Arch.Uth Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Arch.Uth UTH.gr English

Η ανεξάρτητη κατοίκηση των φοιτητών κατά την διάρκεια των σπουδών τους είναι μια κατοίκηση με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Έχει χαρακτήρα μόνιμο (για 5 χρόνια περίπου) αλλά και προσωρινό εφόσον θα υπάρξει μετά μετακίνηση σε έναν τόπο εγκατάστασης. Αποτελεί συνήθως την πρώτη ανεξάρτητη κατοίκηση (εκτός οικογενειακής εστίας) για την πλειοψηφία των φοιτητών. Μέσα στην κατοικία του φοιτητή αναπτύσσονται μηχανισμοί οικειοποίησης και κοινωνικοποίησης. Από έρευνα που έγινε στα πλαίσια της ερευνητικής εργασίας έγινε σαφές ότι η σημερινή κατοίκηση των φοιτητών γίνεται υπό δύσκολες συνθήκες. Πολλές φορές οι κατοικίες δεν αντιστοιχούν στον τρόπο ζωής τους.
Κατά τη διάρκεια των σπουδών τους, μένουν είτε σε εστίες είτε σε διαμερίσματα που δεν έχουν σχεδιαστεί για φοιτητική κατοίκηση. Στις εστίες χάνεται μέρος της ιδιωτικότητας των φοιτητών εφόσον καλούνται να μοιραστούν χώρους με άλλους φοιτητές. Ταυτόχρονα όμως, μια εστία βοηθά στην ανάπτυξη διαπροσωπικών σχέσεων μεταξύ φοιτητών. Στα διαμερίσματα πολυκατοικιών οι φοιτητές έχουν μεν την επιθυμητή ιδιωτικότητα αλλά εφόσον το διαμέρισμα δεν έχει σχεδιαστεί για φοιτητική κατοίκηση δεν έχουν την λειτουργικότητα και την ευελιξία που επιθυμούν.
Αντικείμενο μελέτης της διπλωματικής εργασίας είναι ο σχεδιασμός ενός μοντέλου συγκροτήματος φοιτητικών κατοικιών. Στόχος είναι η διερεύνηση και ο σχεδιασμός της σύγχρονης κατοίκησης ώστε να καλύπτει τις ανάγκες λειτουργικότητας, έκφρασης, συνεργασίας και ιδιωτικότητας του σημερινού φοιτητή.
Η μέθοδος προσέγγισης βασίστηκε στα συμπεράσματα της ερευνητικής εργασίας καθώς και στα αποτελέσματα που έδωσε έρευνα που έγινε σε φοιτητές. Η έρευνα στηρίχθηκε σε κατόψεις που έκαναν οι φοιτητές σε κάναβο 8*8. Οι κατόψεις περιλαμβάνουν τους επιθυμητούς χώρους και τις επιθυμητές χρήσεις για τον καθένα. Σκοπός ήταν η κατανόηση των επιθυμιών του κάθε φοιτητή όσον αφορά τους χώρους και την ευελιξία της κατοικίας του.
Η συλλογή των στοιχείων οδήγησε στο συμπέρασμα ότι ο φοιτητής θέλει έναν χώρο που να μπορεί να τον προσαρμόσει όπως θέλει ο ίδιος.
Η χωρική αναπαράσταση των επιθυμητών χρήσεων αποτέλεσε την συνθετική αφετηρία η οποία οδήγησε σε 4 τύπους κατοικιών. Ο φοιτητής καλείται να δώσει ο ίδιος τις επιθυμητές χρήσεις και χώρους βάσει οδηγών που υπάρχουν στο πάτωμα της κάθε κατοικίας στους οποίους θα τοποθετούνται εκ των υστέρων οι τοίχοι.
Ο συνδυασμός των τύπων μεταξύ τους γίνεται βάσει σεναρίου, το οποίο δημιουργεί διαπροσωπικές σχέσεις στους δημόσιους χώρους του μοντέλου και περιορίζει την ιδιωτικότητα των φοιτητών στο εσωτερικό της κατοικίας.

