Arch.Uth Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Arch.Uth UTH.gr English

 Το έρημο και εγκαταλειμμένο τοπίο των ταρατσών έχει ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά που αποπνέουν ενίοτε μια γοητεία. Με πρόθεση τη χρήση της ταράτσας, γίνεται μια προσπάθεια ανασύνθεσης του κτισμένου χώρου και δημιουργίας κατασκευών που θα προστατεύουν από τις δύσκολες καιρικές συνθήκες (ήλιος, αέρας, βροχή) αλλά και θα διατηρούν την ιδιαίτερη φυσιογνωμία της. Η μέθοδος ανασύνθεσης είναι το κολλάζ. Αντικείμενα που φωτογραφήθηκαν σε ταράτσες συνδέονται μεταξύ τους και ανασυντάσσονται, συγκροτώντας ένα νέο περιβάλλον πάνω απ’ την πόλη.

Επιβλέπων: Μανωλίδης Κωνσταντίνος

Αριθμός Αναφοράς: 316

 

 H διπλωματική εργασία διερευνά τρόπους παρέμβασης στην περιοχή του Μεταξουργείου στην Αθήνα θέτοντας ως στόχο την ενδυνάμωση της συνύπαρξης των στοιχείων της διαφορετικότητας (χρονικής, χωρικής, λειτουργικής, πολιτισμικής) που ήδη ενυπάρχουν στον χώρο. Ταυτόχρονα, διερευνά τις επιπτώσεις της εφαρμογής τους στη φυσιογνωμία της περιοχής, αλλά και της Αθήνας γενικότερα στο βαθμό που η περιοχή αποτελεί τμήμα του ιστορικού της κέντρου. Ως δεδομένα λαμβάνονται ο σημερινός χαρακτήρας της περιοχής και η γενικότερη διάθεση της πολιτείας για την αναβάθμισή της ως περιοχή κατοικίας του ιστορικού κέντρου, με την ταυτόχρονη ανάδειξη των αρχαιολογικών χώρων (Δημόσιο Σήμα, Ιερά Οδός) στα πλαίσια του προγράμματος της Ε.Α.Χ.Α., καθώς και των τεκμηρίων της πρόσφατης ιστορίας της περιοχής (γειτονιά 19ου-20ου αιώνα, εργοστάσιο Μεταξουργείου).
Στην ανάλυση και αναγνώριση της υφιστάμενης κατάστασης της περιοχής λαμβάνονται υπόψη μια ποικιλία παραμέτρων ώστε να προσεγγισθεί πιο συνολικά ο έντονος χαρακτήρας της. Εξετάζεται η θέση της περιοχής μέσα στο πολεοδομικό συγκρότημα της Αθήνας και ο βαθμός συσχετισμού της με την ευρύτερη περιοχή της πρωτεύουσας και με κρίσιμες θέσεις εμβέλειας επιπέδου πόλης (αρχαιολογικός χώρος Κεραμεικού, Τεχνόπολις-Γκάζι, Ομόνοια, Ψυρρή – Πλάκα – Μοναστηράκι, Βοτανικός). Καταγράφεται η ιστορική διάσταση της περιοχής από την αρχαιότητα έως σήμερα, ο τρόπος ένταξής της στα σχέδια της πρωτεύουσας του νέου ελληνικού κράτους και η εξέλιξη της κατά τη διάρκεια του 19ου και 20ου αιώνα. Προσεγγίζεται η κοινωνική και ανθρωπολογική διάσταση της περιοχής όπως διαμορφώνεται σήμερα και οι διαφορετικές ομάδες που τη συναποτελούν μέσα στα πλαίσια της μετανάστευσης, της εγκατάλειψης και απαξίωσης του κέντρου αφενός και της ταυτόχρονης εποίκισής από τα μεσαία ή μεγάλα εισοδηματικά στρώματα αφετέρου. Προσεγγίζονται, επίσης, ζητήματα πολεοδομικού ιστού και οικοδομικού τετραγώνου, καθώς και της διαδικασίας παραγωγής τους στο χώρο και το χρόνο. Στο πλαίσιο αυτό, διερευνώνται φυσικά, ιστορικά, αρχαιολογικά και πολεοδομικά ίχνη, κατάλοιπα-προϊόντα ενός παρελθόντος χρόνου των οποίων η λανθάνουσα παρουσία ενυπάρχει στο χρόνο του τώρα συντελώντας στη διαμόρφωση του σημερινού χαρακτήρα της περιοχής.
Στη σχεδιαστική πρόταση οδηγούν τα συμπεράσματα της ανάλυσης. Διερευνώνται τρόποι διαχείρισης του αστικού ιστού προκειμένου να προσδιορισθεί ο παραγόμενος χώρος μέσα από τα εν δυνάμει δομημένα (οικοδομικό τετράγωνο, ελεύθερο κτήριο) ή αδόμητα (δρόμος, πλατεία) στοιχεία του χώρου. Επιχειρείται η διερεύνηση και ο έλεγχος των συγκρουσιακών σχέσεων που αναπτύσσονται μεταξύ των επιμέρους στοιχείων του χώρου, έτσι ώστε η κάθε διαφοροποίηση ενός στοιχείου να συνοδεύεται από ανάλογες μεταβολές των υπόλοιπων στοιχείων με στόχο την επανάκτηση της ισορροπίας του συστήματος. Προσδιορίζονται γενικές και επιμέρους χαράξεις του ιστού, καθώς και συνδέσεις σημείων ειδικού ενδιαφέροντος. Ως κρίσιμες θέσεις της περιοχής ορίζονται δύο ζώνες εγκάρσιες στην Πειραιώς: η Πλατεία Γιατράκου με το κτήριο του Μεταξουργείου και η ζώνη που ταυτίζεται με το Δημόσιο Σήμα της αρχαίας πόλης. Ωστόσο, εξίσου κρίσιμη αποτελεί η περιοχή που παρεμβάλλεται μεταξύ των δύο ως περιοχή μετάβασης.
Η προβληματική που εμπεριέχεται στην πρόταση αφορά την συνύπαρξη στο χώρο και στο χρόνο στοιχείων που έχουν παραχθεί σε διαφορετικό μεταξύ τους χρόνο, μέσα σε διαφορετικά κοινωνικά και πολιτισμικά πλαίσια δεδομένου ότι η περιοχή συγκροτεί ένα παλίμψηστο. Στόχο αποτελεί η σύγχρονη ανάγνωση του αστικού χώρου μέσα από αυτά τα στοιχεία της διαφορετικότητας.

