Arch.Uth Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Arch.Uth UTH.gr English

  Η παρούσα διπλωματική εργασία αφορά παρεμβάσεις στην περιοχή όπου βρίσκονται οι υπάρχοντες σιδηροδρομικοί σταθμοί της Αθήνας - Λαρίσης και Πελοποννήσου.
  Οι στρατηγικές σχεδιασμού μέσα στα πλαίσια των οποίων κινήθηκε η παρούσα διπλωματική εργασία , έχουν ως σκοπό να ενωθούν οι περιοχές εκατέρωθεν των υπαρχόντων σιδηροδρομικών γραμμών με την κίνηση υπογειοποίησης των γραμμών, κατασκευής νέου κεντρικού σιδηροδρομικού σταθμού και την ανάπλαση του κομματιού της περιοχής που "αναδύεται" ξανά στην επιφάνεια του αστικού ιστού.
  Η πρόθεση μας είναι να ενωθούν οι εκατέρωθεν περιοχές με τη δημιουργία προσβάσεων εκμεταλλευόμενοι τις υπάρχουσες υψομετρικές διαφορές δημιουργώντας χώρους - περάσματα - "οδούς" για τους πεζούς αλλά και για τα οχήματα , να αναδιαμορφώσουμε την τοπογραφία της περιοχής, πάνω στα ίχνη του "φράγματος" των σιδηροδρομικών ραγών αλλά και να προσδώσουμε νέες χρήσεις τοπικού - αλλά και υπερτοπικού- χαρακτήρα παράλληλα με τη λειτουργία ενός νέου σιδηροδρομικού σταθμού.

Επιβλέποντες: Παπαδόπουλος Σπύρος, Τροβά Βάσω

Αριθμός Αναφοράς: 241

 

 Το κτήμα Συγγρού βρίσκεται στα όρια των δήμων Αμαρουσίου, Κηφισιάς και Μελισσίων και απέχει 12χμτ. βορειοδυτικά από το κέντρο της Αθήνας. Έχει συνολική έκταση 970στρέμματα εκ των οποίων τα 700στρεμματα είναι πευκοδάσος και τα 200στρεμματα είναι γεωργικές εκτάσεις. Στην έκταση που απομένει, έχουν ανεγερθεί η έπαυλη του Αντρέα Συγγρού, το παρεκκλήσιο του Αγ. Αντρέα και το πρώην Βουστάσιο. Τα κτίρια αυτά εκτιμάται ότι είναι έργα του Γερμανού αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλλερ (1837-1923) και χρονολογούνται από το 1880.
H παρούσα διπλωματική έχει ως στόχο την ανάδειξη του κτήματος Συγγρού και την μετατροπή του σε έναν χώρο πρασίνου, όπου θα συνδυάζει την άθληση, την ψυχαγωγία, τις πολιτιστικές εκδηλώσεις και τέλος σεβόμενοι την εφαρμογή του κληροδοτήματος, την αξιοποίηση των γεωργικών εγκαταστάσεων.
Στα όρια του κτήματος προσθέτουμε γήπεδα για άθληση, πισίνες, καφέ και διαμορφώσεις με υπαίθρια παιχνίδια για αναψυχή, περίπτερα για την φιλοξενία περιοδικών εκθέσεων, διαμορφώσεις για περπάτημα καθώς επίσης και ποδηλατοδρόμο και τέλος την αποκατάσταση των υπαρχόντων θερμοκηπίων με μικρής κλίμακας σπίτια για την συμμετοχή των επισκεπτών στην γεωργική καλλιέργεια με διάφορα workshop .
Οι παρεμβάσεις θα γίνουν μονό στα όρια του κτήματος, δεν επεμβαίνουμε εσωτερικά, έτσι ώστε να ενισχυθεί και να αναδειχθεί η υπάρχουσα μορφή του πάρκου. Γι’ αυτό το λόγο διατηρούμε τα υπάρχοντα δρομάκια, την εκκλησία του Αγ. Αντρέα, το αμφιθέατρο και τη βίλα Συγγρού - την οποία μετατρέπουμε σε βιβλιοθήκη.