Επιβλέπουσα: Τροβά Βάσω

Αριθμός Αναφοράς: 56

 

Σταθμός του προαστιακού σιδηροδρόμου στο λιμάνι του Λαυρίου. Κτίζοντας με το έδαφος.
Το φυσικό τοπίο της Λαυρεωτικής με τα υψώματα και την εκτόνωση στη θάλασσα, σε συνδυασμό με το τεχνητό που αποτελείται από τα λείψανα των κτισμάτων της μεταλλευτικής, την λαξευμένη φυσική τοπογραφία από τα εγκαταλελειμμένα ορυχεία και την άναρχη νεότερη δόμηση συνθέτουν το σημερινό ημιαστικό τοπίο της πόλης.
Η αποδέσμευση του τόπου από τη βιομηχανική λειτουργία συνετέλεσε σε μία έκδηλη απουσία ροής και κινήσεων που εξασφάλιζε παλαιότερα η παραγωγική διαδικασία. Σήμερα η πόλη πρόκειται να ενταχθεί στο ευρύτερο δίκτυο μεταφορών και συγκοινωνιών της Αττικής δημιουργώντας προϋποθέσεις για ένα ώθηση στην ανάπτυξη της περιοχής. Στα πλαίσια αυτά προβλέπεται η δημιουργία σταθμού του προαστιακού σιδηροδρόμου που θα συνδέει το αεροδρόμιο με το νέο λιμάνι του Λαυρίου.
Ο τερματικός του προαστιακού σιδηροδρόμου, οφείλει να υπογραμμίζει το ρόλο του σταθμού ως πύλη εισόδου στην πόλη και στα διαφορετικά μέσα που συνδέει, οργανώνοντας ένα δίκτυο κινήσεων (πεζών – τρένων -διαδρομών συνδέσεως με το λιμάνι – αυτοκινήτων -λεωφορείων), ενσωματώνοντας παράλληλα στοιχεία του χαρακτήρα της πόλης, και επαναπροσδιορίζοντας την έννοια του μη-τόπου που χαρακτηρίζει τους σύγχρονους σταθμούς. Η διαδικασία που ακολουθήθηκε στο project στοχεύει στο να αποδομήσει, να αναμορφώσει, και να κατοικήσει το έδαφος. Η κατασκευή λειτουργεί σαν ένα όργανο που λαξεύει τη γη της Λαυρεωτικής. Αποσπά τμήματα από την μάζα της ενώ ταυτόχρονα καλείται να αναπληρώσει το κενό διάστημα που δημιουργήθηκε, διαμορφώνοντας κελύφη που φιλοξενούν τις λειτουργίες του προγράμματος. Κατά συνέπεια η παρέμβαση διαμορφώνει μια νέα φυσική τοπογραφία, στην οποία τα αποσπασματικά τμήματα του κτίσματος μπορούν να ειδωθούν σαν σύγχρονα θραύσματα μέσα στο τοπίο του, υπό κατασκευή, νέου λιμανιού της περιοχής.

Επιβλέπων: Παπαδόπουλος Σπύρος

Αριθμός Αναφοράς: 70

 

Επιβλέπων: Στυλίδης Ιορδάνης

Αριθμός Αναφοράς: 77

 

Επιβλέπων: Κοτιώνης Ζήσης

Αριθμός Αναφοράς: 71

 

Η Θεσσαλονίκη είναι μία πόλη άμεσα συνδεδεμένη με τη ζωή και την ιστορία του κινηματογράφου. Σήμερα, η κύρια λιμενική χρήση της πρώτης προβλήτας, σε συνδυασμό με τη λειτουργία τριών μουσείων, Κινηματογράφου, Φωτογραφίας και Σύγχρονης Τέχνης, καθώς και πολλών αιθουσών κινηματογράφου και πολιτιστικών εκδηλώσεων, έχουν αναδείξει το χώρο του λιμανιού σε ένα περιβάλλον με έντονη πολιτιστική δραστηριότητα.