Επιβλέποντες: Ζαρκιά Κορνηλία, Θερμός Κίμων

Αριθμός Αναφοράς: 265

 

Η Διπλωματική Εργασία αφορά στην επίλυση ενός Πλανητάριου στην πόλη του Βόλου, στη συμβολή των οδών Δημητριάδος και Φιλελλήνων, στη θέση όπου ήδη ανεγείρεται ένα κτίριο στάθμευσης αυτοκίνητων.
Η κεντρικότητα αυτής της θέσης μέσα στο πλέγμα των χρήσεων της αγοράς, της εκπαίδευσης (Πανεπιστήμιο ) και της αναψυχής, στη συμβολή των μεγάλων αρτηριών της πόλης με τον άξονα του παραλιακού περιπάτου και του πάρκου όπως και το άνοιγμά της στη θέα του Παγασητικού καθιστούν το συγκεκριμένο γήπεδο απολύτως κατάλληλο για την εγκατάσταση του Πλανητάριου καθώς και για την υποδοχή εκθέσεων, επίσημων εκδηλώσεων και χρήσεων ελεύθερου χρόνου.

Το προτεινόμενο κτίριο περιλαμβάνει χώρους και υπηρεσίες καθημερινής εισροής και εκροής πληροφοριών ώστε να διασφαλίζεται η συνέχεια της σχέσης του με τους κατοίκους της πόλης.

