Arch.Uth Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Arch.Uth UTH.gr English

Η επέμβαση ξετυλίγεται μέσα στον ποταμό Κραυσίδωνα στο Βόλο και στοχεύει στη δημιουργία μιας εύθραυστης κατάστασης ανάμεσα στις χρήσεις αστικής κλίμακας που υπάρχουν κατά μήκος της κοίτης του.

Το σχεδόν νερό είναι ένα παραμετρικό σύστημα που μεταβάλλεται ώστε να παραλάβει διαφορετικές λειτουργίες. Νερό γιατί επιχειρείται μια προσέγγιση του υδάτινου στοιχείου ως προς τη μορφή και τη ροή. Σχεδόν γιατί επιχειρείται η δημιουργία μιας ενδιάμεσης κατάστασης που μεταλλάσσεται, ακολουθώντας με κάποια απόκλιση την παρουσία και την απουσία του νερού και γιατί προτείνεται μια διαδοχή χρήσεων με την αναίρεση των αυστηρών ορίων, μια διαδοχή από το άχρηστο στο χρήσιμο, μια ανοιχτή μετάβαση από τη μια κατάσταση στην άλλη. Η μεταβλητή παρουσία του νερού, η ευθραυστότητα του τοπίου και η κομβική του θέση - ως ενδιάμεσος νεκρός χώρος - οδήγησε στην αναζήτηση μιας λιγότερο “κλειστής” κατάστασης. Ο εντοπισμός της έννοιας του χρόνου, τόσο λόγω της μεταβολής του προγράμματος όσο και της ασταθούς παρουσίας του νερού, οδήγησε στην ανάγκη του σχεδιασμού ενός συστήματος που μπορεί να μεταλλάσσεται είτε ακολουθώντας κάποιον κανόνα είτε καταστρατηγώντας τον. Αναζητείται η ελαστικότητα στη μορφή και στην ερμηνεία της χρήσης. Αναζητείται η ρευστότητα μέσα από τη μορφή, την εγγεγραμμένη ασυνέχεια και την εναλλαγή πύκνωσης και αραίωσης.

Επιβλέπουσα: Γαβρήλου Έβελυν

Αριθμός Αναφοράς: 311

 

    Η περιοχή της μελέτης μας βρίσκεται στο Δήμο Νέας Ιωνίας και εφάπτεται σε ένα ισχυρό γεωμορφικό στοιχείο της περιοχής που μελετάμε,το χείμαρρο Κραυσίδωνα που αποτελεί και το όριο με το Δήμο Βόλου.Το νότιο μέτωπο του οικοπέδου εφάπτεται με τον κεντρικό άξονα των δύο δήμων,ενώ τα άλλα δύο μέτωπα αντικρύζουν περιοχές που προορίζονται για την επέκταση της πολης και του οικισμού της Νέας Ιωνίας.Το γήπεδο έκτασης 50 στρεμμάτων έχει έδαφος σχεδόν οριζόντιο και ο προσανατολισμός του είναι διαγώνιος ως προς το βορρά.Κυρίαρχο στοιχείο που χαρακτηρίζει το ανάγλυφο είναι ο χείμαρρος Κραυσίδωνας,ο οποίος αποτελεί τη δυτική μεγάλη μισγάγγεια που διασχίζει το Βόλο-και προέρχεται από τα ρέμματα του Πηλίου,πλάτους 23 μ. και βάθους 4,5 μ στο σημείο επέμβασής μας.Το πολεοδομικό συγκρότημα των δύο Δήμων διασχίζεται από τις αυλακώσεις του κραυσίδωνα δυτικά και του Άναυρου ανατολικά που αποτελούν ισχυρή γεωμορφική παρουσία,η μορφολογία της οποίας(ευθυγραμμισμένα τμήματα και πλάτος τους) μαρτυρούν συστηματική ανθρώπινη παρέμβαση για την ασφαλή όδευση των ομβρίων προς τη θάλασσα.