Η πρόταση αφορά στη δημιουργία Ταινιοθήκης - Κέντρου Κινηματογραφικών Ερευνών στην πρώτη προβλήτα του λιμανιού απέναντι από το μουσείο Κινηματογράφου. Η Ταινιοθήκη αποτελεί έναν πολιτιστικό φορέα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που έχει ως στόχο την έρευνα, τη συγκέντρωση, τη διάσωση και την προβολή της ελληνικής και παγκόσμιας κινηματογραφικής κληρονομιάς. Σήμερα η Ταινιοθήκη στεγάζεται σε τμήμα του μουσείου Κινηματογράφου, έχει περιορισμένη λειτουργία λόγω έλλειψης χώρου κι ελλιπή υποδομή. Έτσι, με τη μεταφορά της ήδη υπάρχουσας λειτουργίας της Ταινιοθήκης από το μουσείο Κινηματογράφου προτείνεται η δημιουργία ενός οργανωμένου πλέον χώρου με κατάλληλη υποδομή, που να συνδυάζει παράλληλα δραστηριότητες κινηματογραφικής έρευνας.

Αρχικό concept της σύνθεσης αποτελεί η δημιουργία μιας οθόνης στην κύρια όψη του κτιρίου, ορατή από την παραλία της πόλης.

Στόχο της σύνθεσης αποτελεί η σύνδεση του κτιρίου με το μουσείο Κινηματογράφου λόγω της συσχετιζόμενης μεταξύ τους λειτουργίας αποθήκευσης κινηματογραφικού υλικού, και η δημιουργία μιας δημόσιας διαδρομής που ξεκινά από το μουσείο Κινηματογράφου και καταλήγει μέσα στον ίδιο το κτιριακό οργανισμό. Η διαδρομή αυτή συσχετίζεται με τη λειτουργία της Ταινιοθήκης, και αποτελείται και από άλλες επιμέρους δημόσιες διαδρομές που λειτουργούν με βάση τις ήδη υπάρχουσες χρήσεις της προβλήτας.

Το κτίριο μορφολογικά συντίθεται από δύο διαφορετικά περιβλήματα. Το ένα στεγάζει τις κύριες χρήσεις της Ταινιοθήκης, αποτελεί το κλειστό κι εσωστρεφές τμήμα του κτιρίου, ενώ το άλλο έχει πιο δημόσιο χαρακτήρα και φέρει λειτουργίες που αφορούν τον επισκέπτη και το ευρύ κοινό. Η διακριτή υπόσταση των βασικών στοιχείων μιας κινηματογραφικής αίθουσας - καμπίνα προβολής, πλατεία, οθόνη - αποτέλεσε όργανο της σύνθεσης του κεντρικού τμήματος του αιθρίου.

Η προβλήτα στη σύνθεση του κτιρίου λειτουργεί ως σταθμός των πλοίων, που σήμερα έχουν ψυχαγωγική δραστηριότητα και σε καθημερινή βάση διασχίζουν το Θερμαϊκό, και δημιουργεί ένα θαλάσσιο άξονα με μέτωπο στην παραλία της πόλης.

Επιβλέπων: Μανωλίδης Κωνσταντίνος

Αριθμός Αναφοράς: 55

 

Η μελέτη αποτελείται από δύο στάδια. Από το τοπίο στο αντικείμενο και από το αντικείμενο στο τοπίο.
Στο πρώτο στάδιο πραγματοποιούνται περιπλανήσεις σε τυχαίους τόπους και κατά τη διάρκεια τους εντοπίζονται, συλλέγονται και αποτυπώνονται διάφορα ευρεθέντα αντικείμενα (founding objects). Ως κριτήριο επιλογής ορίζονται οι ψυχικές διαθέσεις και το υποκειμενικό οπτικό ενδιαφέρον.
Στο δεύτερο στάδιο, αφού επεξεργαστούν τα στοιχεία συλλογής της πρώτης διαδικασίας, προκύπτουν και κατασκευάζονται σε πραγματική κλίμακα δύο κατασκευές που τοποθετούνται στη συνέχεια και αυτά μέσα στο τοπίο.