Επιβλέπων: Στυλίδης Ιορδάνης

Αριθμός Αναφοράς: 251

 

 Στα 250 χρόνια ιστορίας της σωφρονιστικής αρχιτεκτονικής παρουσιάστηκαν πλήθη σωφρονιστικών αρχιτεκτονικών συστημάτων. Στα κτίρια που δομήθηκαν είναι δυνατόν να αναγνώσουμε τα αποτυπώματα ιδεών και ιδεολογιών των εκάστοτε εποχών για τους κρατουμένους. Η αρχιτεκτονική συχνά καλούνταν να δημιουργήσει χώρους σύμφωνα με επιταγές κοινωνικοπολιτικά διαρθρωμένες και όχι ακολουθώντας αρχές που θα βελτίωναν την διαβίωση των κρατουμένων εντός των σωφρονιστηρίων, και κατ’ επέκταση την διαδικασία σωφρονισμού αυτών.
 Η σύγχρονη αρχιτεκτονική μπορεί να παράγει χώρους που μπορούν να συντελέσουν στην διαδικασία του σωφρονισμού. Το Ειδικό Σωφρονιστικό Ίδρυμα Εξαρτημένων Ατόμων (Ε.Σ.Ι.Ε.Α.), αποτελεί μια πρόταση για την δημιουργία μιας νέας κατηγορίας σωφρονιστικών ιδρυμάτων. Αποτελώντας πρότυπο διαχωρισμού μιας ειδικής ομάδας ανθρώπων φιλοξενεί στα 25000 μ2 του, χώρους και ποιότητες αυτών, που μπορούν να αποτελέσουν εργαλείο στα χέρια της σωφρονιστικής επιστήμης. Ταυτόχρονα γίνεται μια προσπάθεια επαναπροσδιορισμού της σχέσης πόλης – φυλακής. Το νοσοκομείο που φιλοξενείται στο συγκρότημα του ιδρύματος είναι σε μέρος του ανοικτό στην τοπική κοινότητα, για την εξυπηρέτηση εκτάκτων και καθημερινών αναγκών.
 Η αναβαθμισμένη σχέση κρατουμένων – σωφρονιστηρίου, σωφρονιστηρίου – πόλης, στοχεύει στην ομαλότερη επανένταξη των πρώην κρατουμένων στην κοινωνία και την παραμονή τους σε αυτήν, μέσω των εφοδίων που μπορούν να αποκομίσουν από τις αναβαθμισμένες διεργασίες που συντελούνται εντός του κέντρου αυτού.

Επιβλέποντες: Λυκουριώτη Ίρις, Γαβρήλου Έβελυν

Αριθμός Αναφοράς: 242

 

  Η εργασία αυτή έχει ως αντικείμενο μελέτης την Ι.Μ. του Αγ. Αντωνίου στην τοποθεσία Πετάλι, της επαρχίας Μαλεβιζίου του νομού Ηρακλείου Κρήτης, κοντά στο χωριό Κάτω Ασίτες. Η Μονή αποτελεί σήμερα μετόχι της Ι.Μ. Αγίου Γεωργίου Γοργοελεήμονος και ιδρύθηκε περίπου στα μέσα της ενετικής περιόδου κατοχής της Κρήτης, γύρω στον 15ο – 16ο αιώνα. Σήμερα σώζονται ερείπια μόνο, από τα κτίσματα της μονής και ειδικότερα του καθολικού και των κελλιών. Το καθολικό της μονής παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και προσφέρει ένα ευρύ πεδίο μελέτης εξαιτίας των μεγάλων καταστροφών και φθορών που έχει υποστεί. Η πορεία της μελέτης ακολουθεί τα παρακάτω στάδια. Αρχικά περιλαμβάνει την συλλογή όλων των απαραίτητων ιστορικών στοιχείων που προέρχονται τόσο από βιβλιογραφική όσο και από προσωπική έρευνα. Στην συνέχεια ακολουθεί λεπτομερής αποτύπωση και τεκμηρίωση του καθολικού της μονής ώστε να καταγραφούν και να μελετηθούν αναλυτικά όλα εκείνα τα στοιχεία που συνθέτουν την υφιστάμενη κατάσταση του ναού [αποτύπωση όλων των σωζομένων τμημάτων του ναού και της παθολογίας τους, συστηματική καταγραφή σωζομένων αρχιτεκτονικών μελών εντός και εκτός του ναού, διαχωρισμός των χρονολογικών φάσεων κατασκευής του, κλπ.]. Στην συνέχεια της καταγραφής αυτής, προτείνονται τεχνικές συντήρησης και αποκατάστασης που κρίνονται απαραίτητες, σύμφωνα με τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την μελέτη και αξιολόγηση της υφιστάμενης παθολογίας του κτιρίου, καθώς και πρόταση μερικής αναστήλωσης του ναού με την τοποθέτηση στη θέση τους ταυτισμένων αρχιτεκτονικών μελών, όπου αυτό είναι δυνατόν. Διερευνάται ακόμη η αρχική στατική λειτουργία του κτίσματος και των πιθανών αιτίων που οδήγησαν στην κατάρρευσή του. Τέλος παράλληλα με την λύση αναστήλωσης και μερικής ανακατασκευής τμήματος του καθολικού, για το οποίο προέκυψαν επαρκή στοιχεία, με αρχικό και νέο οικοδομικό υλικό προτείνεται και η προσθήκη μεταλλικού στεγάστρου στο βόρειο κλίτος του ναού για την καλύτερη προστασία τμημάτων που διατηρούνται σε μορφή ερειπίου.

