Arch.Uth Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Arch.Uth UTH.gr English

Αντικείμενο της διπλωματικής εργασίας είναι ο κυματοθραύστης στο λιμάνι του Βόλου. Η προσωπική ανάλυση κατάληξε σε ένα νέο μοντέλο κατοίκησής του. Με πρόθεση την προέκταση των χρήσεων της πόλης στη θάλασσα, η κατοικία, το εμπόριο, ο πολιτισμός, οι υπηρεσίες, η εκπαίδευση, η πλατεία βγήκαν από την πόλη και ήρθαν και έδεσαν πάνω στον βραχίονα του κυματοθραύστη. Αγκυροβόλησαν. Δημιουργήθηκαν όγκοι με γεωμετρική αλληλουχία προσαρμοσμένοι στην κλίμακα της επιφάνειας που τους δέχτηκε, και τοποθετημένοι με τρόπο τέτοιο ώστε το μέτωπο που δημιουργούν να έχει αναφορά το υπάρχον αστικό. Οι δραστηριότητες της πόλης συνεχίστηκαν και στον κυματοθραύστη αρθρώνοντας ταυτόχρονα μια νέα ταυτότητα, αυτή της πόλης στη θάλασσα.

Οι χρήσεις αναπτύσσονται σε δύο επίπεδα και ο βραχίονας σπάει σε σημεία για να γίνεται διέλευση σκαφών. Ενώνεται με την πόλη και από τη θάλασσα, με την ίδρυση νέων δρομολογίων προς αυτόν. Στο πρώτο κομμάτι του υπάρχει ένας χώρος διαλέξεων του πανεπιστημίου, μία πλατεία, μία καφετέρια, έκθεση βιβλίου, τα γραφεία του ιστιοπλοϊκού ομίλου, μία αγορά, εκδοτήριο εισιτηρίων, καθώς και εξέδρες για περιπατητές και αλιείς. Στο δεύτερο κομμάτι του υπάρχουν φοιτητικές κατοικίες.

Με στόχο την εξασφάλιση της συνεχής κίνησης ανθρώπων και την πλοκή συνεχώς μεταβαλλόμενων συμβάντων, οι χρήσεις που επιλέχθηκαν κάνουν ακριβώς αυτό. Η καφετέρια ανανεώνεται συνεχώς από θαμώνες, η αγορά κάθε μέρα έχει και διαφορετικά αγαθά, οι φοιτητές των κατοικιών φεύγουν με το τέλος των σπουδών τους, και αντικαθίστανται από άλλους.

Επιβλέπουσα: Τροβά Βάσω

Αριθμός Αναφοράς: 85

 

Η διπλωματική εργασία έχει σαν θέμα τον ανασχεδιασμό των κωπηλατικών εγκαταστάσεων του Ναυτικού Ομίλου Ιωαννίνων. Η περιοχή μελέτης της διπλωματικής εργασίας βρίσκεται σε παραλίμνια τοποθεσία στην πόλη των Ιωαννίνων και στην οποία υπάρχουν εγκαταστάσεις, συγκεκριμένα κωπηλατικές υποδομές, οι οποίες είναι οργανωμένες τμηματικά στο χώρο και διακριτά διαχωρισμένες σε τέσσερις ζώνες.
Στόχος της εργασίας, λαμβάνοντας υπόψη το διαχωρισμό που αναφέρθηκε, είναι η αναδιαμόρφωση και ο ανασχεδιασμός των κωπηλατικών υποδομών και της παραλίμνιας ζώνης, με τέτοιο τρόπο ώστε να εντάσσονται σε ένα ενιαίο λειτουργικό σύστημα.

Επιβλέπουσα: Τροβά Βάσω

Αριθμός Αναφοράς: 89

 