    Επιλέξαμε ως θέμα της Διπλωματικής μας εργασίας τη μελέτη ενός σχολικού συγκροτήματος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στο οποίο περιλαμβάνονται οι πτέρυγες του Γυμνασίου και του Λυκείου με 20 συνολικά αίθουσες και άλλους 18 χώρους εργαστηρίων και ειδικών μαθημάτων.Επίσης περιλαμβάνονται και δύο χώροι Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης,από τους οποίους ο ένας μπορεί να λειτουργήσει και αυτόνομα,γυμναστήριο,βιβλιοθήκη,θέατρο,χώρος εστίασης,κυλικείο,ένας εκθεσιακός χώρος και χώροι πολλαπλών χρήσεων.Στον άυλιο χώρο αναπτύσσεται ένας βοτανικός κήπος με θερμοκήπιο,αθλητικές εγκαταστάσεις και ένας χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων.     

 Πιστεύουμε ότι η μελέτη ενός Σχολικού Συγκροτήματος της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ως θέμα για τη Διπλωματική μας,  μάς πρόσφερε τη δυνατότητα να δοκιμάσουμε και να δοκιμαστούμε στη σύνθεση των παραστάσεων που προσλάβαμε κατά τη διάρκεια των σπουδών μας, σε ένα τομέα που αισθανθήκαμε οικείο, ένα κτίριο παιδείας.

    Στον γενικό προβληματισμό που αναπτύξαμε για το θεσμό της εκπαίδευσης κατά τη διάρκεια της εργασίας μας θεωρήσαμε ότι το σχολικό συγκρότημα, μαζί με τη θεσμική του αποστολή μπορεί να αναπτύξει μια δυναμική σχέση με την κοινωνία ,ως πομπός διάχυτης παιδείας,φιλοξενώντας δραστηριότητες πολιτισμού και αθλητισμού,όργάνωσης σεμιναρίων και προώθησης του θεσμού της Δια Βίου Εκπαίδευσης.

Επιβλέποντες: Τριανταφυλλίδης Γεώργιος, Τσαγκρασούλης Aριστείδης

Αριθμός Αναφοράς: 260

 