Επιβλέπων: Τζιρτζιλάκης Γιώργος

Αριθμός Αναφοράς: 65

 

Η υποθαλάσσια εγκατάσταση ΕΝ.Α.Ε. είναι ένα κέντρο μέσα από το οποίο γίνεται η διαχείριση του ενάλιου πλούτου των δυτικών ακτών του Νότιου Παγασητικού. Εξυπηρετεί τις ανάγκες του Ι.ΕΝ.Α.Ε. (Ινστιτούτου Εναλίων Αρχαιολογικών Ερευνών) και αποσκοπεί τόσο στην εκπαίδευση όσο και την ψυχαγωγία των επισκεπτών. Το γεγονός ότι εντοπίζονται οχτώ αρχαία ναυάγια που εντάσσονται χρονολογικά από τους ύστερους ρωμαϊκούς έως τους βυζαντινούς χρόνους αποτέλεσε την αιτία να τοποθετηθεί η εγκατάσταση στην περιοχή ανάμεσα στη Στενή Αγκάλη και τον κολπίσκο Τηλέγραφο. Η θέση της παρέχει αμεσότητα στις εργασίες τόσο των αρχαιολόγων, όσο και του συνεργείου που κάνει καταδύσεις και ανασύρει τα αρχαία ευρήματα. Σε πραγματικό χρόνο είναι δυνατή η παρακολούθηση των υποθαλάσσιων εργασιών των δυτών και η κατεύθυνσή τους με τον καλύτερο τρόπο. Τα ευρήματα, λοιπόν, μεταφέρονται στα εργαστήρια της εγκατάστασης, όπου και πραγματοποιούνται οι εργασίες συντήρησης άμεσα και έπειτα τοποθετούνται στο υποθαλάσσιο μουσείο.
Η εγκατάσταση περιλαμβάνει τις παρακάτω χρήσεις:
Στη στεριά

  •  θέσεις στάθμευσης για Ι.Χ. και λεωφορεία,
  •  πρόσβαση από τους χώρους στάθμευσης στην προβλήτα.

Στη θάλασσα

  •  προβλήτα και χώρους χρήσεων όπως κοιτώνες φιλοξενίας, αίθουσες αποθήκευσης εξοπλισμού, κέντρο εκπαίδευσης νέων αρχαιολόγων και εργαστήριο,
  •  υποθαλάσσιο μουσείο, αμφιθέατρο και ηλεκτρονική βιβλιοθήκη,
  •  καθώς επίσης και κλιμακοστάσιο που συνδέει το υπερθαλάσσιο με το υποθαλάσσιο τμήμα της εγκατάστασης.

Εφαρμόζονται μέθοδοι ενεργειακού σχεδιασμού, ώστε το κτίριο να λειτουργεί με μια σχετική αυτονομία όσον αφορά τον ηλεκτρισμό του και να επιτυγχάνει αερισμό στο υποθαλάσσιο τμήμα του. Εγκαθίστανται φωτοβολταϊκά στοιχεία στους υπερθαλάσσιους φλοιούς της εγκατάστασης και υποθαλάσσιοι αγωγοί που φέρνουν φρέσκο αέρα στο μουσείο.
Η εγκατάσταση αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση των αρχαιολόγων του Ι.ΕΝ.Α.Ε, την ανάπτυξη της έρευνας και της διαχείρισης του ενάλιου πλούτου, την εκπαίδευση νέων αρχαιολόγων και δυτών ενάλιας αρχαιολογίας και στην ψυχαγωγία του κοινού που θα την επισκεφτεί.

Επιβλέποντες: Γαβρήλου Έβελυν, Μπουρδάκης Βασίλης, Τσαγκρασούλης Aριστείδης

Αριθμός Αναφοράς: 66