Arch.Uth Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Arch.Uth UTH.gr English

  Το μετρό Θεσσαλονίκης ξεκίνησε ήδη τις διεργασίες του. Η πρώτη και μοναδική, αυτή τη στιγμή, γραμμήτου ξεκινάει από τον Νέο Σιδηροδρομικό Σταθμό και καταλήγει στο Πάρκο Νέας Ελβετίας ενώ διατρέχει υπογείως την Εγνατία οδό.
  Η σύνθεση της διπλωματικής εργασίας αφορά στη δημιουργία του σταθμού μετρό που βρίσκεται στην διασταύρωση των οδών Αγγελάκη και Εγνατίας ή αλλιώς στην περιοχή Συντριβάνι. Η περιοχή αυτή φιλοξενεί την Θεολογική σχολή του Α.Π.Θ., την Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, το Άσυλο του Παιδιού και το ξενοδοχείο ΑΒC, άρα πρόκειται για ένα δημοφιλή και πολυσύχναστο σταθμό του μετρό.
  Ό σχεδιασμός του σταθμού προβλέπει πλατεία στο επίπεδο της οδού Εγνατίας όπου βρίσκονται οι είσοδοι του σταθμού, παραπλεύρως του δρόμου, οι έξοδοι κινδύνου καθώς και οι απαραίτητοι εξαερισμοί. Στην νέα πλατεία Συντριβανίου βρίσκονται εκτός από τις εισόδους του σταθμού, ασανσέρ που εξυπηρετεί τα άτομα με ειδικές ανάγκες, μια ράμπα στεγασμένη που οριοθετεί την πλατεία με το Άσυλο του Παιδιού, καθώς και μια πεζογέφυρα που ενώνει τα δυο κομμάτια της πλατείας και επισημαίνει την παρουσία της πλατείας.
  Στην νέα πλατεία παραμένει το εντυπωσιακό γλυπτό του Γ. Ζογγολόπουλου ενώ γκρεμίζεται η προϋπάρχουσα βορειοδυτική είσοδος της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης και αντικαθίσταταιαπό μία νέα πύληπου επιτρέπει την οπτική φυγή κατά μήκος της
Έκθεσης και που οδηγεί στον Πύργο του ΌΤΕ, ενώ ταυτόχρονα συνομιλεί και με το μνημείο της Καμάρας λίγα μέτρα παρακάτω.
Έτσιλοιπόν,σταθμόςκαιΈκθεση συνυπάρχουν σε μία ενιαία ενότητα και δημιουργούν την νέα πλατεία Συντριβανίου.

Επιβλέπων: Τριανταφυλλίδης Γεώργιος

Αριθμός Αναφοράς: 201

 

Επιβλέπων: Αντονάς Αριστείδης

Αριθμός Αναφοράς: 205

 

 ‘Φάληρος’, σημαίνει λευκός, καθαρός, διάφανος, αφρισμένος. Το αρχαίο Φάληρο, στα Αρχαϊκά και Κλασικά χρόνια ήταν το σημαντικότερο λιμάνι της εποχής, μέχρι που, ο Θεμιστοκλής και κατόπιν ο Περικλής διαμόρφωσαν το λιμάνι του Πειραιά, τότε το Φάληρο έγινε το δεύτερο λιμάνι της Αθήνας.

 Ο Φαληρικός Όρμος είναι η φυσική διέξοδος του λεκανοπεδίου της Αθήνας στο Σαρωνικό , όπου ο κάτοικος της πυκνοδομημένης Αθήνας έχει τη δυνατότητα επαφής με το υγρό στοιχείο. Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 ο Όρμος καταστρέφεται στο όνομα της τουριστικής ανάπτυξης με εκτεταμένες επιχωματώσεις, την κατασκευή της μαρίνας Φλοίσβου και της υπερυψωμένης Λ. Ποσειδώνος. Η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων το 2004 συνδέθηκε με τη κατασκευή πολλών νέων έργων. Μετά το πέρας των Ολυμπιακών αγώνων τα έργα αυτά εγκαταλείφθηκαν και οι περιοχές που το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα έσφυζαν από ζωή τώρα έχουν ερημώσει. Διογκώθηκαν έτσι τα προβλήματα του αστικού χώρου.

 Υπήρξε λοιπόν έντονη ανάγκη να δημιουργηθεί στη περιοχή ένας πόλος έλξης, ικανός να δώσει ζωή στο χώρο αυτό και να προσφέρει στους κατοίκους της έναν τόπο εκτόνωσης και διεξόδου από τον αστικό ιστό της πόλης. Το πρώτο σημείο που εστιάσαμε ήταν ο τρόπος με τον οποίο τελειώνει η εσπλανάδα στο νερό. Αποφασίσαμε να διατηρήσουμε ανέπαφους τους δύο λόφους μιας και αποτελούσαν το μοναδικό φυσικό στοιχείο και θεωρήθηκαν ‘ιεροί’ αν αναλογιστούμε την ύπαρξη του αρχαίου νεκροταφείου του Φαλήρου.