 Αρχικά καταγράφεται η διαχρονική πορεία της ανάπτυξης της Θεσσαλονίκης, ως δείγμα συγκοινωνιακού-εμπορικού κόμβου μεταφόρτωσης αγαθών από χερσαίους και θαλάσσιους δρόμους. Αναδεικνύονται οι μεταβολές της δομής του αστικού ιστού κατά τη διάρκεια των ιστορικών περιόδων σε σχέση με τις πολιτικές κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που επικρατούν.
 Έμφαση δίδεται στο ρόλο των μεταρρυθμίσεων (Tanzimat) του 19ου αιώνα, στις συνέπειες της πυρκαγιάς τόσο του 1890 όσο και του 1917, στα αίτια της μη γενικευμένης εφαρμογής του σχεδίου Hébrard, και στη νέα πραγματικότητα που δημιουργεί η έλευση των προσφύγων την περίοδο 1922-1928. Αναδεικνύονται οι λόγοι και οι συνέπειες της εγκατάλειψης του συνολικού σχεδιασμού της πόλης με αποτέλεσμα μεταξύ άλλων την τραγική έλλειψη σε χώρους κοινωνικής υποδομής και πρασίνου.
 Αναλυτικά αναπτύσσονται οι γενικοί και ειδικοί στόχοι του Ρυθμιστικού Σχεδίου του 1985 σε όλους τους τομείς και οι επιμέρους επιλογές του. Διερευνώνται οι αναφορές στα στρατόπεδα του ΠΣΘ, ουσιαστικά τους μόνους ελεύθερους χώρους εντός του αστικού ιστού και ο ρόλος που τους αποδίδεται (κάλυψη αναγκών κοινωνικής υποδομής).
 Γίνεται απαρίθμηση των στρατοπέδων του ΠΣΘ (15), των επί μέρους χαρακτηριστικών τους, της χωρικής τους διάστασης και των κατευθύνσεων των αντίστοιχων Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων. Διερευνάται το θεσμικό πλαίσιο απομάκρυνσης των στρατοπέδων, τα προβλήματα που δημιουργεί και οι απόπειρες άμβλυνσης αυτών μέσω ενός συστήματος ανταλλαγών.
 Ο ρόλος των στρατοπέδων και η τρέχουσα πρακτική αυτοδιοικητικών και μη φορέων για την απόκτησή τους, εξετάζονται διεξοδικά αναδεικνύοντας σειρά αντιφατικών επιδιώξεων. Καταδεικνύεται η ανάγκη αλλαγής των επιλογών, σε ότι αφορά τις χρήσεις γης που προβλέπονται για τους χώρους των στρατοπέδων, λόγω διαφοροποίησης των συνθηκών και κυρίως της κάλυψης μέρους των αναγκών σε κοινωνική υποδομή παράλληλα με την έλλειψη ελεύθερων χώρων και ιδίως πρασίνου.
 Μετά την προσέγγιση μιας γενικότερης θεώρησης του θέματος «αστικό πράσινο» σε σχέση, αφ’ ενός με τις συνθήκες διαβίωσης και καθημερινότητας στη Θεσσαλονίκη και αφ’ ετέρου με τους ατμοσφαιρικούς ρύπους, τα αίτια δημιουργίας τους αλλά και τις μεθόδους περιορισμού τους, καταρτίζεται ένα ενιαίο πλαίσιο σχεδιασμού και παρέμβασης για τα στρατόπεδα.
 Το γενικευμένο πλαίσιο έχει στόχο τη βιωσιμότητα του Πολεοδομικού Συγκροτήματος συνολικά, βασίζεται στις αρχές της αειφόρου ανάπτυξης και κυρίως στον πυλώνα που σχετίζεται με το φυσικό περιβάλλον.
 Ουσιαστικά προτείνεται ο χαρακτηρισμός των στρατοπέδων του ΠΣΘ, που δεν έχουν δομηθεί, σε χώρους αστικού πρασίνου. Διατηρώντας μόνο τα αξιόλογα κτίσματα τα οποία θα μπορούν να παραλάβουν δραστηριότητες κοινής ωφέλειας. Ειδικότερα:
