Arch.Uth Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Arch.Uth UTH.gr English

 Η παρούσα διπλωματική εργασία αφορά την δημιουργία φοιτητικής εστίας στην πόλη των Ιωαννίνων, έκτασης 4.558,05 τμ. και δυνατότητα φιλοξενίας 71 ατόμων, έχοντας ως βασική αρχή την παραγωγή ενός  σύγχρονου χωρικού συνόλου, φιλικό προς τον χρήστη και περιβάλλον. 

 Πληθώρα δραστηριοτήτων όπως αίθουσα καφέ, διαβάσματος, χορού και προβολών προάγουν το πνεύμα ομαδικότητας και αλληλεπίδρασης μεταξύ των χρηστών, παρέχοντας ταυτόχρονα και σημεία ενδιαφέροντος και πόλους έλξης  εντός του κτιρίου. Στους χώρους των υπνοδωματίων ωστόσο, η πρόσβαση είναι ελεγχόμενη, παρέχοντας ταυτόχρονα ένα άνετο περιβάλλον κατοίκισης στον χρήστη.

 Η τοποθεσία του κτιρίου ευνοεί την γρήγορη πρόσβαση τόσο στον χώρο του πανεπιστημίου όσο και στο κέντρο της πόλης. Το ίδιο συμβαίνει όσον αφορά και την πρόσβαση στο ίδιο το κτίριο, η οποία είναι εφικτή είτε από την βορειοανατολική πλευρά μέσω του βατού στεγάστρου – ράμπας  το οποίο οδηγεί στον δεύτερο όροφο του κτιρίου, στο κοινόχρηστο τμήμα (πρόσβαση από την πόλη), είτε από την νοτιοανατολική πλευρά του, απευθείας στην κεντρική είσοδο (πρόσβαση από το Πανεπιστήμιο).

 Η περιβαλλοντική προσέγγιση του σχεδιασμού αφορά κυρίως την επάρκεια σε φυσικό φωτισμό και αέρα όπως επίσης και την ομαλή ένταξή του στον περιβάλλοντα χώρο. Μεγάλο ποσοστό της ενεργειακής απαίτησης του κτιρίου παρέχεται από φωτοβολταϊκά και ηλιακά πάνελ, κάνοντας ταυτόχρονα χρήση οικολογικών και γηγενών υλικών δόμησης, αποσκοπώντας στην ανάδειξη της τοπικής  κουλτούρας, η οποία είναι αρκετά έντονη στο σύνολο της πόλης. Τέλος, υπαίθριοι και ημιυπαίθριοι  χώροι πρασίνου βελτιώνουν το μικροκλίμα της περιοχής, όπως και την ποιότητα ζωής των χρηστών, συνεπικουρώντας στην δημιουργία ενός άρτιου συνόλου, το οποίο θα αποτελεί πηγή έλξης αλλά και έμπνευσης  για τους φοιτητές της πόλης.

Επιβλέποντες: Μητρούλιας Γεώργιος, Τσαγκρασούλης Aριστείδης

Αριθμός Αναφοράς: 721

 

 Η συγκεκριμένη διπλωματική εργασία διαπραγματεύεται την δημιουργία φοιτητικών κατοικιών στο πρώην Νοσηλευτικό ίδρυμα «Παναγία».

 Το νοσοκομείο «Παναγία» είναι ένα κτιριακό συγκρότημα, το οποίο βρίσκεται στον αστικό ιστό της πόλης της Θεσσαλονίκης.  Συγκεκριμένα, βρίσκεται στην Νέα Κρήνη της Καλαμαριάς, μια οικιστική περιοχή κοντά στην θάλασσα, με αρκετές μικρές επιχειρήσεις και καλό βιοτικό επίπεδο.

 Ως φοιτητικές κατοικίες, με στόχο την αναβάθμιση της ποιότητα ζωής των φοιτητών και την αποσυμφόρηση του κέντρου της Θεσσαλονίκης που πλέον ασφυκτιά. Η περιοχή των πανεπιστημίων στην πόλη χρειάζεται να αναβαθμιστεί και να επεκταθεί και σε άλλες περιοχές, όπως ήδη έχει γίνει εκτεταμένα στο δυτικό κομμάτι και σε πολύ μικρό βαθμό στο ανατολικό. Καθώς, οι ανάγκες της πόλης έχουν αυξηθεί  η ενοικίαση  κατοικιών είναι πλέον δύσκολη και πολλές φορές οικονομικά εκμεταλλεύσιμη. Επιπλέον, σε μία μεγάλη πόλη, η ύπαρξη φοιτητικών εστιών θα βοηθήσει τα άτομα τα πρώτα χρόνια της διαμονής τους να ενταχθούν ομαλά στα νέα δεδομένα, χωρίς να αισθάνονται απομονωμένα, όταν βρίσκονται εκτός πανεπιστημίου. Δημιουργώντας, φοιτητικές κοινότητες που θα αποτελούν ηχηρό κομμάτι της κοινωνίας.

