική της μεσαίας τάξης.
Με τις νέες χρήσεις που προτείνονται προβλέπεται η διατήρηση των κτιρίων στην υφιστάμενη μορφή τους με ελάχιστες παρεμβάσεις και παράλληλα προτείνεται η επέκτασή τους σε νέες κατασκευές. Στο σχεδιασμό των νέων κτιρίων εφαρμόζεται διαφορετική λογική σε συνάρτηση με το υφιστάμενο κτίσμα. Στην περίπτωση του καφενείου που πρόκειται για μικρών διαστάσεων κτίριο, η προσθήκη ακολουθεί τη λογική της δομής του παλαιού με επιμέρους τροποποιήσεις ώστε να είναι ευδιάκριτη.
Στις άλλες δύο περιπτώσεις που αφορούν μεγαλύτερα κτίρια, στον σχεδιασμό των νέων κατασκευών επιλέγεται η αντίθεση. Στους κλειστούς γεωμετρικούς όγκους, τα νέα κτίρια διαλύονται σε επίπεδα, ενώ τηρούνται κάποιες αρχές γενικού χαρακτήρα που απορρέουν από τα υφιστάμενα.
Και στις τρεις περιπτώσεις, στον σχεδιασμό περιλαμβάνεται και η διαμόρφωση του περιβάλλοντα χώρου, η οποία στοχεύει στη διατήρηση της αρμονικής σχέσης φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος.
 

Επιβλέπουσα: Θεολογίδου Κλεοπάτρα

Αριθμός Αναφοράς: 14

 

Η ΜΕΛΕΤΗ
Η περιοχή παρέμβασης του Europan 7, εντοπίζεται στην περιοχή Αλιβέρι, Βορειοδυτικά της πόλης που οριοθετείται από το χείμαρρο Ξηριά, to φυσικό μεγάλο στραγγιστικό αύλακα της πόλης, που κινδυνεύει από μπαζώματα και καταπατήσεις.

Αποτελείται από μια δημοτική ιδιοκτησία εμβαδού 21 στρ. και από μια ιδιωτική έκταση εμβαδού 32 στρ. η οποία είναι στη φάση της απαλλοτρίωσης. Στην περιοχή έχει κατασκευαστεί και θα λειτουργήσει σύντομα το κέντρο υποστήριξης αυτιστικών ατόμων, ενώ το εγκαταλειμμένο εργοστάσιο που υπάρχει, δεν είναι διατηρητέο.

Η περιοχή κατοικείται σε μεγάλο βαθμό από ROM με όλα τα στοιχεία υποβάθμισης που εμφανίζονται στις παρυφές των πόλεων, όπως χαμηλά εισοδήματα, φθηνές κατασκευές κλπ. Η παρέμβαση είναι αναγκαία τόσο λόγω της γεωγραφικής της θέσης, των κοινωνικοοικονομικών ανισοτήτων και της πολυδιάστατης οικιστικής της μορφής. Η περιοχή αποτελεί, επίσης, την μοναδική οικιστική διέξοδο του πολεοδομικού συγκροτήματος, καθώς ο όγκος του Πηλίου περιορίζει την επέκταση και η θάλασσα από το νότο στερεί διεξόδους στην πόλη.

Η απουσία δόμησης παρέχει δυνατότητα ελεύθερου σχεδιασμού, για ανάπτυξη ζώνης Γενικής Κατοικίας, με τις τυπικές χρήσεις που προβλέπουν τα σχετικά Π.Δ/τα και με όρους δόμησης: Συντ. δόμησης=0,8 ανώτατο Ύψος=8,50 μ. Στόχος του Δήμου, είναι η μελέτη ενός μοντέλου κατοικίας και η ανάπτυξη γραμμικού πάρκου κατά μήκος της όχθης, που θα προστατέψει, θα εξωραΐσει και θα λειτουργήσει σαν ζώνη αναψυχής.

Στην περιοχή μελέτης υπάρχουν ομάδες κατοίκων με διαφορετικά προφίλ, κουλτούρας και κοινωνικής κατάστασης, όπως οι ROM. Οι μελλοντικοί κάτοικοι της περιοχής θα είναι ένα μείγμα αυτών των διαφορετικών ομάδων.

Η περιοχή μελέτης είναι ένα αστικό κενό στο σχέδιο πόλης, που πρέπει να συνδεθεί με τις γύρω ενταγμένες στον αστικό ιστό περιοχές. Κι αυτό να γίνει τρόπο που να συνδυάσει χρήσης γης και διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, ενώ ταυτόχρονα να βελτιώσει και να προστατέψει το περιβάλλον, με έλεγχο της κυκλοφοριακής κίνησης του αυτοκινήτου.
 

Επιβλέπων: Τριανταφυλλίδης Γεώργιος

Αριθμός Αναφοράς: 12

 

Το θέμα της παρούσης διπλωματικής εργασίας είναι ένα κτιριακό συγκρότημα φιλοξενίας στην πόλη της Βέροιας. Το οικόπεδο εφαρμογής της μελέτης, βρίσκεται στις παρυφές του κέντρου της πόλης, στις όχθες του ποταμού Τριπόταμου, ο οποίος την διασχίζει. Η ευρύτερη περιοχή έχει χαρακτηριστεί ως περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους. Ταυτόχρονα, σε μικρή απόσταση από την περιοχή μελέτης, εντοπίζεται ο παραδοσιακός οικισμός της Μπαρμπούτας που κατά τον προηγούμενο αιώνα αποτελούσε την εβραϊκή συνοικία. Παράλληλα σε αυτό το κομμάτι της πόλης εγκαταστάθηκαν και οι πρόσφυγες από την Μικρά Ασία κατά το 1922.
Η ύπαρξη ενός συνεδριακού κέντρου Πανελλαδικής εμβέλειας σε συνδυασμό με το Βαλκανικό κέντρο Αρχιτεκτονικής, που ήδη βρίσκεται στην Μπαρμπούτα, δημιουργεί την ανάγκη για την κατασκευή ενός χώρου που θα μπορεί να καλύψει το υπάρχον κενό όσον αφορά την φιλοξενία ερευνητικών ομάδων, τη διεξαγωγή συνεδρίων και λοιπών εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Έτσι, στο κτιριολογικό πρόγραμμα, πέρα από του χώρους διημέρευσης προβλέπονται και χώροι εργασίας, καθώς επίσης και ένας εκθεσιακός χώρος και ένα αμφιθέατρο. Λόγω των χρήσεων που περιλαμβάνει το κτιριακό συγκρότημα, αποκτά και έναν δημόσιο χαρακτήρα αφού απευθύνεται όχι μόνο στις ερευνητικές ομάδες που φιλοξενούνται αλλά και στους κατοίκους της πόλης.
Η έρευνα της εργασίας επικεντρώθηκε κυρίως στην ένταξη του κτιριακού συγκροτήματος φιλοξενίας, σε ένα περιβάλλον όπου το φυσικό στοιχείο έχει μια πολύ έντονη παρουσία ενώ παράλληλα αποτελεί τμήμα αστικής αρχιτεκτονικής.

Επιβλέπων: Μανωλίδης Κωνσταντίνος

Αριθμός Αναφοράς: 43