 Για τα στρατόπεδα που βρίσκονται στο ΒΔ τμήμα του ΠΣΘ: Ζιάκα (Δήμος Μενεμένης), Παπακυριαζή (Δήμος Ευόσμου), Μεγάλου Αλεξάνδρου (Δήμος Αμπελοκήπων), Παύλου Μελά (Δήμος Σταυρούπολης) και Καρατάσσου (Δήμος Πολίχνης), προτείνεται να μελετηθούν πλήρως οι δυνατότητες, οι αναγκαίες πολεοδομικές και κυκλοφοριακές ρυθμίσεις και οι απαιτούμενες ανατροπές για τη δημιουργία τόξου ελεύθερων χώρων.
 Για τα στρατόπεδα που βρίσκονται στο Κέντρο του ΠΣΘ και ειδικότερα Καπετάν Κώττα (πρώην 424 Στρατιωτικό Νοσοκομείο) και Πεδίο Άρεως του Δήμου Θεσσαλονίκης προτείνεται να ενταχθούν στο Πολιτιστικό Μητροπολιτικό Κέντρο (ΠΜΚ) και ειδικότερα στο εξαγγελθέν Μητροπολιτικό Πάρκο.
 Για τα στρατόπεδα που βρίσκονται ΝΑ του ΠΣΘ και ειδικότερα Φαρμάκη (Δήμος Θεσσαλονίκης), Κόδρα και Νταλίπη (Δήμος Καλαμαριάς), προτείνεται να μελετηθούν ως αυτόνομοι πυρήνες.
 Από το γενικό στο ειδικό και από το ΠΣΘ με τα στρατόπεδά του, στην Καλαμαριά με το Κόδρα.
 Πέραν της πρώτης εγκατάστασης προσφύγων στο στρατόπεδο Κόδρα και τη μετέπειτα δημιουργία της Καλαμαριάς, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ιδιοκτησιακό καθεστώς του στρατοπέδου (αναγνωρισμένες τελεσίδικα ιδιοκτησίες ιδιωτών και ΚΕΔ).
 Προσεγγίζεται το ΓΠΣ Καλαμαριάς του 1987 και του 1999, η ακύρωση του τελευταίου ως προς το Κόδρα από το ΣτΕ και κυρίως η αιτιολογία της ακύρωσης που ουσιαστικά προστατεύει τη χρήση «χώρος πρασίνου» από συνοδευτικές δραστηριότητες (αθλητισμός, πολιτιστικά) που ακυρώνουν την πρωταρχική χρήση.
 Καταγράφονται τα αλλεπάλληλα ρυμοτομικά σχέδια του Κόδρα και οι ρυθμίσεις του ΥΠΠΟ, καθώς και η συσχέτισή τους με την επικαιρότητα (Πολιτιστική Πρωτεύουσα, Ολυμπιακοί Αγώνες).
 Παρουσιάζεται αναλυτικά ο Αρχιτεκτονικός Διαγωνισμός του 1994 από την προκήρυξη μέχρι τις μελέτες που ακολούθησαν τις βραβεύσεις και επισημαίνονται τα αίτια της μη υλοποίησής τους. Καταγράφονται τέλος οι επί του θέματος απόψεις του Δήμου Καλαμαριάς.
 Με βάση το ενιαίο πλαίσιο σχεδιασμού και παρέμβασης για τα στρατόπεδα του ΠΣΘ καταρτίζεται ειδικό πλαίσιο σχεδιασμού και παρέμβασης για το Κόδρα που αφορά θεσμικές και μεθοδολογικές επιλογές ρυθμίσεων του συγκεκριμένου χώρου.
Μετά την καταγραφή των διατηρητέων κτισμάτων και των αντίστοιχων που επιλέγονται προς διατήρηση και τους επακόλουθους υπολογισμούς των ποσοστών κάλυψης και εκμετάλλευσης, ώστε να είναι μικρότερα ακόμη και από τα σημερινά, κατατίθεται σχεδιαστική πρόταση.
 Η πρόταση, επιπέδου αστικού σχεδιασμού, εντάσσεται τόσο στο ενιαίο πλαίσιο σχεδιασμού και παρέμβασης για τα στρατόπεδα του ΠΣΘ όσο και στο ειδικό πλαίσιο για το Κόδρα, στοχεύοντας στην αειφόρο ανάπτυξη του αστικού ιστού.
 Ειδικότερα, θεμελιώδης αρχή της σχεδιαστικής πρότασης αποτελεί η δημιουργία πάρκου πρασίνου, πνεύμονα ζωής, με πορείες-διαδρομές περιπάτου και αναψυχής, τόπου πολιτιστικής και καλλιτεχνικής δημιουργίας και περιβαλλοντικής ευαισθησίας.