Επιβλέπων: Πανέτσος Παναγιώτης

Αριθμός Αναφοράς: 224

 

  Η διπλωματική εργασία αφορά την δημιουργία ενός κέντρου περιβαλλοντικής ενημέρωσης και βιολογικού καθαρισμού του νερού αποτελώντας μια υδάτινη γέφυρα ενώνοντας έμμεσα τις δυο πλευρές της πόλης της Λάρισας. Η πρόταση εντοπίζεται στην κοίτη του ποταμού Πηνειού και ακουμπά στις δυο πλευρές της πόλης.
  Αποτελείται από μια διαδοχή κτιρίων με λειτουργίες και δραστηριότητες σχετικά με την ενημέρωση και πληροφόρηση των πολιτών
για θέματα έλλειψης νερού καθώς και μια ολοκληρωμένη διαδικασία βιολογικού καθαρισμού του.
  Στα βορειοδυτικά όρια της πόλης εκεί που ο ποταμός Πηνειός περνά μέσα από την πόλη της Λάρισας , προτείνεται η απομάκρυνση της υπάρχουσας πεζογέφυρας και η αντικατάστασή της με μια υδάτινη γέφυρα .
  Η γέφυρα που υπάρχει αποτελεί όριο και εμπόδιο δραστηριοτήτων και διαδρομών που λαμβάνουν χώρα στη κοίτη του ποταμού.
  Σκοπός της πρότασης είναι η δυνατότητα συγκέντρωσης πολιτών στη κοίτη και μελλοντική ανάπτυξη ,επέκταση και διαμόρφωση της εγκαταλελειμμένης κοίτης του ποταμού.

Επιβλέποντες: Γαβρήλου Έβελυν, Μητρούλιας Γεώργιος

Αριθμός Αναφοράς: 211

 

‘Το πραγματικό ζήτημα της κατοικίας είναι ότι οι θνητοί πρέπει πάντοτε να αναζητούν από την αρχή την ουσία της κατοίκησης, ότι πρέπει να μαθαίνουν από την αρχή την κατοίκηση’ Martin Heidegger