Η διπλωματική εργασία επικεντρώνεται στο οικοδομικό τετράγωνο 155 (Ο.Τ. 155) του Δήμου Νίκαιας. Το Ο.Τ. 155 είναι διαστάσεων 50 επί 70 μέτρα, διασχίζεται από δύο παρόδους κάθετες ή παράλληλες μεταξύ τους πλάτους 5-7 μέτρων και στο εσωτερικό υπάρχει κοινόχρηστος υπαίθριος χώρος. Το σύνολο σχεδόν των κτισμάτων διατηρεί το αρχικό κέλυφός τους από τη δεκαετία του 1920. Χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτών των συγκροτημάτων είναι η συνύπαρξη μαζί με αυτοσχέδιες αλλαγές-προσθήκες που έχουν γίνει με πρωτοβουλία των κατοίκων.
Σκοπός λοιπόν της διπλωματικής εργασίας είναι η διατήρηση των αρχικών κελυφών των κατοικιών, η «απογύμνωσή» τους από τις υπάρχουσες αυτοσχέδιες προσθήκες και η κατασκευή νέων στη συνέχεια των κατοικιών. Η επέμβαση που προτείνεται από την διπλωματική εργασία αποσκοπεί στην διατήρηση της «εντροπίας» του οικοδομικού τετραγώνου. Με βάση τα παραπάνω αποφασίστηκε η χρήση των συμπερασμάτων της ανάλυσης ως συνθετικές αρχές.
Οι βασικές μορφές προσθηκών αναζητούνται στην υπάρχουσα κατάσταση. Η εξέλιξη της κατοικίας είναι άμεσα συνυφασμένη με το πλήθος των ατόμων που αποτελούν το νοικοκυριό. Στη συνέχεια υιοθετήθηκε η στρατηγική της παράθεσης των όγκων αυτών. Η παράθεση όμως δεν αφορά μόνο στο επίπεδο της αρχικής μονάδας αλλά στο χώρο. Κάθε ιδιοκτησία έχει τη δυνατότητα να αναπτυχθεί και σε άλλα επίπεδα από αυτό που αντιστοιχεί η αρχική μονάδα κατοίκησης. Έτσι κάθε κατοικία ανελλίσεται στο χώρο (π.χ. ισόγειο-όροφος-ισόγειο κ.τ.λ., ή όροφος-ισόγειο- όροφος κ.τ.λ.). Η εικόνα του Ο.Τ. 155 που παρουσιάζεται στα πλαίσια της διπλωματικής εργασίας αντιστοιχεί στο πλήθος των ατόμων που κατοικούν στο οικοδομικό τετράγωνο και στα επιμέρους σύνολα- νοικοκυριά που σχηματίζουν. Έτσι λοιπόν, στα αρχιτεκτονικά σχέδια της μελέτης παρουσιάζονται εξήντα δύο (62) κατοικίες που φιλοξενούν από ένα έως επτά άτομα η καθεμία. Επτά εγκαταλειμμένες ιδιοκτησίες μετατρέπονται σε εμπορικά καταστήματα μικρής κλίμακας για την εξυπηρέτηση των κατοίκων του τετραγώνου, ενώ ένα ακόμη διατίθεται ως κοινόχρηστη αποθήκη. Στο εσωτερικό του τετραγώνου διαμορφώνονται σε διάφορα επίπεδα με μέγιστη υψομετρική διαφορά ένα μέτρο και τριάντα εκατοστά ξύλινοι διάδρομοι που συνδέουν τα αρχικά κελύφη, χώρος πρασίνου, και ένα πλάτωμα στο οποίο μπορούν να συγκεντρωθούν παιδιά. Σε κεντρικό σημείο των διαμορφώσεων ένα επίπεδο από αυτά μπορεί να υποδεχθεί ένα θερινό κινηματογράφο εβδομήντα (70) θέσεων, εφήμερης κατασκευής.

Επιβλέπων: Παπαδόπουλος Σπύρος

Αριθμός Αναφοράς: 60

 

Η διπλωματική εργασία αφορά την ανάπλαση τμήματος της παραλίας της πόλης του Βόλου. Eκτείνεται από τις πλωτές εξέδρες, απέναντι από το δημαρχείο μέχρι το κτίριο Παπαστράτου.
Η μελέτη ξεκίνησε με την καταγραφή του χώρου και την αναγωγή της σε χωρικές ποιότητες βάση της διαφορετικής αντίληψης του χώρου από τον πεζό και τον ποδηλάτη. Ο μικρότερος απαιτούμενος χρόνος διάνυσης της κάθε απόστασης από τον ποδηλάτη και η συνεχής εναλλαγή των οπτικών φυγών του έχει σαν αποτέλεσμα την αποσπασματική και αφαιρετική χωρική του αντίληψη καθώς και την απότομη αλλαγή της κλίμακας των στοιχείων που τον αποτελούν.
Κατά την προσπάθεια χαρτογράφησης της εμπειρίας αυτής, προκύπτουν αναπαραστάσεις του χώρου με διάφορα μέσα όπως σκίτσα, μακέτες, φωτογραφικά κολλάζ και οπτικά κείμενα. Ταυτόχρονα, λόγω της καταγραφής των αποσπασμάτων υπό την προοπτική τους μορφή αναπτύσσεται ένα λεξιλόγιο με βασικό σχήμα τη “σφήνα”, στο οποίο βασίζεται η οργάνωση και η μεταξύ τους σύνθεση.
Με τις αναπαραστάσεις αυτές προκύπτουν νέες χωρικές ποιότητες οι οποίες εντάσσονται και διαμορφώνουν το ήδη υπάρχον περιβάλλον. Δημιουργείται μία σύνθεση βάση του παραπάνω λεξιλογίου αποτελούμενη από νέες χαράξεις και μορφές. Αυτές είναι το μέσο επεξεργασίας και καθορισμού των τελικών μορφών της καινούργιας πρότασης. Η πρόταση αυτή περιλαμβάνει τον ανασχεδιασμό του εδάφους, τη δημιουργία χώρων στάσης και κατασκευών οι οποίες θα εξυπηρετούν τις υπάρχουσες χρήσεις. Επίσης περιλαμβάνει τη δημιουργία πλατειών οι οποίες θα εξυπηρετούν και τη διεξαγωγή της έκθεσης βιβλίου.
Με την ανάπλαση αυτή δίνεται, στο χώρο αυτό, η δυνατότητα να αποκτήσει μία συγκεκριμένη ταυτότητα και να μπορεί να εξυπηρετεί καλύτερα τις δραστηριότητες που φιλοξενεί.