Στόχος είναι ο χώρος του πρώην στρατοπέδου Κόδρα να παραμείνει αδόμητος, αδιαίρετος και προσπελάσιμος, γι’ αυτό άλλωστε προτείνεται η μεγιστοποίηση της επιφάνειας φύτευσης. μακριά από τη λογική της οικοπεδοποίησης και της ανοικοδόμησης. Επιπλέον, στόχος είναι να αξιοποιηθούν τα διατηρητέα κτίσματα με ιστορική και αρχιτεκτονική αξία, ως μνημεία της νεότερης ιστορίας τόσο της πόλης όσο και του συγκεκριμένου χώρου.
 Όλες οι διαμορφώσεις προκύπτουν από διεξοδική μελέτη της υφιστάμενης κατάστασης, του υπάρχοντος πρασίνου, των χαράξεων, του ίχνους του ρέματος και του αρχαιολογικού χώρου. Μετά πολλές και διαφορετικές διαγραμματικές προσεγγίσεις, οριστικοποιείται σταδιακά η πρόταση επιλέγοντας νέες πορείες-μονοπάτια, πλατείες, πλατώματα, τεχνητή λίμνη, ενισχύοντας τις ζώνες χλωρίδας, επαναπροσδιορίζοντας τη σχέση άνθρωπος - φύση και ειδικότερα τη σχέση άνθρωπος - πράσινο - υδάτινο στοιχείο.
 Οργανώνονται διακριτές ζώνες πρασίνου. Η μεταβατική ζώνη κατά κύριο λόγο ενώνει – οριοθετεί - διαχωρίζει το πάρκο από τις οδικές αρτηρίες, με διαμορφώσεις υψηλού πρασίνου και δασύλλια. Το εσωτερικό του πάρκου, που αποτελεί τον κορμό του πνεύμονα πρασίνου εμπλουτισμένο με διάσπαρτες μικρές εγκαταστάσεις εξυπηρέτησης, διαμορφώνεται κυρίως με χαμηλό πράσινο.
 Πρόκειται για εκτάσεις χαμηλής βλάστησης σε γραμμικές διατάξεις, μικρά αλσύλλια, ρέμα και τεχνητή λίμνη με υδρόβια φυτά, ανοιχτούς χώρους - πλατείες με κιόσκια και καθιστικά για στάση – ξεκούραση – παιχνίδι - πολιτιστικές εκδηλώσεις. Αξιοποιείται ο αρχαιολογικός χώρος και αναδεικνύεται η προσβασιμότητα σ’ αυτόν.
 Διαρρυθμίζονται οι είσοδοι υποδοχής στο πάρκο και σταδιακά διασπείρονται οι χρήσεις αναψυχής και πολιτισμού εντός αυτού. Στις διαφορετικές ζώνες πρασίνου χαράσσονται πεζόδρομοι περιπάτου και ποδηλατόδρομοι που υλοποιούνται με χρήση φυσικών υλικά. Τα οχήματα συντήρησης και έκτακτης ανάγκης μπορούν να χρησιμοποιούν αυτές τις διαδρομές. Τα λοιπά οχήματα αποκλείονται τελείως από το εσωτερικό του πάρκου.
Πέρα από τα συμβατικά σχέδια και τα διαγράμματα, ακολουθεί πειραματισμός με ποικίλους εναλλακτικούς τρόπους έκφρασης, βασισμένους στις αρχές του χειροποίητου (handmade), της χειροτεχνίας (craft), της κουρελού-του μπαλώματος (patchwork), του υφάσματος-κατασκευάσματος (fabric), του κολλάζ (collage), των επάλληλων στρωμάτων (layers), του επιμέρους αντικειμένου (part object) και του αποσπασματικού (fragment).
 Ανακεφαλαιώνοντας, το Στρατόπεδο Κόδρα διαμορφώνεται σε πνεύμονα πρασίνου με χαρακτήρα αστικού πάρκου αναψυχής, εμπλουτισμένου με λειτουργίες πολιτισμού και ήπιες δραστηριότητες που δε θα επιβαρύνουν το περιβάλλον. Τελικά προκύπτει ένα μητροπολιτικό αστικό πάρκο, ένας ελεύθερος χώρος ευέλικτος στη χρήση και φιλικός στους πολίτες.