 Οι νοητές γραμμές που δημιουργούνται από την εσπλανάδα και το τόκο αποτέλεσαν τις βασικές χαράξεις της δημιουργίας της επέμβασης μας. Το σχήμα που προέκυψε παρέπεμπε σε ένα ‘χωνί’ το οποίο ήταν έτοιμο να προσελκύσει και να απορροφήσει κάθε επισκέπτη που είχε γραμμή κίνησης από την εσπλανάδα προς το Φαληρικό όρμο. Η ύπαρξη της τεχνητής δεντροστοιχείας στο τελείωμα της εσπλανάδας ήταν το αρχικό ερέθισμα που σε συνδυασμό με τα κατάρτια των ιστιοφόρων πλοίων μας ώθησαν στο σχεδιασμό ενός καννάβου πασσάλων 10Χ10 μέσα στο νερό οι οποίοι στη συνέχεια αποτέλεσαν θεμέλια στήριξης του ‘αιωρούμενου’ ναυτικού μουσείου. Η διάθεση μας να τοποθετήσουμε σκάφη-εκθέματα μέσα στο κτίριο είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία εγκοπών οι οποίες φιλοξενούν και εκθέτουν πλοία ακουμπισμένα στο φυσικό τους στοιχείο.

 Το μουσείο λειτουργεί σαν όριο αλλά και σαν προέκταση της εσπλανάδας. Πλέον η προέκταση της εσπλανάδας έχει διττό χαρακτήρα. Λειτουργεί σαν ένωση δύο απέναντι όχθεων ενώνοντας τη περιοχή επέμβασης με την Τριήρης και το Θωρηκτό Αβέρωφ ενώ ταυτόχρονα αποτελεί ημιυπαίθριο χώρο του μουσείου όπου το κοινό έχει τη δυνατότητα να παρατηρεί δεξιά και αριστερά του άξονα κίνησης δεμένα σκάφη-εκθέματα. Πάνω στο διάδρομο αυτό βρίσκεται και η είσοδος για το ναυτικό μουσείο. Προκειμένου να εισαχθεί ο επισκέπτης στο μουσείο είναι αναγκασμένος πρώτα να ‘βυθιστεί’ στο χώρο υποδοχής και στη συνέχεια να αναδυθεί στο κέντρο του μουσείου. Με τον ίδιο τρόπο, της βύθισης και της ανάδυσης, λειτουργούν η βιβλιοθήκη και το αμφιθέατρο μέρη των οποίων είναι βυθισμένα στο νερό. Το κτιριολογικό πρόγραμμα περιλαμβάνει χώρους περιοδικής έκθεσης, χώρο μόνιμης έκθεσης, τη διοίκηση- διέυθυνση του μουσείου, χώρο με εκπαιδευτικό χαρακτήρα-μοντελισμού, βιβλιοπωλείο, καφέ-εστιατόριο, χώρο εικονικής πλοήγησης σκαφών και χώρο συντήρησης εκθεμάτων. Ένας μεγάλος διάδρομος διατρέχει όλο το μήκος του κτιρίου και οι χώροι που προαναφέρθηκαν παρατίθενται δεξιά και αριστερά του. Η συνολική έκταση του κτιρίου είναι 7400 τ.μ.

 Πριν από την είσοδο στο μουσείο θεωρήσαμε ότι απαραίτητη θα ήταν η δημιουργία ενός χώρου-χώρων εκτόνωσης. Έτσι σχεδιάστηκαν τρεις πλατείες. Ξεκινώντας από τη μεριά της θάλασσας συναντούμε τη ‘γυάλινη πλατεία’, τη ‘πλατεία του νερού’ και τη ‘πλατεία της έκθεσης’.

 Εκτός από τον επαναπροσδιορισμό της εσπλανάδας σε πολιτιστικό άξονα εκπονήσαμε σχέδιο για την ανάπλαση του παραλιακού μετώπου της μαρίνας του φαλήρου. Το νέο λιμάνι αποτελείται από επίπεδα ύψους 25 εκατοστών τα οποία ξεκινούν από τη στάθμη της θάλασσας μέχρι το επίπεδο του δρόμου που διασχίζει τη περιοχή. Στο πλέον διαμορφωμένο παραλιακό μέτωπο και πάνω από τη μαρίνα τοποθετήθηκαν δραστηριότητες καφέ και εστιατορίου σε επανάληψη θέλοντας να πετυχούμε έναν άξονα χαλάρωσης και στάσης. Πάνω στο λιμάνι συναντούμε δύο αρσενάλι μουσειακού χαρακτήρα μέσα στα οποία εισέρχονται σκάφη που αποτελούν μέρος της έκθεσης και αναπαριστάται ένας υποτυπώδης τρόπος συντήρησης αυτών. Στο τέλος αυτής της ζώνης και πίσω από τα αρσενάλι τοποθετείται ένα διώροφο κτίριο με γραφειακούς χώρους γενικής επίβλεψης και διοίκησης του λιμανιού αλλά και της ευρύτερης περιοχής.