Επιβλέποντες: Γαβρήλου Έβελυν, Καλαρά Κωνσταντίνα

Αριθμός Αναφοράς: 88

 

H Αθήνα είναι η μοναδική ευρωπαϊκή πρωτεύουσα που δεν διαθέτει κτίριο λυρικού θεάτρου. Η Εθνική Λυρική Σκηνή στεγάζεται τα τελευταία 50 χρόνια στο θέατρο «Ολύμπια» που παρά τις όποιες προσπάθειες έχουν γίνει κατά καιρό είναι πλέον ακατάλληλο.
Το οικόπεδο που προτείνεται για την ανέγερση Νέας Εθνικής Λυρικής Σκηνής με δεδομένο το γεγονός ότι η Ε.Λ.Σ. από την πρώτη μέρα ίδρυσης της βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας, το πολύ μεγάλο σε κλίμακα κτιριολογικό που απαιτείται για την στέγαση ενός τέτοιου κτιρίου, είναι ο χώρους που βρίσκεται το γηπέδου του Παναθηναϊκού στην Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Η προοπτική ανάπλασης της συγκεκριμένης περιοχής και η μετεγκατάσταση γηπέδου σε νέο χώρο παίζει καθοριστικό ρόλο στην επιλογή του οικοπέδου.
Ο μαέστρος παίζει πολύ σημαντικό ρόλο και πριν αλλά και κατά την διάρκεια μιας παράστασης. Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι ο ρόλος του μαέστρου μοιάζει πολύ με τον ρόλο του αρχιτέκτονα. Είναι αυτός που αναλύει τις ανάγκες ενός έργου – οικοδομήματος, συγκεντρώνει τα απαραίτητα επιμέρους στοιχεία, το αφουγκράζεται – το επεξεργάζεται, και τέλος είναι αυτός που με τις χειρονομίες του το υλοποιεί. Επομένως οι χειρονομίες που κάνει ο μαέστρος μπορούν να μετατραπούν σε αρχιτεκτονική. Έτσι η σύνθεση του κτιρίου προκύπτει από τις συνδυαζόμενες κινήσεις του μαέστρου που αρχικά οργανώνουν την κάτοψη και στην συνέχεια μεταφέρονται στην όψη.

Επιβλέπων: Κοτιώνης Ζήσης

Αριθμός Αναφοράς: 62

 