Επιβλέποντες: Τζιρτζιλάκης Γιώργος, Ταράνη Παρασκευή

Αριθμός Αναφοράς: 282

 

 Η παρούσα διπλωματική εργασία ασχολείται με το σχεδιασμό ενός σχολικού συγκροτήματος στο Βόλο και συγκεκριμένα σε μια περιοχή αμιγούς κατοικίας που αποτελεί προέκταση του κέντρου της πόλης. Το οικόπεδο έχει έκταση 19,428 τ.μ. και φιλοξενεί σήμερα το Παγκύπριο Διδακτήριο που χτίστηκε το 1956, καθώς και ένα νηπιαγωγείο στο νότιο τμήμα του. Ωστόσο το οικόπεδο θεωρήθηκε γυμνό και διαθέσιμο, καθώς ο διαχωρισμός του σε δύο τμήματα και η ογκώδης αρχιτεκτονική του υπάρχοντος κτιρίου δε συμβάδιζαν με τους στόχους της πρότασης. Αρχική επιδίωξή μας ήταν, λοιπόν, η αντιμετώπιση του οικοπέδου συνολικά και η δημιουργία ενός κτιριακού συγκροτήματος που θα αξιοποιεί όσο το δυνατόν καλύτερα τα όρια και την έκταση του εδάφους και θα λειτουργεί με αυτό σαν ένας οργανισμός. Δεύτερος στόχος μας ήταν η δημιουργία ενός σχολείου που να απευθύνεται σε όλη την κοινότητα (κοινοτικό σχολείο), χάρη στην ύπαρξη βιβλιοθήκης, θεάτρου, κολυμβητηρίου, κέντρου Η/Υ. Για τους λόγους αυτούς επιλέχθηκε η λύση του σχολείου - χωριού (campus), που αποτελεί μικρογραφία της πόλης και αναπτύσσεται στο οικόπεδο με βάση τις χαράξεις του αστικού τοπίου περιμετρικά. Τα κτίρια που συγκροτούν τη μικρόπολη αυτή, ενοποιούνται χάρη σε ένα ενιαίο στέγαστρο που αποτελεί ουσιαστικά επανάληψη του εδάφους στα +9,5 μέτρα (πολλαπλά επίπεδα). Επιπλέον, ήταν επιθυμητός ο διαχωρισμός των καθαρά σχολικών λειτουργιών (αίθουσες διδασκαλίας) από αυτές που θα απευθύνονταν σε όλα τα μέλη της κοινότητας. Έτσι οι κοινόχρηστες λειτουργίες τοποθετήθηκαν στα ισόγεια κτίσματα και οι καθαρά σχολικές στους ορόφους. Ο διαχωρισμός είναι εμφανής χάρη σε δύο διαφορετικά λεξιλόγια που υπαγορεύουν την οργάνωση, από τη μία των ισογείων (που οργανώνονται περιμετρικά του οικοπέδου αξιοποιώντας τα όρια) και από την άλλη των ορόφων (που αναπτύσσονται πάνω σε ένα νοητό υπό-σύστημα δρόμων που προέκυψε από τις χαράξεις του οδικού δικτύου περιμετρικά). Η διαφοροποίηση των δύο επιπέδων τονίζεται και με τη χρήση διαφορετικών υλικών (εμφανές σκυρόδεμα για τα ισόγεια κτίσματα, μέταλλο για τους ορόφους), για να δημιουργηθούν, τελικά, δύο όμοια, όσο και διαφορετικά συστήματα (έδαφος - ισόγεια, στέγαστρο - όροφοι), που αγγίζονται, χωρίς ωστόσο να συνδέονται.

Επιβλέποντες: Κοτιώνης Ζήσης, Πανηγύρης Κωστής

Αριθμός Αναφοράς: 266

 

 Αντικείμενο της παρούσας διπλωματικής μελέτης αποτελεί η περιοχή ανάμεσα, στην οδό Κασσάνδρου(κάτω όριο) και Ολυμπιάδος(άνω όριο). Η περιοχή αποτελεί ένα όριο κατά την μετάβαση από το κέντρο πόλης προς την Άνω πόλη και αντίστροφα. Κύριος στόχος της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι να παρουσιαστεί μια πρότασή επαναχάραξης της περιοχής μελέτης κυρίως σε επίπεδο αστικού σχεδιασμού. Παράλληλα δίνεται έμφαση στην αναδιοργάνωση του αστικού ιστού με σκοπό την εξυγίανση των δημόσιων χώρων. Επιδιώκεται η εξομάλυνση του δομημένου χώρου, και η μεταφορά στοιχείων της Άνω πόλης και του κέντρου πόλης, εντός της περιοχής μελέτης, με απώτερο σκοπό η περιοχή να λειτουργεί τελικά όχι ως όριο μεταξύ των δυο περιοχών αλλά ως μια μεταβατική ζώνη μέσα στον αστικό ιστό. Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στην ομαλή ροή κινήσεων των πεζών, σε επίπεδο ισογείου, κατασκευάζοντας ένα δίκτυο πεζόδρομων, το οποίο ενώνει τα τοπόσημα της περιοχής με κομβικά σημεία και βασικούς άξονες κίνησης της πόλης. Ταυτόχρονα γίνεται ανακατανομή και ενδυνάμωση των χρήσεων γης, σε καίρια σημεία της πρότασης, ενώ ενισχύεται η αυτόνομη κατοικία. Σε ότι αφόρα τις τελευταίες μετεξελίσσονται σε διαμερίσματα υπό τη μορφή εσωτερικών ζωνών και επανεμφανίζονται σε ανώτερα επίπεδα των πολυκατοικιών μεταφέροντας έτσι, τα χαρακτηριστικά του ισογείου και του δρόμου, εντός τους.