Επιβλέπων: Παπαδόπουλος Σπύρος

Αριθμός Αναφοράς: 214

 

 Στο ξεκίνημα της τραγωδίας του Σοφοκλή «Οιδίπους επί Κολωνό», ο τυφλός Οιδίποδας και η -κόρη και αδερφή του- Αντιγόνη, βρίσκονται στο λόφο του Ιππίου Κολωνού. Σε αυτό τον τόπο θα λάβει χώρα ο θάνατος του Οιδίποδα, στο κλείσιμο της τραγωδίας. Φτάνουν εδώ μετά από μακρόχρονη και εξαντλητική περιπλάνηση, ο Οιδίπους τυφλός και η Αντιγόνη τα μάτια του. Κοιτάζουν στο βάθος τα τείχη μιας πόλης. Της Αθήνας.
 Στο άρθρο του Ζήση Κοτιώνη «Κοίτα Οιδίποδα! Αυτή είναι η Αθήνα», εξετάζεται η αφαίρεση του κτισμένου όγκου της Αθήνας, στην έκταση που μεσολαβεί μεταξύ του λόφου του Κολωνού και της Ακρόπολης [ή των ιχνών των Θεμιστόκλειων τειχών γενικότερα], έτσι ώστε ο «Οιδίποδας» που θα στεκόταν σήμερα στο ίδιο με τότε σημείο να μπορεί και πάλι να «δει» τα τείχη της πόλης, καθώς η παρούσα κατάσταση της πυκνοκατοικημένης, άναρχης δόμησης, εμποδίζει αυτή την ορατότητα.
 Με αφορμή αυτή την προσέγγιση αναπτύσσεται η μελέτη της παρούσας διπλωματικής εργασίας. Η σκηνή διαμέτρου 6.66μ., που αναφέρει ο Ζήσης Κοτιώνης στο άρθρο του, και που θα φιλοξενούσε σήμερα τον ηθοποιό-Οιδίποδα στον Κολωνό, προτείνεται να ανυψωθεί τόσο ώστε το «βλέμμα» του Οιδίποδα να μπορεί πια να περάσει πάνω από τον πυκνό αστικό ιστό της σύγχρονης Αθήνας και να φτάσει έτσι στην Ακρόπολη.
 Ένα κυλινδρικό κτίσμα ύψους 33μ. περίπου [μία μορφή δεξαμενής] τοποθετείται στην κορυφή του λόφου. Στο κάτω τμήμα του κτίσματος αναπτύσσεται σε τρεις ορόφους μία βιβλιοθήκη που φιλοξενεί κείμενα θεατρικών έργων, αναλύσεις, μελέτες, και βιβλία με θεατρική θεματολογία γενικότερα. Το επάνω περιλαμβάνει τη θεατρική σκηνή, τα καθίσματα των θεατών και τα παρασκήνια. Ο διαχωρισμός των δύο τμημάτων ορίζεται από ένα περιμετρικό [σχεδόν ενιαίο] άνοιγμα από το οποίο μπορεί κανείς να κοιτάξει την πόλη της Αθήνας προς κάθε κατεύθυνση [και φυσικά και την Ακρόπολη]. Το βλέμμα, όπως προαναφέρθηκε, περνά πλέον πάνω από τον αστικό ιστό της πόλης.

Επιβλέποντες: Κοτιώνης Ζήσης, Μανιδάκη Εύα

Αριθμός Αναφοράς: 223

 

 Η συγκεκριμένη διπλωματική εργασία αφορά το σχεδιασμό ενός οινοποιείου στη Χίο, και πιο συγκεκριμένα στο βορειοδυτικό της τμήμα. Αφορμή στην επιλογή του συγκεκριμένου θέματος και έπειτα του τόπου, αποτέλεσε το άλλοτε ένδοξο παρελθόν του νησιού στην παραγωγή κρασιού, καθώς και ιστορικές και μυθολογικές αναφορές ως προς αυτό, ακόμη κι από την εποχή του Ομήρου.

 Το οικόπεδο βρίσκεται στο ορεινό τμήμα του νησιού, στο Δήμο Αμανής, κοντά στον οικισμό των Κουρουνιών. Η περιοχή που επιλέχθηκε για την τοποθέτηση του οινοποιείου βρίσκεται εκτός του οικισμού, αλλά σε σημείο απ΄ όπου είναι δυνατή η θέασή του, και όπου ήδη υπάρχουν εκτάσεις αμπελοκαλλιέργειας, οι οποίες όμως χρησιμοποιούνται από ιδιώτες με σκοπό την παραγωγή κρασιού σε επίπεδο οικοτεχνίας.