Το λειτουργικό Πρόγραμμα του κτιρίου περιλαμβάνει:

- ένα πλανητάριο 80 θέσεων με εσωτερική διάμετρο 12 μ. και κλίση 22º
- μια ψηφιακή βιβλιοθήκη
- τέσσερις αίθουσες εργαστηρίων δημιουργίας ή/και αναπαραγωγής έργων
- δυο μεγάλες αίθουσες 450 και 350 τμ αντίστοιχα, όπου θα μπορούν να εκτίθενται και έργα των παραπάνω εργαστηρίων
- αίθουσες αναψυχής (εστιατόριο, μπαρ)


Κρίσιμο στοιχείο του Προγράμματος αποτελεί η πρόβλεψη μιας μικρής συμβολικής πλατείας, στην οποία θα εκβάλλουν οι κινήσεις των κεντρικών οδών Δημητριάδος και Πολυμέρη.

Το ύψος του νέου κτιρίου - ιδιαίτερα μεγάλο για τα δεδομένα της πόλης - όπως και η δομή του στατικού φορέα που προτείνεται - μεταλλικό δικτύωμα που παραπέμπει στην πρόσφατη παράδοση της βιομηχανικής αρχιτεκτονικής της πόλης - καθιστούν το νέο κτίριο αναγνωρίσιμο οπτικό σήμα και πολεοδομικό τοπόσημο που οργανώνει τις κινήσεις και τις αξίες αστικότητας αυτής της περιοχής του κέντρου.

Επιβλέπων: Παπαδόπουλος Λόης-Θεολόγος

Αριθμός Αναφοράς: 257

 

Η παρούσα διπλωματική εργασία διαπραγματεύεται  το θέμα της αστικής πολυκατοικίας.

Η μελέτη επικεντρώνεται στις χωρικές συνθήκες που έχουν δημιουργήσει τα κτήρια των πολυκατοικιών, καθώς και στις χωρικές συνθήκες που αφορούν τις σύγχρονες ανάγκες κατοίκησης και του σύγχρονου αστικού χώρου.

Το αποτέλεσμα της εργασίας είναι η σχεδιαστική προσέγγιση ενός καινούργιου κτηρίου πολυκατοικίας .

Επιβλέπων: Πανηγύρης Κωστής

Αριθμός Αναφοράς: 254

 

 Η ιδιαίτερη συνθήκη που γεννά η διέλευση ενός ποταμού από κάποιο τόπο αποτέλεσε αφορμή για την σχεδιαστική διερεύνηση ενός χώρου που φιλοδοξεί να αποτελέσει πεδίο ενίσχυσης των ιδιοτήτων του νερού (βάρος ,άνωση), και της συμπεριφοράς του (κίνηση, ρευστότητα) με στόχο τον πολλαπλασιασμό των εμπειριών που αυτές μπορούν να μεταδώσουν στον επισκέπτη. Η συμμετοχή του νερού είναι βασικός άξονας σε εννοιολογικό και σε σχεδιαστικό επίπεδο και η δράση του ενσωματώθηκε τόσο στην διαδικασία μορφοποίησης όσο και στον τρόπο λειτουργίας του συνθετικού χώρου.

Επιβλέπων: Παπαδόπουλος Λόης-Θεολόγος

Αριθμός Αναφοράς: 314

 

 Σε εξέλιξη του ερευνητικού μου θέματος, πραγματοποιείται μια βαθύτερη προσέγγιση στο Ρέμα Χαλανδρίου. Στον αστικό ιστό, συνήθως αντιλαμβανόμαστε ένα φυσικό τοπίο ως μία “παρένθεση”, ως ένα “κενό” στη συνέχεια του.

 Ένα “φυσικό κενό” στον ανθρώπινο παρεμβατισμό, που εκφράζεται με τη συνεχή ανάπτυξη του αστικού ιστού. Μέσα στις προθέσεις μου είναι η ρεματιά να τοποθετηθεί και πάλι στην “καρδιά” της πόλης του Χαλανδρίου, τονίζοντας το νερό, που το θεωρώ ως κυρίαρχο στοιχείο της, ανοίγωντας την οπτικά στον αστικό ιστό και φανερώνοντας την. Εργάζομαι λοιπόν, σε δύο επίπεδα, αφενός στο εσωτερικό της ρεματιάς με τα προϋπάρχοντα στοιχεία (βλάστηση, νερό, περιβόλια) και αφετέρου ενεργοποιώντας και συνδέοντας προϋπάρχουσες δημόσιες χρήσεις που συνορεύουν με το ρέμα.