Επιβλέποντες: Βυζοβίτη Σοφία, Θερμός Κίμων

Αριθμός Αναφοράς: 267

 

 Η διπλωματική εργασία έχει ως θέμα τη δημιουργία φοιτητικών εστιών στο Βόλο. Σκοπός της λειτουργίας των εστιών είναι η παροχή διευκολύνσεων και καλύτερων συνθηκών διαβίωσης των φοιτητών κατά τη διάρκεια των σπουδών τους. Έτσι ενισχύεται η θέση των νέων που προέρχονται από ασθενέστερα στρώματα, διότι τους παρέχεται όχι μόνο διαμονή και διατροφή στις εστίες, αλλά και ένα πλαίσιο αθλητικών, ψυχαγωγικών και πνευματικών δραστηριοτήτων.
 Η συμβολή του θεσμού των φοιτητικών εστιών στη διευκόλυνση των φοιτητών που προέρχονται από δυσμενή στρώματα είναι σημαντική και κατοχυρώνει την ίση αντιμετώπιση απέναντι στη πορεία των νέων προς απόκτηση μιας ταυτότητας. Παρά αυτά ο τρόπος με τον οποίο έχει νομοθετηθεί και λειτουργεί ο θεσμός αυτός, μέσω της παροχής στέγασης σε ανθρώπους που προέρχονται από συγκεκριμένα οικονομικά στρώματα οδηγεί άθελα μεν αναμφισβήτητα δε σε μια περιθωριοποίηση των φοιτητικών εστιών και των ένοικων τους. Η φοιτητική εστία οφείλει και πρέπει να αντιπροσωπεύει μια ιδεαλιστική μικρογραφία της κοινωνίας στην οποία επιτυγχάνεται ελεύθερη διακίνηση απόψεων και ιδεών, συλλογική και κοινωνική συνείδηση, πνευματική και σωματική εγρήγορση, όπου η κοινωνική και οικονομική καταγωγή του καθενός δεν θα αποτελεί παράμετρο. Για να επιτευχθεί αυτό απαιτείται μια ποικιλομορφία ανθρώπων η οποία μπορεί να γίνει με τη διαμονή στα κτίρια των φοιτητικών εστιών σε όσους το επιθυμούν άσχετα με την οικονομική κατάσταση τους, σε συνδυασμό με το σχεδιασμό και κατασκευή φοιτητικών εστιών που να προάγουν τη κοινωνικότητα. Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε τη κατασκευή μεγάλου αριθμού φοιτητικών εστιών πράγμα αδύνατο βάσει του προϋπολογισμού που διαχειρίζεται το Ε.Ι.Ν.
 Η εφαρμογή ενός σεναρίου όπως η θέσπιση ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού εντός του πανεπιστημίου που θα αναλάμβανε τη κατασκευή και οικονομική διαχείριση των φοιτητικών εστιών συλλέγοντας πόρους από την ενοικίαση των δωματίων σε φοιτητές χωρίς οικονομική δυσχέρεια και να παρέχει δωρεάν στέγαση και σίτιση στους οικονομικά ασθενέστερους θα οδηγούσε σε μια εξισορρόπηση της πληθυσμιακής ταυτότητας των ένοικων. Το οικονομικό ποσό που θα πρόεκυπτε από την ενοικίαση θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στη συντήρηση των κτιρίων και στη χρηματοδότηση νέων.