 Στόχος ήταν η δημιουργία ενός σύγχρονου οινοποιείου, που θα μπορούσε να παράγει κρασί ποιότητας, με δυνατότητες ακόμη και εξαγωγής του, το οποίο θα ενσωματώνεται, κατά το δυνατόν, στο φυσικό τοπίο, ενώ παράλληλα θα χρησιμοποιεί τα πλεονεκτήματα του οικοπέδου που επιλέχθηκε, όπως τον προσανατολισμό του και τη θέα που αυτό προσφέρει, το επικλινές του εδάφους, και το ευνοϊκό για την οινοποίηση κλίμα της περιοχής.
Εν κατακλείδι, ο συσχετισμός της αρχιτεκτονικής και της οινοποιητικής δημιουργίας, δεν έχει άλλο σκοπό από το να προσφέρει τις καλύτερες συνθήκες για την επεξεργασία του κρασιού, όπως τη λειτουργικότητα των υλικών και των χώρων, τις θερμικές συνθήκες, την ενσωμάτωση στο περιβάλλον.

Επιβλέπων: Παπαδόπουλος Σπύρος

Αριθμός Αναφοράς: 213

 

Το θέμα της διπλωματικής εργασίας αφορά τη μελέτη και το σχεδιασμό του πολιτιστικού κέντρου της πανεπιστημιούπολης Λευκωσίας. Η επιλογή του θέματος προέκυψε από την ανάγκη δημιουργίας ενός πολιτιστικού κέντρου μέσα στην πανεπιστημιούπολη, που θα εξυπηρετεί την ενδυνάμωση του πολιτισμού, τόσο για τους φοιτητές όσο και για τους κατοίκους της πρωτεύουσας.

Το κτιριολογικό πρόγραμμα του πολιτιστικού κέντρου περιλαμβάνει αμφιθέατρο 1000 ατόμων το οποίο φιλοξενεί επίσημες τελετές, αποφοιτήσεις, συνέδρια, αλλά και παραστάσεις θεάτρου, όπερας, συναυλίες, κονσέρτα, θεατρικά εργαστήρια και προβολές ταινιών. Επίσης περιλαμβάνει εικαστική φιλοξενία, με μόνιμες και περιοδικές εκθέσεις.

Στόχος της μελέτης είναι η δημιουργία ενός πολιτιστικού κέντρου το οποίο να συνδιαλέγεται με τα υπάρχοντα αλλά και τα υπό μελέτη κτίρια της πανεπιστημιούπολης και η εναρμόνιση του κτιρίου στο γενικό χωροταξικό σχέδιο της. Επίσης επιδίωξη της μελέτης είναι η δημιουργία ενός ευέλικτου κτιριολογικού προγράμματος το οποίο θαενθαρρύνει και θα ενισχύει τη δημιουργικότητα των φοιτητών.

Το κτιριολογικό πρόγραμμα διαμορφώθηκε έτσι ώστε να εξυπηρετεί τις ανάγκες του πανεπιστημίου, αλλά και της πόλης γενικότερα. Το σύνολο των χώρων έχει την ευχέρεια να χρησιμοποιηθεί και για ανάγκες εκτός πανεπιστημίου. Ακόμη διαμορφώθηκαν χώροι οι οποίοι μπορούν να φιλοξενούν τους ανθρώπους της πόλης για σκοπούς εκμάθησης και διδασκαλίας διαφόρων κυπριακών παραδοσιακών τεχνών. Οι λειτουργίες οι οποίες συνυπάρχουν στο κτιριολογικό πρόγραμμα έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούνται και αυτόνομα. Με αυτό το τρόπο μπορούν να λαμβάνουν χώρα διάφορες δραστηριότητες στο κτίριο την ίδια στιγμή. Ο περιβάλλοντας χώρος του κτιρίου έχει διαμορφωθεί έτσι ώστε να αποτελεί μια πολιτιστική πλατεία η οποία καλεί τον επισκέπτη να την διασχίσει.

Πανεπιστημιακό πολιτιστικό κέντρο είναι το κτίριο της πανεπιστημιούπολης το οποίο συσχετίζεται άμεσα με την πόλη. Οι δραστηριότητες που εκτυλίσσονται στο πανεπιστημιακό πολιτιστικό κέντρο γίνονται από την πόλη και το πανεπιστήμιο. Οι φοιτητές και οι πολίτες (πρωταγωνιστές αυτών των δραστηριοτήτων) λειτουργούν ως φορείς ενέργειας και διοχετεύουν την ενέργεια τους στο πολιτιστικό κέντρο το οποίο σαν κτίριο συγκεντρώνει, μεταλλάσει, εξελίσσει και στην συνέχεια εκτονώνει αυτή την ενέργεια.