Η συνοικία που επρόκειτο να μελετηθεί είναι η συνοικία Μπαρμπούτα της Βέροιας, μοναδικό κλειστό τριγωνικό μοντέλο στον Ευρωπαϊκό χώρο. Η συνοικία της Μπαρμπούτας έχει κηρυχθεί διατηρητέα από το Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών το Μάρτιο 1977, με πρόταση της Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης, και αποτελεί ένα από τα λίγα σωζόμενα οικιστικά σύνολα της Βέροιας. Για αυτό τον λόγο, προτείνεται η επανένταξη του οικισμού στην πόλη με την αποκατάσταση και ανάπλασή της και με την ένταξη νέων χρήσεων, συμβατών με τον χαρακτήρα της, που θα την αναζωογονήσουν.
Η μελέτη περιλαμβάνει ιστορικά, πολεοδομικά στοιχεία της πόλης και γενικά της συνοικίας αυτής. Καθώς επίσης έχει μελετηθεί το κάθε κτίριο ξεχωριστά ως προς την αρχιτεκτονική, στην κατάσταση της, στις προηγούμενες επεμβάσεις της και ως προς της χρήσεις της σε αρχικά και σήμερα. Καθώς επίσης περιλαμβάνει τέσσερις σειρές σχεδίων. Η πρώτη αφορά την αποτύπωση της περιοχής στις αρχές της δεκαετίας του 1980, της οποίας τα σχέδια ανασχεδιάστηκαν. Η δεύτερη σειρά περιλαμβάνει αποτύπωση της σημερινής κατάστασης, η τρίτη τεκμηρίωση της υφιστάμενης κατάστασης και η τέταρτη σειρά την πρόταση.
Η πρόταση περιλαμβάνει έναν ξενώνα, στη θέση των πρόσφατα κατεστραμμένων από πυρκαγιά τριών κτιρίων, ένα εστιατόριο, σε κτίριο σχετικά απομονωμένο από τα υπόλοιπα, καθώς υποχωρεί από το εσωτερικό μέτωπο και προβάλλει προς την πλευρά του ποταμού, και ένα κέντρο εκπαίδευσης. Επίσης συμπεριλαμβάνει και η διαμόρφωση του αύλειου χώρου.
Για αυτό τον λόγο, προτείνεται η επανένταξη του οικισμού στην πόλη με την αποκατάσταση και ανάπλασή της και με την ένταξη νέων χρήσεων, συμβατών με τον χαρακτήρα της, που θα την αναζωογονήσουν.

Επιβλέπουσα: Θεολογίδου Κλεοπάτρα

Αριθμός Αναφοράς: 82

 

Αντικείμενο της διπλωματικής εργασίας αποτελεί το κλωστοϋφαντουργείο των Αφών Χατζηνικολάκη στη Βέροια, το οποίο χτίστηκε το 1906. Βρίσκεται στην περιοχή Μουαρίφ στη Βέροια, δίπλα στον ποταμό Τριπόταμο, σε ένα περιβάλλον ιδιαίτερου φυσικού κάλλους. Πρόκειται για ένα συγκρότημα, πέντε συνολικά κτιρίων, συνολικού εμβαδού 1.887,30μ², τα οποία βρίσκονται σε οικόπεδο εμβαδού 24.801,64μ². Το εργοστάσιο ήταν υδροκίνητο, λειτουργούσε με ιπποδύναμη 120 ίππους, απασχολούσε 130 άτομα και παρήγαγε 200.000 χλγ. κλωστής. Η λειτουργία του έχει διακοπεί εδώ και πολλά χρόνια. Στο κεντρικό κτίριο διατηρείται η ηλεκτρογεννήτρια με τους ιμάντες για τη μετάδοση της κίνησης. Το σύνολο, αν κα εγκαταλελειμμένο, διατηρείται σε σχετικά καλή κατάσταση, ενώ σήμερα ανήκει στην οικογένεια Ουσουλτζόγλου. Στόχος της διπλωματικής αυτής εργασίας είναι να μελετήσει την ιστορία του εργοστασίου, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες δημιουργήθηκε, τη σημερινή του κατάσταση, την αποκατάστασή του και την πιθανή μελλοντική του θέση στην πόλη της Βέροιας με την πρόταση νέων χρήσεων και λειτουργιών. Η μελέτη περιλαμβάνει επτά ενότητες.
Στην πρώτη ενότητα γίνεται η ιστορική τεκμηρίωση του εργοστασίου, ξεκινώντας από την πόλη στην οποία εντάσσεται, τους ιδρυτές του, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αρχίζει τη λειτουργία του, τον εξοπλισμό και την οικονομική πορεία της επιχείρησης.
Στη δεύτερη ενότητα, παρουσιάζεται η αποτύπωση του συγκροτήματος. Η αποτύπωση έγινε σταδιακά με επαναλαμβανόμενες επισκέψεις στο χώρο (με τη χρήση μετροταινίας) και φωτογραφήσεις.
Η τρίτη ενότητα περιλαμβάνει τις οικοδομικές φάσεις του συγκροτήματος, οι οποίες διερευνήθηκαν τόσο με την επιτόπου παρατήρηση, όσο και με την αξιολόγηση και σύγκριση αρχειακού υλικού και η τέταρτη ενότητα παρουσιάζει την παθολογία του κελύφους, η οποία μελετήθηκε επιτόπου και με λεπτομερή φωτογραφική τεκμηρίωση.
Η πέμπτη ενότητα ασχολείται με την αποκατάσταση του κελύφους του εργοστασίου, η οποία γίνεται στο πνεύμα της διατήρησης των αξιών και των στοιχείων αυτών που το καθιστούν βιομηχανική κληρονομιά, ενώ στην έκτη ενότητα παρουσιάζονται οι νέες χρήσεις, το κτιριολογικό πρόγραμμα και οι διάφορες κατασκευές που συνθέτουν τις νέες χρήσεις.
Στην έβδομη και τελευταία ενότητα, παρουσιάζεται η μελέτη για την κατασκευή νέου κτιρίου στη θέση παλαιότερου, όπως προκύπτει από την προηγούμενη τεκμηρίωση. Το νέο κτίριο γίνεται προσπάθεια να ενταχθεί όσο πιο αρμονικά γίνεται στην υπάρχουσα δομή και μορφολογία του συγκροτήματος και κυρίως να μη λειτουργεί ανταγωνιστικά προς τα κυρίως κτίριο του συγκροτήματος, που είναι το κτίριο παραγωγής.