 Η τελική πρόταση έχει σκοπό την επανατοποθέτηση της ρεματιάς στην «καρδία» της πόλης και η πρόταση θα συμβάλλει στον τρόπο που η ρεματιά θα αρχίσει να δείχνει πιο “προσιτή” και “φιλική” για επίσκεψη από τους πολίτες. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί μέσω των γενικών στοιχείων της πρότασης μου: συνεχείς διαδρομές (από την αρχή ως το τέλος της περιοχής μελέτης) και προσβάσιμες από όλους (κλίση ραμπών 6-7%), άμεσες προσβάσεις από το ύψος της πόλης σε πολλαπλά σημεία, αναψυχή, ψυχαγωγία, παροχή πολιτιστικών εκδηλώσεων και εκδηλώσεων πολιτισμού μέσω του νέου θεάτρου, κολύμβηση, παιχνίδι στην περιοχή με άμμο, δροσιά και αντιπλημμυρική προστασία.

 Η πρόταση, έχει σκοπό τον επαναπροσδιορισμό της σχέσης του φυσικού τοπίου που παρεμβάλλεται μέσα στον αστικό ιστό. Δημιουργεί χρήσεις για τους πολίτες, με τις ελάχιστες κινήσεις, με σκοπό όχι την δημιουργία ενός «πλαστικού» σκηνικού θεάτρου - «ευφρανσης της καρδίας», αλλά με σκοπό την έμπρακτη ενασχόληση με το τοπίο και «επιστροφή» του αστού στην φύση, ακόμη και αν το φυσικό τοπίο είναι μια παρένθεση στην πόλη που κατοικεί και εργάζεται. Απότερος σκοπός είναι η τοποθέτηση της φύσης και πάλι στην καθημερινότητα των αστών και της επαναδιαπραγμάτευσης της σχέσης των αστών με τη φύση.

Επιβλέπουσα: Κουζούπη Ασπασία

Αριθμός Αναφοράς: 281

 