Η διαδικασία αυτή βάσει των πιο πάνω δεδομένων χαρακτηρίστηκε και διαχειρίστηκε ως μία φυσική έκρηξη. Το έδαφος στο οικόπεδο αποτελεί συνέχεια του φυσικού τοπίου (λόφου και κοιλάδας) που υπάρχει στα ανατολικά όρια του οικοπέδου. Με βάση την τεκτονική το οικόπεδο διαχειρίστηκε ως πολλές στρώσεις εδάφους στις οποίες ασκείται κεντρικά μία κατακόρυφη δύναμη, από κάτω προς τα πάνω, και έτσι προκαλείται αιφνίδια ρήξη και ανασήκωση των τεκτονικών πλακών του εδάφους. Το μέγεθος της ανασήκωσης των πλακών είναι εξαρτώμενο από την απόσταση τους από το κέντρο της έκρηξης. Με την έκρηξη δημιουργήθηκε ένα ρήγμα που διασχίζει και χωρίζει το οικόπεδο σε δύο μέρη.

Το κέντρο της έκρηξης εντοπίζεται στο κέντρο περίπου του οικοπέδου και στο πιο χαμηλό υψόμετρο του. Ο διαχωρισμός των πλακών του οικοπέδου καθορίστηκε από άξονες που χαράχτηκαν στο οικόπεδο με βάση τα όρια των γύρω κτιρίων καθώς και τις κινήσεις των πεζών στο χώρο. Οι ανασηκωμένες πλάκες στεγάζουν τους χώρους του πολιτιστικού κέντρου. Το κτηριολογικό πρόγραμμα και οι απαιτήσεις των χώρων επιδρούν σαν μια δεύτερη δύναμη που καθορίζει το τελικό ύψος της ανασήκωσης των πλακών. Το ρήγμα που δημιουργείται τέμνει το κέντρο της έκρηξης, προσανατολίζεται από τον βορρά στο νότο και αποτελεί τον κύριο άξονα κίνησης του πολιτιστικού κέντρου. Διασχίζοντας το οικόπεδο αναταράζει το έδαφος και παραποιεί τις επιφάνειες εκατέρωθεν του άξονα.

Το πολιτιστικό κέντρο αποτελείται από 2 μεγάλους όγκους με κεκλιμένες οροφές και ένα τρίτο όγκο στη νότια πλευρά να τους συνδέει. Οι όγκοι αυτοί διαπερνούνται από ένα άξονα κίνησης που διασχίζει το οικόπεδο από τη βόρεια πλευρά στη νότια. Γύρω από τα κτίρια, δάπεδα σε κλίση καθορίζουν τον περιβάλλοντα χώρο.

Το τελικό αποτέλεσμα πρόκειται για το πάγωμα σε μία χρονική στιγμή της όλης διαδικασίας που υπέστη το έδαφος.

Επιβλέποντες: Γαβρήλου Έβελυν, Τζιρτζιλάκης Γιώργος

Αριθμός Αναφοράς: 250

 