Ο Siegfried Giedon ( γενικός γραμματέας των CIAM, των Διεθνών Συνεδρίων για τη Σύγχρονη Αρχιτεκτονική από το 1928 έως το 1938) παρατηρεί ότι οι σχέσεις των ανθρώπων με πόλεις, ανθρώπους, αντικείμενα πλέον διακρίνονται από μια προσωρινότητα, από μια εγγενή αδυναμία να αντέξουν στο χρόνο .
Παράλληλα η τυποποίηση των κινήσεων μέσα στη πόλη και ο προκαθορισμός αυτών ( κατοικία – εργασία – κατοικία), ουσιαστικά δημιουργεί έναν απροσδιόριστης μορφής και μεγέθους χώρο εγκλεισμού, από τον οποίο δεν εξαιρείται κανένας, ασχέτως της καταγωγής-πολιτεύματος-θρησκεύματος του.
Γίνεται αντιληπτό ότι η αρχιτεκτονική οφείλει να γίνει ο συνδετικός κρίκος του κόσμου που ενοικούμε καθώς οι πόλεις ορίζονται όλο και λιγότερο από τα υλικά στοιχεία τους. Η αρχιτεκτονική πρέπει να συμπυκνώσει την εμπειρία της πόλης και να μας την παρουσιάσει με όλα τα πρόσφορα μέσα, απελευθερώνοντας παράλληλα τους κατοίκους από την εικονική φυλακή που δημιουργείται.

Προκειμένου όμως να μην να χαρακτηριστεί λόγια η αντιμετώπιση του αρχιτεκτονικού θέματος μέσω των παραπάνω, αλλά να μπορεί να χαρακτηριστεί μέσω κάποιας οικοδομικής δραστηριότητας, προτείνουμε τη δημιουργία συγκροτήματος φοιτητικών κατοικιών, στο οποίο οι διαμένοντες θα λειτουργούν σαν ζωοφόρος πηγή του ιδίου του κτίσματος, σαν σπερματοζωάρια που γονιμοποιούν τους χώρους του κτιρίου ανάλογα με τις προσωπικές ανάγκες του καθενός. Ουσιαστικά η προσωρινότητα που διέπει τις σχέσεις των ανθρώπων με τα κτίρια, πρέπει (μέσω των ίδιων των χώρων του κτιρίου) να αναπτύξει τις ίδιες τις διαπροσωπικές τους σχέσεις. Η επιλογή οφείλεται στην επεξηγηματική ανάλυση και των δύο συνθετικών του : Κατοικία, καθώς αποτελεί έναν από τους χώρους μεταξύ των οποίων μοιράζει ο άνθρωπος το χρόνο του μέσα στην πόλη, εν προκείμενο ο φοιτητής ανάμεσα στη σχολή και το σπίτι αλλά και σε συντριπτικό ποσοστό ο χώρος στον οποίο μπορεί να επέμβει, προκειμένου να βελτιώσει αισθητά την ποιότητα ζωής του. Συγκρότημα γιατί όπως αναφέρει και ο Heidegger η κατοίκηση είναι συλλογική καθώς εκτός από το γεγονός ότι το χτίσιμο ασκείται συλλογικά και είναι μια δραστηριότητα που αφορά το σύνολο των μελών της κοινότητας (η οποία αποδυναμώνει έτσι τον χαρακτήρα του χτισίματος ως μιας προαποφασισμένης και προσχεδιασμένης ενέργειας ενός δρώντος υποκειμένου, αποστασιοποιημένου από το περιβάλλον), δίνει τη δυνατότητα της αλληλεπιδραστικής αντίδρασης μεταξύ των μελών που το απαρτίζουν.

Επιβλέπων: Στυλίδης Ιορδάνης

Αριθμός Αναφοράς: 218

 