Η παρούσα διπλωματική εργασία έχει ως αντικείμενό της την κατασκευή τριών κατοικιών στις Μηλιές Πηλίου.
Η επιλογή του θέματος συνδέεται άρρηκτα με τις προσωπικές παιδικές αναμνήσεις της συγγραφέα. Οι εικόνες από το παλιό οικογενειακό σπίτι στις Μηλιές είναι αυτές που ζωντάνεψαν μέσα της την επιθυμία για μόνιμη μελλοντική εγκατάσταση στο συγκεκριμένο χωριό. Η εργασία αποτελεί την πρώτη απόπειρά της να πραγματώσει αυτό το όνειρο. Σε κάθε επίσκεψη στο παλιό σπίτι γεμίζει με αναμνήσεις όπως αυτή της οικογένειας μαζεμένης γύρω από το ξύλινο τραπέζι. Η πιο έντονη όμως αίσθηση -ηρεμίας και ασφάλειας- είναι αυτή που της προξενεί το εσωτερικό του σπιτιού, το οποίο φέρνει στο νου τις προσωπικές γωνιές που δημιουργούσε σε διάφορα σημεία του, όπως το ξύλινο περβάζι στο δωμάτιο της γιαγιάς ή τα ντιβάνια γύρω από το τζάκι. Αυτές λοιπόν οι αναμνήσεις έγιναν ένα είδος κληρονομιάς- παρακαταθήκης που την παρακίνησαν στο να πραγματοποιήσει την εργασία που ακολούθως περιληπτικά παρουσιάζεται.
Αρχικά γίνεται μια σύντομη ιστορική, γεωγραφική, πολιτική, οικονομική και κοινωνική αναδρομή στον τόπο και τις ιδιαίτερες συνθήκες που συνθέτουν τον χαρακτήρα του. Οι Μηλιές αποτελούσαν εξ αρχής ένα από τα σημαντικότερα κεφαλοχώρια του Πηλίου. Σύμφωνα με μια παράδοση, η ονομασία οφείλεται στους κατοίκους του χωριού Μηλιές Ευβοίας, οι οποίοι στην προσπάθειά τους να ξεφύγουν από τις πειρατικές επιθέσεις, ίδρυσαν το χωριό στο σημείο όπου βρίσκεται τώρα, γεγονός που εξηγεί μεταξύ άλλων την έλλειψη θέασης από και προς την θάλασσα. Η αρχιτεκτονική στις Μηλιές ακολούθησε κατά τον 19ο αιώνα τις βορειοελλαδίτικες επιταγές με τους πλούσιους ιδιοκτήτες να φέρνουν μάστορες από την Ήπειρο και την Μακεδονία δημιουργώντας επιβλητικά αρχοντικά. Αργότερα, το 1943, το χωριό δοκιμάστηκε από την γερμανική κατοχή, οπότε και κάηκε σχεδόν ολοσχερώς από αντίποινα των Γερμανών κατακτητών. Τότε μάλιστα καταστράφηκε περίπου ολοκληρωτικά ο οικιστικός ιστός των Μηλεών. Στη συνέχεια οι σεισμοί του 1955-56 και η γενικότερη αστάθεια στην οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας οδήγησαν στην παρακμή της πηλιορείτικης αρχιτεκτονικής, αφήνοντας ελάχιστα δείγματα της παραδοσιακής τεχνοτροπίας. Αυτά τα δείγματα είναι που αποτελούν πηγή έμπνευσης για τις νεότερες οικοδομικές κατασκευές που ολοένα και πληθαίνουν στις μέρες μας.
Η παρούσα ωστόσο εργασία προτείνει τη δημιουργία ενός διαφορετικού από το τυπικό, πηλιορείτικου αρχοντικού, σχετικά απελευθερωμένου από τα αυστηρά πολεοδομικά πλαίσια του Πηλιορείτικου διατάγματος. Επιμέρους στόχοι της είναι η σύνθεση με βάση το υφιστάμενο σπίτι, η ομαλή ένταξη των νέων σπιτιών στον παραδοσιακό ιστό και η διαμόρφωσή τους βάσει των αναμνήσεων της συγγραφέα. Γενικός σκοπός είναι η δημιουργία τριών διαφορετικών και αυτόνομων πυρήνων κατοίκησης σε ολόκληρο το οικόπεδο, η σύνδεση των οποίων θα γίνεται μέσω της αυλής. Η αυλή αποτελεί οργανικό κομμάτι αφού, όπως και στο παλιό σπίτι, λειτουργεί κατά κάποιο τρόπο ως χώρος συν-εύρεσης, συν-εστίασης και συν-ένωσης της οικογένειας. Κεντρικά μάλιστα στον χώρο της αυλής δημιουργείται ένας χώρος υπαίθριου καθιστικού και εξωτερικού φούρνου. Θεωρητικά η λειτουργία που αποδίδεται στην αυλή με αυτή την απόφαση είναι της σύνδεσης με το χώρο της σάλας των παλιών αρχοντικών, ως σημείο σύναξης όλης της οικογένειας.
Οι τρεις κατοικίες τοποθετούνται περιμετρικά του οικοπέδου, όλες στραμμένες προς το υφιστάμενο κτίσμα, δημιουργώντας έτσι μια αίσθηση σύνδεσης του παρόντος με το παρελθόν καθώς και γενικότερης εσωστρέφειας του συνόλου του συγκροτήματος. Οι δύο μονάδες ενώνονται στον όροφο μέσω μιας κοινής βεράντας, ενώ η τρίτη είναι εντελώς αυτόνομη. Σε αρκετές περιπτώσεις οι ποδιές των παραθύρων λειτουργούν ως καθίσματα, άλλοτε εσωτερικά και άλλοτε εξωτερικά, δημιουργώντας μια αίσθηση επικοινωνίας του μέσα με το έξω. Σε ορισμένα σημεία επίσης εισάγεται η έννοια της πρισματικότητας. Η είσοδος στο χώρο του οικοπέδου γίνεται από μια σχισμή στον πλευρικό τοίχο. Βγαίνοντας από τον χώρο της εισόδου υπάρχει πανοραμική θέα προς τη θάλασσα, η οποία επιτυγχάνεται με κατάλληλα «σπασίματα» στους τοίχους των ισογείων των δύο κατοικιών.
Όσον αφορά τα υλικά της κατασκευής, χρησιμοποιούνται τα υλικά της περιοχής, πέτρα και ξύλο. Ο σκελετός, αν και από μπετόν, είναι πάχους 0.50m. όπως οι παλιοί πέτρινοι σκελετοί. Τα κουφώματα και οι ποδιές των παραθύρων που μετατρέπονται σε πεζούλες είναι από ξύλο. Οι στέγες είναι κατασκευασμένες με τέτοιο τρόπο ώστε η μία να φαίνεται προέκταση της άλλης και έτσι να δημιουργούν μία νοητή ενιαία σκεπή που καλύπτει ολόκληρο το συγκρότημα και δίνει την αίσθηση του ενός σπιτιού. Εσωτερικά οι στέγες είναι ξύλινες κατασκευές ενώ εξωτερικά καλύπτονται από πλάκα Πηλίου στον ίδιο χρωματισμό με το μπετόν των τοίχων για να επιτευχθεί αισθητική εναρμόνιση. Στις όψεις του ορόφου το υλικό κατασκευής είναι και αυτό από ξύλο. Η επεξεργασία των ανοιγμάτων στον όροφο βασίζεται στην ανάμνηση της πλεκτής δαντέλας που χρησιμοποιείται ευρύτατα ως υλικό για κουρτίνες στην περιοχή του Πηλίου. Με άλλα λόγια πρόκειται για μια επιφάνεια στην οποία τα ξύλα είναι τοποθετημένα με τέτοιο τρόπο που ακολουθούν τον κυματισμό της δαντέλας. Έτσι, ολόκληρη η όψη παραπέμπει σε αυτό το φίνο υλικό και είναι σαν να βλέπει κανείς μέσα από μια δαντελωτή κουρτίνα.
Καταλήγοντας, με την παρούσα εργασία γίνεται μια προσπάθεια σύνδεσης του παρελθόντος με το παρόν κάνοντας χρήση νέων μεθόδων και τεχνικών ώστε να επιτευχθεί η ομαλή ένταξη του σύγχρονου συγκροτήματος στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική της περιοχής και στην τεράστια πολιτιστική της ταυτότητας.

