Arch.Uth Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Arch.Uth UTH.gr English

Οι απομακρυσμένοι άνθρωποι από την κανονικότητα της πόλης οργανώνουν ένα μοντέλο διαφορετικής επανακατοίκησης της υπαίθρου.
Τη σύνδεση των συμμετεχόντων και ταυτόχρονα τον φορέα των κανόνων λειτουργίας του μοντέλου αποτελεί ο συνδυασμός ενός χωρικού και ενός ψηφιακού δικτύου. Το σχήμα που προκύπτει από τον συνδυασμό αυτών των δικτύων είναι ένα παιχνίδι που αναλύεται σε περιοδικά μετακινούμενους κατοίκους-παίκτες, σε ευμετάβλητους χώρους-πυκνωτές και σε ένα δίκτυο ακίνητων καλλιεργήσιμων γαιών.
Η εργασία πραγματεύεται τη μυθιστοριοποίηση της πραγματικότητας και παρουσιάζεται υπό τη μορφή της πραγματοποίησης του μυθιστορήματος.

χωρικό δίκτυο
Πρόκειται για τη συντονισμένη ανάπτυξη και εξάπλωση κοινών εδαφών ικανών να φιλοξενήσουν τις αναγκαίες λειτουργίες για την επιβίωση και την εξέλιξη του συστήματος.
Χώροι κατοίκησης-διανομής, αποθήκευσης προϊόντων, κοινές κουζίνες, περιοδικά κινούμενα εργαστήρια-χώροι γνώσης, χώροι ψυχαγωγίας και υποδομές για την αποθήκευση δεδομένων ενός ισχυρού ψηφιακού δικτύου, διεσπαρμένα σε ακτίνα μικρότερη των 200 μέτρων σχηματίζουν μια πλατεία και -σαν ένα υπαίθριο πολυλειτουργικό κτήριο- αποτελούν ένα σκληρό πυρήνα εξασφάλισης του συγκεκριμένου, προεπιλεγμένου από τους χρήστες, τρόπου ζωής.
Τα κοινά είναι τα μόνα στοιχεία που "προδίδουν" το δίκτυο. Είναι δομές που κάνουν το δίκτυο ορατό σε ένα χώρο καθώς λειτουργούν ως κόμβοι. Είναι το σήμα κατατεθέν, το μνημείο του συστήματος αλλά ταυτόχρονα και η πηγή. Είναι ο πυρήνας που μέσα από την αλλοτρίωση του μπορεί να κατεδαφίσει ολόκληρο το "οικοδόμημα".
Ανάμεσα στα κοινά εδάφη εντοπίζονται διάσπαρτοι οι περιοδικά μετακινούμενοι χρήστες που επιθυμούν έναν τρόπο ζωής περισσότερο απομονωμένο. Σημαντικό και αναγκαίο εξοπλισμό τους αποτελεί το κίτ. Πρόκειται για μια φορητή "εργαλειοθήκη" που τους εντάσσει στο σύστημα δίνοντάς τους πρόσβαση στο ψηφιακό δίκτυο και τους παρέχει τα απαραίτητα (κρεβάτι-κουζίνα-ψυγείο-νερό-ενέργεια) για επιβίωση.


ψηφιακό δίκτυο
Το ψηφιακό ασύρματο δίκτυο που χρησιμοποιεί το σύστημα για να διατηρεί την ενότητα των χρηστών και για να εξασφαλίζει την επιβίωση του, έχει τους πομπούς του και αποθηκεύει τα δεδομένα του σε ειδικά διαμορφωμένα κτίσματα που περιλαμβάνουν οι κοινοί χώροι. Πρόσβαση σε αυτό έχουν όλοι οι χρήστες μέσω του λογισμικού (κιτερ-φέις) που τους παρέχει το προσωπικό τους κίτ. Πέρα από τον αναγκαίο ρόλο του στην επιβίωση του συστήματος, είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για τη ζωή στην ύπαιθρο. Κάνει δυνατή την επικοινωνία μεταξύ των χρηστών, ενημερώνει για τη θέση του κάθε χρήστη, ειδοποιεί για τις κάθε λογής εκδηλώσεις που λαμβάνουν χώρα στους κοινούς χώρους και οργανώνει την ορθή συντήρηση και ανάπτυξη ενός δικτύου καλλιεργήσιμων γαιών.
Η χρήση του αόρατου δικτύου, εκτός από το ότι επιτρέπει την κινητικότητα των χρηστών και ουσιαστικά τη μετριασμένη-λογική-οικονομική χρήση του, είναι ένας φορέας κοινωνικών θεσμών, μια υποδομή που δύναται να υφίσταται παράλληλα και ανεξάρτητη (στο βαθμό που το επιθυμεί) από το εκάστοτε υπάρχον καθεστώς τις παγκόσμιας κανονικότητας.