  Πηγές γνώσης παρέχονται στον άνθρωπο μέσω πολλών κοινωνικών μέσων. Θεμελιώδες κοινωνικό μέσο προβολής πληροφοριών, προώθησης και υποστήριξης της γνώσης είναι η βιβλιοθήκη. Τα τελευταία χρόνια στην πόλη της Λαμίας συντελείται μία ανάπτυξη που αφορά τη δημιουργία ενός Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος καθώς και μία πρόβλεψη για τη μελλοντική δημιουργία κι άλλων ΑΕΙ αλλά και ΤΕΙ. Η υπάρχουσα βιβλιοθήκη της Λαμίας δεν επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες της ραγδαίας ανάπτυξης της σημερινής εποχής. Έτσι, υπάρχει επιτακτική ανάγκη για τη δημιουργία ενός νέου κτιρίου βιβλιοθήκης. Η βασική ιδέα που διέπει όλη τη σύνθεση είναι η επαναφορά του λόφου στην αρχική μορφή του- πριν χτιστεί το νοσοκομείο που υπάρχει τωρα εκεί και θα μεταφερθεί. Το κτίριο, λοιπόν, αναπτύσσεται μέσα στο λόφο σαν μέρος αυτού και του τοπίου. Ο βασικός άξονας του κτιρίου είναι ο άξονας της εισόδου που το συνδέει νοητά με την πόλη. Παράλληλα με αυτόν αναπτύσσονται και οι βασικοί άξονες που δημιουργούν τα όρια του κτιρίου που περιλαμβάνει τα εξής στοιχεία: έναν κάθετο όγκο προς αυτούς τους άξονες που είναι και η είσοδος του κτιρίου, ένα κεντρικό αίθριο προς το οποίο προσανατολίζονται οι όψεις κι ένα δεύτερο αίθριο το οποίο συμβάλει στην ανάδειξη του πιο βασικού όγκου του κτιρίου, ο οποίος ξεχωρίζει από το υπόλοιπο κτίριο, τονίζοντας, έτσι, το πιο βασικό του κομμάτι που περιλαμβάνει και τον κύριο όγκο των βιβλιοστασίων και των αναγνωστηρίων του. Ακόμα, ένα παρατηρητήριο στο αίθριο το οποιό συνδέει όλα τα στοιχεία της σύνθεσης με το βουνό και με την πόλη. Τέλος, τα μεγάλα ανοίγματα και η διαμόρφωση του αιθρίου με διαφορετικά υλικά και με επιφάνειες νερο συντελούν στην ολοκλήρωση του κτιρίου. Ταυτόχρονα το γεγονός ότι είναι υπόσκαφο συντελεί και στην εξοικονόμηση ενέργειας, λόγω της μεγάλης θερμικής μάζας της γης. Η βιβλιοθήκη περιλαμβάνει τμήματα όπως: τμήμα ιστορικού τριγώνου, τμήμα περιοδικών, τμήμα απομονωμένων, τμήμα ηλεκτρονικών υπολογιστών, τμήμα ιστορικών αρχείων και τη διοίκηση. Όλα τα τμήματα της βιβλιοθήκης με τη διοίκηση και τον τρόπο που είναι αυτή δομημένη συντίθονται ώστε να λειτουργεί σωστά, να εξυπηρετεί τους χρήστες της και να προσελκύει τους καινούριους αναγνώστες.

Επιβλέπων: Τριανταφυλλίδης Γεώργιος

Αριθμός Αναφοράς: 217

 