Επιβλέπουσα: Λυκουριώτη Ίρις

Αριθμός Αναφοράς: 256

 

 Η παρούσα εργασία κινείται σε ένα ευρύ πλαίσιο αναζητήσεων που ξεκινά από τη σχέση ρυθμού και σώματος και φτάνει στο χώρο. Με συνεχείς εναλλαγές στο εύρος του πεδίου της επιχειρείται η σχεδιαστική απόδοση των δεδομένων που συλλέχθηκαν. Οι εναλλαγές αυτές προσδιορίζουν τόσο την κλίμακα μελέτης του χώρου όσο και το είδος των προτεινόμενων επεμβάσεων. Ο χώρος που επιλέγεται κάθε φορά να ερευνηθεί καθορίζει και ένα δικό του σύστημα σχέσεων. Η ενασχόληση μας με το ρυθμό μας οδηγεί στην επιλογή μίας συγκεκριμένης ιδιότητάς του που θα αποτελέσει στη συνέχεια το κεντρικό μας θέμα. Η ιδιότητα αυτή είναι η συγκοπή - syncopation. Το σύστημα σχέσεων στο οποίο τοποθετείται είναι το τεχνητό – φυσικό τοπίο και συγκεκριμένα ο χείμαρρος Κραυσίδωνας στην πόλη του Βόλου. Παράλληλα μελετάται και το σύστημα χείμαρρος – κοίτη. Η συγκοπή χρησιμοποιείται στην τελική μας πρόταση τόσο ως εννοιολογική πρόθεση αλλά και ως προϊόν σχεδιαστικής επεξεργασίας.

Επιβλέπουσα: Γαβρήλου Έβελυν

Αριθμός Αναφοράς: 310