Η πρόταση αντιλαμβάνεται τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό ως ευρύτερη πράξη κατασκευής ενός πλαισίου που δίνει τη δυνατότητα στον εκάστοτε χρήστη να σχεδιάζει και να ζει σύμφωνα με τις επιθυμίες του.
Η δομή του συστήματος, κάνει (κατά τη λειτουργία του) μονίμως διακριτά τόσο τα άτομα όσο και την έννοια της συλλογικότητας που τα περιβάλλει. Η συλλογικότητα και η ατομικότητα βρίσκονται σε συνεχή ισσοροπία καθώς ο χρήστης επιλέγει τον βαθμό εμπλοκής του με τους άλλους και με τα κοινά.

Επιβλέποντες: Τζιρτζιλάκης Γιώργος, Κοτιώνης Ζήσης

Αριθμός Αναφοράς: 350

 

Τα τελευταία 37 χρόνια η Κύπρος είναι μοιρασμένη στα δύο και πουθενά αλλού δεν είναι πιο φανερό από  ότι στην πρωτεύουσά της, τη Λευκωσία.
Σήμερα, βασικό γνώρισμα των παλιών συνοικιών της Λευκωσίας, είναι η υποβάθμιση της ποιότητας ζωής και του αστικού περιβάλλοντος καθώς και η οικονομική στασιμότητα. Εγκαταλειμμένες υποδομές και ουσιώδεις ελλείψεις, απειλούν τη δυνατότητα λειτουργικής επιβίωσης ευρύτερων αστικών συνόλων, αλλά και τη δυνατότητα συντήρησης αξιόλογων δειγμάτων αρχιτεκτονικής και πολιτιστικής κληρονομιάς.
Η επέμβαση στην Εντός των Τειχών Λευκωσία, σκοπό έχει να ενισχύσει και να αναβαθμίσει το ιστορικό κέντρο. Τα δεδομένα αντιμετωπίζονται με εξαιρετική προσοχή, με απώτερο στόχο να εξασφαλιστούν συνθήκες που θα συμβάλουν στην ουσιαστική αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των κατοίκων αλλά και της περιοχής γενικότερα. Οι περιοχές κατοικίας δεν αντιμετωπίζονται μονοσήμαντα, αντίθετα, επιδιώκεται ο συνδυασμός διαφόρων συμβατών απαραίτητων χρήσεων, ώστε να διασφαλιστεί ένα επιθυμητό αστικό περιβάλλον. Ταυτόχρονα, αναιρείται η ιδιωτικότητα με την αυστηρή έννοια του όρου, δίνοντας ιδιαίτερη σημασία στην κοινωνικοποίηση της γειτονιάς, καθιστώντας την κοινωνική επαφή ως ένα ισχυρό όπλο για την απομάκρυνση του φόβου των συνόρων. Ενθαρρύνεται η στέγαση μόνιμου πληθυσμού σε παραδοσιακούς οικιστικούς πυρήνες, ώστε να επαναχρησιμοποιηθεί επωφελώς το υφιστάμενο απόθεμα κατοικιών και να διατηρηθεί η ιστορική και πολιτιστική συνέχεια. Εν ολίγοις επιχειρείται η εξάπλωση ζωής σε αστικό επίπεδο ώστε να επηρεαστούν διαφορετικά «στρώματα» να κατοικήσουν στην περιοχή.
Ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο είναι ο χαρακτήρας του ιστορικού κέντρου της πόλης και αυτός πρέπει να τύχει της ανάλογης σπουδαιότητας. Η κυπριακή παραδοσιακή αρχιτεκτονική, συνδυάζεται με τη «μοντέρνα αρχιτεκτονική» χωρίς η μία να αναιρεί την άλλη.
Η παρούσα μελέτη αποσκοπεί στη αναδιοργάνωση και προγραμματισμό της αστικής ανάπτυξης. Στο «μπόλιασμα» της, ώστε να επιτευχθεί η αναζωογόνησή της.
 

Επιβλέπουσα: Λυκουριώτη Ίρις

Αριθμός Αναφοράς: 334

 