 Η επέμβαση που προτείνεται προβλέπει την επαναλειτουργία του κτιρίου, την πλήρη διαμόρφωση των χώρων διαμονής και την προσθήκη νέων λειτουργιών στους χώρους, ώστε να καλύπτονται οι περισσότερες ανάγκες των φοιτητών.

 Οι παρεμβάσεις βασίζονται στην κύρια δομή του κτιρίου, τόσο με την προσθήκη και την αφαίρεση όγκων, όσο και με εσωτερική διαμόρφωση των χώρων.

 Κλείνοντας, η αποκατάσταση του κτιρίου θα βασιστεί στην ενεργειακή αναβάθμιση, με χαμηλότερη ενεργειακή κατανάλωση, ορθή εκμετάλλευση του φυσικού φωτισμού -τοποθεσίας, ώστε το κτίριο να είναι βιώσιμο με μειωμένους ρύπους προς το περιβάλλον.

Επιβλέποντες: Αδαμάκης Kώστας, Τσαγκρασούλης Aριστείδης

Αριθμός Αναφοράς: 740

 

 Η συνάντηση του παραδοσιακού θεσμού του μουσείου με το σύγχρονο υποκείμενο γεννά την ανάγκη αναπροσδιορισμού της μεταξύ τους σχέσης. Αποδεσμεύοντας το μουσείο από τον καθιερωμένο ρόλο του ως δοχείο γνώσης και του επισκέπτη ως παθητικό υποκείμενο, στην παρούσα διπλωματική εργασία, εξερευνώνται οι πιθανές προοπτικές ενός μουσειακού δικτύου που έρχεται σε άμεσο διάλογο με την πόλη.

 Το μουσειακό βίωμα τροποποιείται ανάλογα με το αστικό σχέδιο. Δημιουργούνται αφηγηματικά δίκτυα στον ιστό της πόλης, μέσω των οποίων το υποκείμενο μπορεί να έρθει σε επαφή με μουσειακά ίχνη. Η πόλη γίνεται το κέντρο της αλληλεπίδρασης, ο μεσολαβητής μεταξύ μουσείου και σύγχρονου υποκείμενου. Απτά αντικείμενα, αισθήσεις, νοήματα και αφηγήσεις εμπλέκονται και δημιουργούν χιμαιρικά σενάρια. Το μουσείο βγαίνει από τους τοίχους του, τα εκθέματα ανακατατάσσονται, επανερμηνεύονται, δημιουργούν συνειρμούς και αντιπαρατίθενται με ετερόκλητα στοιχεία. Έτσι γεννιούνται οι χίμαιρες.

 Έχοντας ως βασικούς ερευνητικούς στόχους την αναθεώρηση των αφηγηματικών πλαισίων, την αισθητηριακή βίωση, τη διάδραση και την εξατομίκευση, η πρόταση περιλαμβάνει ένα σύμπλεγμα, φυσικών και μη, δικτύων που λειτουργούν ταυτόχρονα, ενισχύοντας και εξελίσσοντας τον πυρήνα των μουσείων. Δημιουργείται ένα πλέγμα χωρικών μουσειακών εμπειριών στην πόλη του Βόλου και, συγχρόνως, μια ψηφιακή εφαρμογή που προωθεί την εμπλοκή του υποκειμένου με τα μουσειακά ερεθίσματα στοχεύοντας σε μια εξατομικευμένη σχέση. Ο συνδυασμός όλων των επιμέρους στοιχείων συγκροτεί ένα δίκτυο αλληλεπιδράσεων μεταξύ ανθρώπων, μουσειακού ίχνους και πόλης και οδηγεί σε αφηγηματικές διαδρομές βάση προσωπικών διεργασιών.

 Η έκβαση της έρευνας είναι ένα κολλάζ ετερόκλητων στοιχείων, ένα πολυτροπικό, μουσειακό αφήγημα, μια εν δυνάμει χίμαιρα.

Επιβλέπων: Παπακωνσταντίνου Γιώργος

Αριθμός Αναφοράς: 743