  Σύμφωνα με την έρευνα που προηγήθηκε ( Ερευνητικό θέμα «Ο χώρος των Νηπίων») η επαφή του νηπιαγωγείου με την «εξωτερική» πραγματικότητα είναι το θέμα αιχμής στο σύγχρονο νηπιαγωγείο, που σε ένα βαθμό τείνει να απομονωθεί από την κοινωνία και να μετατραπεί σε απομονωμένο, περίκλειστο πεδίο μίμησης της «εξωσχολικής» ζωής. Κάθε λειτουργικό και χωρικό μοντέλο που θέλει να αντικαταστήσει για τα παιδιά σε εσωτερικούς χώρους ό,τι υπάρχει στην καθημερινή ζωή υστερεί, για λόγους που έχουν ήδη αναλυθεί. Διεξόδους λύσης θα επιχειρήσει να ανιχνεύσει αυτή η εργασία.
  Βασική αρχή το ότι τα όρια του νηπιαγωγείου πρέπει να είναι διάτρητα, επιτρέποντας την προέκτασή του μέσα στην κοινωνική πραγματικότητα, ώστε να επιτυγχάνεται ένας συνεχής διάλογος ανάμεσα σε αυτή και την εκπαιδευτική διαδικασία. Αντί λοιπόν να προσπαθούμε να μεταφέρουμε την πραγματικότητα μέσα στο νηπιαγωγείο μέσα από τη μίμησή της (Μοντεσσοριανή αίθουσα, γωνιά εικαστικών, μαγαζάκι κλπ) είναι καλύτερα να διευρύνουμε τόσο τη δράση όσο και το χώρο του νηπιαγωγείου μέσα στην ίδια την πραγματικότητα. Μεταφράζοντας την έννοια αυτή σε χωρική δομή, παρατηρούμε ότι είναι αναγκαία η αντικατάσταση της παραδοσιακής αίθουσας διδασκαλίας από την ίδια την πόλη, αφού ο χώρος αγωγής των νηπίων πρέπει να βρεθεί σε αληθινούς χώρους ζωής και δράσης. Για να συμβεί αυτό, ο χώρος του νηπιαγωγείου πρέπει να επεκταθεί προς την πόλη και η πόλη να διεισδύσει στο νηπιαγωγείο, ώστε να αναπτύξουν μια δραστήρια σχέση ανταλλαγής.
  Το μοντέλο αυτό λειτουργίας δεν υπονοεί την πλήρη αντικατάσταση της αίθουσας διδασκαλίας από χώρους έξω από το νηπιαγωγείο, τόσο για λόγους λειτουργικούς και ασφαλείας , όσο και διότι τα παιδιά χρειάζονται ένα σταθερό σημείο αναφοράς ώστε να αισθάνονται σταθερότητα, αλλά και έναν οικειοποιημένο τόπο, αποκλειστικά δικό τους, ώστε να βιώνουν τη θαλπωρή. Για να βρεθεί η ισορροπία ανάμεσα στην παροχή αληθινών ερεθισμάτων και την ασφάλεια, τη σταθερότητα, την οικειότητα και τη θαλπωρή, πρέπει να υπάρχει μια διαβάθμιση στην ιδιωτικότητα των χώρων. Μεγάλη ιδιωτικότητα σημαίνει μεν ασφάλεια, σταθερότητα και θαλπωρή, αλλά υστερεί σε παροχή ερεθισμάτων από τον έξω κόσμο προς τα παιδιά. Το άλλο άκρο καταλύει την πραγματική και ψυχολογική ασφάλεια, τη θαλπωρή και την οικειότητα.
  Έτσι πρέπει αρχικά να υπάρχουν ορισμένοι χώροι αποκλειστικής χρήσης των νηπίων όπου τα παιδιά μέσα από το παιχνίδι, επεξεργάζονται τα ερεθίσματα που δέχονται με ασφάλεια και θαλπωρή (έδρες) . Μετά πρέπει να υπάρχουν χώροι στους οποίους λαμβάνουν χώρα καθημερινές δραστηριότητες και πράξεις της ενήλικης ζωής. Σε αυτούς τους χώρους (πυρήνες ενδιαφέροντος) τα παιδιά συνυπάρχουν με τους «μεγάλους», παρατηρούν τις ασχολίες, τις κινήσεις, τις πράξεις τους, δέχονται ερεθίσματα και τελικά, περιοδικά και υπό προϋποθέσεις, συμμετέχουν.
  Και στους πυρήνες ενδιαφέροντος όμως πρέπει να υπάρχει μία διαβάθμιση στην ιδιωτικότητα. Έτσι το πρώτο βήμα προς την πόλη είναι πυρήνες ενδιαφέροντος οικείοι και κοντινοί στο νηπιαγωγείο, όπου τα παιδιά θα μπορούν να συλλέγουν εμπειρίες και ερεθίσματα σε ένα πραγματικό περιβάλλον χωρίς να απομακρύνονται από τη «βάση» τους. Άλλωστε θα αξιοποιούν καθημερινά τους χώρους αυτούς, άρα θα τ ους θεωρούν όλο και πιο οικείους. Το δεύτερο βήμα είναι πυρήνες διάσπαρτοι σε κάθε σημείο της πόλης που μπορεί να έχει ενδιαφέρον για τα παιδιά, πληρώντας φυσικά κάποιες προϋποθέσεις ασφάλειας και υγιεινής.
  Με άξονα αυτή την πρόταση η έδρα του νηπιαγωγείου τοποθετείται σε έναν από τους σημαντικότερους χώρους κοινωνικής ζωής· την πλατεία. Ο δημόσιος χώρος συνάθροισης, ως χώρος κοινωνικής επαφής και συνδιαλλαγής, ώσμωσης ή και συγκρούσεων, είναι ένας κατεξοχήν εξωστρεφής και επικοινωνιακός τόπος. Έτσι η βάση του λειτουργικού μοντέλου του νηπιαγωγείου είναι ένα σύνολο από ιδιωτικούς και δημόσιους χώρους. Οι μεν δημόσιοι παρέχουν στα παιδιά τη δυνατότητα να παρατηρούν και να συλλέγουν πληροφορίες και ερεθίσματα, οι δε ιδιωτικοί παρέχουν έναν ασφαλή και οικείο τόπο, όπου τα επεξεργάζονται. Στην ουσία κάθε υποπεριοχή της πλατείας είναι ένας εν δυνάμει πυρήνας ενδιαφέροντος , ανάλογα με την κατοίκηση που θα επιτευχθεί. Οι πυρήνες αυτοί σταδιακά οικειοποιούνται από τα παιδιά και χρησιμοποιούνται ως μια επέκταση των , καθαρά δικών τους , βάσεων. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι η πρόταση αυτή δεν έχει να κάνει με μια συμβολιστική μεταφορά της πλατείας ως χωρικού μοντέλου στον χώρο του νηπιαγωγείου· αντίθετα ο χώρος των νηπίων που προτείνεται είναι μέρος της πλατείας, ούτως ώστε η εκπαιδευτική διαδικασία να λαμβάνει χώρα ουσιαστικά όχι μόνο δίπλα, αλλά και μέσα σε αυτήν. Με αυτό τον τρόπο , εκτός από την ανάγκη για επαφή με τον πραγματικό κόσμο, εκπληρώνεται και η ανάγκη για ποικιλία αφού τα , πραγματικά , ερεθίσματα που παρέχονται εδώ στα παιδιά δεν είναι ποτέ τα ίδια, σε αντίθεση με τα τεχνητά που επαναλαμβάνονται. Η ποικιλία στα παρεχόμενα ερεθίσματα επιτείνεται και από την ύπαρξη επιπλέον, ειδικών, πυρήνων ενδιαφέροντος μέσα στην πλατεία. Οι χώροι αυτοί είναι αφιερωμένοι στη φιλοξενία επαγγελματικών δραστηριοτήτων μικροχειροτεχνίας, και κατασκευής χειροποίητων αντικειμένων ( για παράδειγμα κουλουροποιία, εργαστήριο κεραμικών, υφαντικής, ξυλογλυπτικής, καφενείο κλπ). Οι δραστηριότητες αυτές παρέχουν στα παιδιά μια πληθώρα αυθεντικών ερεθισμάτων - κινήσεις, δημιουργία, διαφορετικά υλικά, υφές, χρώματα κλπ - καθώς και τη δυνατότητα να συμμετέχουν τα ίδια περιοδικά σε αυτές.