  Στην παρούσα Διπλωματική Εργασία παρουσιάζεται πρόταση για τη δημιουργία νέων εγκαταστάσεων φιλοξενίας για τους φοιτητές του τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Το οικόπεδο που προτείνεται βρίσκεται στην είσοδο του ορεινού χωριού Περτούλι και είναι ιδιοκτησία του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Συνορεύει με το Δασαρχείο και τα γραφεία των καθηγητών και διατρέχεται από έναν μικρό παραπόταμο. Όσον αφορά τις εγκαταστάσεις, προτείνεται συγκρότημα τεσσάρων κτιρίων που προβλέπει ξενώνες για τη διαμονή των φοιτητών και εστία πολλαπλών χρήσεων. Οι ξενώνες οργανώνονται σε τρία διώροφα κτίρια που περιλαμβάνουν συνολικά 24 τρίκλινα και 24 δίκλινα δωμάτια. Συνεπώς, υπάρχει η δυνατότητα να φιλοξενηθούν 120 άτομα, όσοι δηλαδή είναι οι εισακτέοι κάθε χρόνο στη Δασολογική σχολή. Η εστία είναι ένα τριώροφο κτίριο με δύο εισόδους. Στο ισόγειο στεγάζεται χώρος φαγητού με την απαραίτητη κουζίνα, WC και μπαλκόνι θέασης μπροστά από το οποίο έχει δημιουργηθεί τεχνητή λίμνη. Στον πρώτο όροφο της εστίας στεγάζεται βιβλιοθήκη, ενώ στο δεύτερο όροφο ο χώρος ενδείκνυται για τη συγκέντρωση φοιτητών, για την εκπόνηση ομαδικών εργασιών αλλά και την πραγματοποίηση ομαδικών συζητήσεων. Τα κτίρια και τα τοιχία είναι στο μεγαλύτερο ποσοστό τους πέτρινα, υπάρχουν πολλά ξύλινα στοιχεία και οι στέγες είναι μονόριχτες καλυμμένες από σχιστόπλακες. Η πρόσβαση στα κτίρια γίνεται οδικώς από είσοδο που υπάρχει στο υψηλότερο σημείο του οικοπέδου, ενώ οι πεζοί μπορούν να εισέλθουν στο χώρο από τρεις εισόδους περιμετρικά του οικοπέδου. Επίσης, προβλέπεται χώρος στάθμευσης για τα οχήματα στα βόρεια και υπαίθριος χώρος για πιθανή συγκέντρωση των φοιτητών στο νοτιοδυτικό τμήμα.

Επιβλέπων: Τριανταφυλλίδης Γεώργιος

Αριθμός Αναφοράς: 220

 

Το θέμα αυτής της διπλωματικής εργασίας, είναι ο σχεδιασμός δυο κατοικιών χαμηλής ενεργειακής κατανάλωσης στους Θρακομακεδόνες. Με αφορμή τη θέα της περιοχής, η οποία βρίσκεται στους πρόποδες της Πάρνηθας, ξεκίνησε η ιδέα της δημιουργίας ενός μεγάλου παραθύρου- καδραρίσματος στο οικόπεδο με θέα τη πόλη των Αθηνών. Στην προσπάθεια για δημιουργία περισσότερων καδραρισμάτων- θεάσεων, το δυσδιάστατο αυτό παράθυρο μετατρέπεται σε χωρικό κάναβο, ο οποίος έπειτα διαμορφώνεται σε συμφωνία με τα στοιχειά του ενεργειακού σχεδιασμού του κτιρίου, ώστε να παραχθεί ο βιώσιμος χώρος.

Από την αρχή του σχεδιασμού, είναι φανερή η διάθεση για την παράλληλη ενσωμάτωση στοιχείων του βιοκλιματικού, αλλά και ενεργειακού σχεδιασμού. Γι’ αυτό το λόγο, σχεδιάστηκε ένα αίθριο, το οποίο ουσιαστικά χωρίζει το κτίριο σε δύο μέρη και παράλληλα συμβάλει στη διευκόλυνση της ανακύκλωσης του αέρα, αλλά και στην προσπάθεια για φυσικό δροσισμό. Ακόμη, χρησιμοποιούνται φωτοβολταικά συστήματα για κάλυψη μέρους των αναγκών των κατοικιών σε ηλεκτρική ενέργεια, όπως και ηλιακοί συλλέκτες για την κάλυψη μέρους των ενεργειακών αναγκών για θέρμανση. Επιπλέον στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν, είναι το φυτεμένο δώμα, τα μικρά ανοίγματα στο Βορρά για διαμπερή αερισμό και τέλος, οι ενναλάκτες εδάφους αέρα για φυσικό δροσισμό.

Σκοπός της εργασίας αυτής, είναι η όσο το δυνατόν πιο ομαλή συνύπαρξη των στοιχείων αυτών με το συνθετικό κομμάτι των κατοικιών.

Επιβλέποντες: Γαβρήλου Έβελυν, Φιλιππιτζής Δημήτρης

Αριθμός Αναφοράς: 245