Επιβλέπων: Παπαδόπουλος Λόης-Θεολόγος

Αριθμός Αναφοράς: 278

 

 Το θέμα της διπλωματικής εργασίας, αφορά την δημιουργία φοιτητικής εστίας και εργαστηρίων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στην πρώην Α.Θ.Ο.Ε. (Ανώνυμη Θεσσαλική Οινοπνευματική Εταιρεία) στη συνοικία Αγ. Αναργύρων του Βόλου. Η περιοχή μελέτης επικεντρώνεται σε ένα επίπεδο οικόπεδο 33 στρεμμάτων επί των οδών Κολοκοτρώνη, Παπαδιαμαντοπούλου, Οικονόμου και Άθωνος Τριγκώνη και αποτελεί έναν από τους ελάχιστους ενιαίους σε έκταση χώρους μέσα στον πυκνοδομημένο και κατακερματισμένο πολεοδομικό ιστό.
 Ως παλιό βιομηχανικό κτίριο αποτελεί ζωντανό πολιτιστικό μνημείο που χρειάζεται προστασία και μπορεί να αναλάβει νέες χρήσεις προσφέροντας καινούργιους λειτουργικούς χώρους, αλλά με σεβασμό στην ταυτότητά τους.
 Για το λόγο αυτό η επέμβασή μας έγκειται στην επανάχρηση του πρώην βιομηχανικού συγκροτήματος παραγωγής οινοπνεύματος από εστία μολύνσεως του σε εργαστήρια των σχολών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και στην ανέγερση της φοιτητικής εστίας , χρήσεων που η πόλη έχει έλλειψη εντάσσοντας το ενεργά στους σύγχρονους ρυθμούς της και επαναφέροντας του την υπόσταση ενός τοπόσημου.

Επιβλέποντες: Γαβρήλου Έβελυν, Τσαγκρασούλης Aριστείδης, Φιλιππιτζής Δημήτρης

Αριθμός Αναφοράς: 283

 

 Η έννοια του Δημαρχείου στην ψηφιακή εποχή. Ο ρόλος του. Το δημόσιο κτίριο, εκτός του κοινωνικού του προορισμού, τακτοποιείται ως σύμβολο στην πόλη και λειτουργεί αναπόφευκτα ως αρχιτεκτονικό πρότυπο με σημαντικό παιδευτικό ρόλο. Η πόλη δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς δημόσια κτίρια και τα δημόσια κτίρια, χωρίς την πόλη.

Είναι όμως το δημόσιο κτίριο απλά ένας υποδοχέας δράσεων και γεγονότων ή μήπως και το ίδιο ως χωρική οντότητα δημιουργεί με τη σειρά του νέες δράσεις, τροφοδοτεί νέα γεγονότα; Η σχέση κτιρίου-πόλης είναι αμφιμονοσήμαντη, δυναμική και απρόβλεπτη.

Στη σχεδιαστική πρόταση προσπαθεί να γίνει η σχέση αυτή ευεργετική μέσα από τη λειτουργική ώσμωση. Στην υποβαθμισμένη Δυτική Θεσσαλονίκη, το κτίριο – Δημαρχείο, δέχεται έναν χαρακτήρα εμβληματικό ή καλύτερα δυναμικό, όπως η δυναμική της κοινωνίας που επιθυμεί να αλλάξει δραστικά το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζει.

Βασική μου πρόθεση, λοιπόν, είναι ένα κτίριο-κοινωνικός πυκνωτής, με δυνατότητες για πολλαπλές χρήσεις, ανοίγοντας το κτίριο προς την κοινότητα, ως ένας ζωντανός οργανισμός, που μεταλλάσσεται, επανερμηνεύεται συνεχώς και αναδημιουργείται εξαιτίας των δράσεων που πραγματοποιούνται σε αυτόν.

Επιβλέπων: Στυλίδης Ιορδάνης

Αριθμός Αναφοράς: 293