  Ο συνδυασμός χώρων αποκλειστικής χρήσης των νηπίων με χώρους δημόσιας χρήσης ικανοποιεί τόσο την ανάγκη για ασφάλεια (πραγματική και ψυχολογική) , οικειότητα και θαλπωρή, όσο και την ανάγκη για παροχή αληθινών ερεθισμάτων στα παιδιά. Οι «ιδιωτικοί» και οι δημόσιοι χώροι αλληλοσυμπληρώνονται. Για να πραγματοποιηθεί αυτό η ενιαία αίθουσα διδασκαλίας κατακερματίζεται σε μικρότερες περιοχές (έδρες), ώστε να συνδιαλαγεί με τους χώρους της πλατείας. Οι έδρες αυτές έχουν μεν σαφές όριο ( και πάλι για λόγους λειτουργικής και ασφαλείας) αλλά παρέχουν άμεση οπτική και κινητική επικοινωνία με τους καθαρά δημόσιους χώρους. Όμως, και λόγω του ανάγλυφου οικοπέδου, και ο δημόσιος χώρος κατακερματίζεται. Οι κατακερματισμένοι λοιπόν χώροι της πλατείας και του νηπιαγωγείου διαπλέκονται, με αποτέλεσμα ένα σύνολο από τόπους με διαβαθμισμένη ιδιωτικότητα. Η διαβάθμιση αυτή εξαρτάται τόσο από τη χρήση (νηπιαγωγείο – πλατεία) όσο και από το μέγεθος, τη θέση, το βάθος, το οπτικό πεδίο της κάθε υποπεριοχής.
  Σε πρώτη φάση το σύνολο των διάσπαρτων κλειστών χώρων του νηπιαγωγείου επεκτείνεται στην πλατεία, δημιουργώντας πυρήνες ενδιαφέροντος μέσα σε αυτήν. Έτσι δημιουργείται ένα σύνολο που περιλαμβάνει τις αίθουσες – έδρες του νηπιαγωγείου και τους πυρήνες ενδιαφέροντος της πλατείας.
  Όμως το να συνδιαλέγεται το νηπιαγωγείο με έναν χώρο πραγματικής κοινωνικής ζωής όπως η πλατεία, δεν αρκεί από μόνο του για να δημιουργήσουν τα παιδιά μια σφαιρική άποψη του περιβάλλοντος, της ζωής και της πραγματικότητας. Έτσι το νηπιαγωγείο, έχοντας καταλύσει τα όρια της αίθουσας και έχοντας βγει στην πλατεία, καταρρίπτει τώρα το όριο της πλατείας και επεκτείνεται στην πόλη. Έτσι δημιουργούνται πολλοί χωρικοί πυρήνες νηπιακής αγωγής, διάσπαρτοι μέσα στο κοινωνικό, δομημένο , αστικό ή φυσικό περιβάλλον των παιδιών. Οι τόποι αυτοί αξιοποιούνται περιοδικά από το νηπιαγωγείο, και στεγάζουν δράσεις και πράξεις της ενήλικης ζωής, κυρίως επαγγελματικές δραστηριότητες. Σε αυτούς τους χώρους τα παιδιά συνυπάρχουν με τους «μεγάλους», παρατηρούν τις ασχολίες, τις κινήσεις, τις πράξεις τους, δέχονται ερεθίσματα και τελικά, περιοδικά και υπό προϋποθέσεις, συμμετέχουν. Έτσι τα παιδιά δέχονται από το νηπιαγωγείο αληθινά και ουσιαστικά ερεθίσματα, αντί για τεχνητά και επιλεκτικά. Το σύνολο αυτό των κέντρων ενδιαφέροντος συμπληρώνεται και από ορισμένους τόπους σφαιρικότερης σημασίας, όπως στη φύση και σε σημεία πολιτισμικού ενδιαφέροντος.

Επιβλέπων: Καναρέλης Θεοκλής

Αριθμός Αναφοράς: 209