Επιβλέπουσα: Θεολογίδου Κλεοπάτρα

Αριθμός Αναφοράς: 111

 

Αφορμή στάθηκε το ερώτημα πως είναι κάποιος να μην έχει καμία απάντηση στο ερώτημα “διεύθυνση κατοικίας;”. Ξεκινώντας από αυτό, εντοπίστηκαν τα προβλήματα που οι άστεγοι των πόλεων αντιμετωπίζουν.
Στην πόλη της Αθήνας ο αριθμός των αστέγων υπολογίζεται ότι αγγίζει τους 17.000 ανθρώπους, χωρίς να μπορούν τα συγκεκριμένα στοιχεία να είναι απόλυτα ακριβή καθώς στην Ελλάδα δεν έχει γίνει ποτέ καμία επίσημη καταγραφή των αστέγων. Ενδιαφέρον και μέριμνα λοιπόν, για τον πληθυσμό αυτό, δείχνουν μόνο η τοπική αυτοδιοίκηση και ορισμένες μη κυβερνητικές οργανώσεις.
Στόχος της εργασίας αυτής είναι μια πρόταση με κατεύθυνση την ανακούφιση των καθημερινών αναγκών των ανθρώπων αυτών. Το σενάριο αφορά παροχή υπηρεσιών πληροφόρησης, μόνιμης ταχυδρομικής διεύθυνσης, φύλαξης προσωπικών αντικειμένων, παροχή εξυπηρετήσεων προσωπικής υγιεινής και καθαριότητας, συγκέντρωση των κοινωνικών και ιατρικών υπηρεσιών που συνοδεύουν τον άστεγο πληθυσμό. Σίτιση θα προσφέρετε συμπληρωματικά των ήδη υπαρχόντων υποδομών ενώ στέγαση θα παρέχεται σε περιορισμένη κλίμακα και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, σαν ανάπαυλα στην καθημερινότητα αυτών των ανθρώπων, αλλά και ώστε να αποφευχθεί η ασυλοποίηση.
Η αρχική σύμβαση είναι ότι δημιουργούμε κάτι με στόχο χρηστές να είναι, κυρίως, οι άστεγοι εκείνοι που δεν έχουν πρόσβαση σε κανένα κατάλυμα. Χωρίς βέβαια να αποκλείεται η χρήση από το σύνολο του εν λόγω πληθυσμού.
Η ιδέα συνίσταται στην δημιουργία ενός κτιρίου που θα καταφέρει να συνδυάσει ποιότητες συχνά αντικρουόμενες. Μια αγκαλιά που θα περικλείσει, θα προφυλάξει, θα αποκρύψει αλλά και θα σηματοδοτήσει τον άστεγο πληθυσμό. Μια πρόταση όπου ο υπαίθριος χώρος θα έχει ρόλο καθοριστικό. Θα αποτελεί το κέντρο γύρω από το οποίο περιστρέφεται η ιδέα.
Στόχος είναι η κατασκευή ενός κτιρίου σημείου αναφοράς για τον άστεγο πληθυσμό αλλά και για την ίδια την πόλη το οποίο ταυτόχρονα θα είναι τόσο εσωστρεφές όσο και οι χρήστες του. Τελικά, το κτίριο οργανώνεται μέσα στο οικόπεδο σε αποσπάσματα. Διασπάται με στόχο να οργανωθεί σε ένα νέο σύνολο, ενεργό μέρος του οποίου θα είναι και ο υπαίθριος χώρος.

Επιβλέπων: Κοτιώνης Ζήσης

Αριθμός Αναφοράς: 63