Πρόκειται για μια δραστική επέμβαση στο νοτιοδυτικό τμήμα της πόλης των Τρικάλων, παράπλευρα του ποταμού Αγιαμονιώτη.
Περιλαμβάνει λειτουργίας εκπαιδευτικού χαρακτήρα και αναψυχής και στοχεύει στη δημιουργία ενός κοινωνικού πυρήνα μέσα πόλη, με την οποία αλληλεπιδρά και ανταλλάσει στοιχεία. Πρόκειται για ένα ζωντανό οργανισμό, ένα μοντέλο τοπόσημο για την περιοχή, ένα νέο κέντρο που απέχει της συμβατικότητας και δημιουργεί διάλογο με τους πολίτες μέσα από ανοιχτές δράσεις για όλους. Ταυτόχρονα με τη συμβολή του στη σύνδεση της μη αξιοποιημένης μέχρι σήμερα περιοχής με το υπόλοιπο τμήμα της πόλης χαρακτηρίζεται και ως όριο συνόρου με τη βιομηχανική πλευρά.
Βασικός άξονας εξέλιξης της μορφολογίας του έργου είναι η  ακτογραμμή του ποταμού και το γύρω οδικό δίκτυο. Σχεδιαστικά δημιουργούνται ροές και πορείες αλληλεπίδρασης διαμορφώνοντας το εξωτερικό και εσωτερικό κομμάτι της επέμβασης ενεργοποιώντας μια ιδιαίτερη πολυμορφία, όπου θα περικλείεται η δημόσια δράση, θα εσωτερικεύεται και θα διοχετεύεται σε ξεχωριστές ανεξάρτητες λειτουργίες μέσα στο κτιριολογικό πρόγραμμα.  Επιπλέον αναπτύσσεται και μια νέα έκταση καλλιέργειας εκμεταλλεύσιμη από το σύνολο των κατοίκων ως ανταπόδοση στην αγροτική κοινωνία.
 

Επιβλέπων: Κοτιώνης Ζήσης

Αριθμός Αναφοράς: 352

 

Σπίτι… Τι είναι το σπίτι; Ο Gaston Bachelard λέει πως «είναι η γωνιά μας μέσα στον κόσμο (…), το καταφύγιο της ονειροπόλησης, ο τοπικός προσδιορισμός των  αναμνήσεων μας». Είναι ο πολύ προσωπικός χώρος του καθενός.
Με αυτό το δεδομένο, το θέμα φιλοδοξούσε να εκφράσει το σπίτι στο φαντασιακό μου, τον ιδανικό προσωπικό χώρο, σ’ ένα μέρος γεμάτο αναμνήσεις από παιδικά καλοκαίρια… Η προσέγγιση έγινε μέσα από μια ενδοσκόπηση των προσωπικών αναγκών, αλλά και αναίρεση των ήδη διαμορφωμένων κατευθύνσεων και σκέψεων για μια κατοικία.
Ένα οικόπεδο μέσα στον ελαιώνα, με θαυμάσια θέα στη θάλασσα. Δε θα μπορούσε λοιπόν η ελιά να μη γίνει το βασικό στοιχείο του σεναρίου. Μια σειρά από διαδοχικούς κανόνες έδωσαν τις βασικές χαράξεις, το πλέγμα εκείνο των γραμμών, οδηγό για την  τελική γεωμετρία της σύνθεσης. Σχήματα ακανόνιστα, που κάνουν το χώρο να χάσει την απολυτότητα της ορθής γωνίας, χωρίς να αποκτά την ευλυγισία του οργανικού σχήματος.
 

Επιβλέπων: Μανωλίδης Κωνσταντίνος

Αριθμός Αναφοράς: 339

 

Η Ερέτρια είναι μια μικρή κωμόπολη 3.156 περίπου κατοίκων (σύμφωνα με την απογραφή του 2001) και βρίσκεται 21 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Χαλκίδας, στις δυτικές ακτές της Εύβοιας. Μαζί με τη Χαλκίδα υπήρξε κατά την αρχαιότητα μια από τις σπουδαιότερες και εμπορικότερες πόλεις της Εύβοιας. Για 2000 περίπου χρόνια η πόλη παρέμεινε στην αφάνεια. Η ιστορία της ξεκινάει και πάλι το 1824 όταν έφτασαν στην περιοχή πρόσφυγες από τα κατεστραμμένα Ψαρά. Η νέα πόλη χτίστηκε πάνω στα ερείπια της αρχαίων οικημάτων και μετονομάστηκε σε Νέα Ψαρά, ονομασία που διατήρησε μέχρι το 1960.

Παρά το γεγονός της ραγδαίας ανάπτυξης της πόλης κυρίως στον τομέα του τουρισμού, καθώς και το φαινόμενο της σημαντικής αύξησης του πληθυσμού από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 μέχρι σήμερα, δεν έχει υπάρξει λύση στο ζήτημα της μη εφαρμογής του πολεοδομικού σχεδίου πόλης, ενώ η καταπάτηση των αρχαιολογικών χώρων συνεχίζεται. Η αρχαιολογική έρευνα δυσχεραίνεται λόγω της έντονης οικοδομικής δραστηριότητας τα τελευταία χρόνια, ενώ δεν υπάρχει κάποιο σχέδιο ανάδειξης ή ενοποίησης των σημαντικών αρχαιολογικών χώρων.

Το αντικείμενο αυτής της εργασίας, είναι ο σχεδιασμός ενός οραματικού δικτύου διαδρομών και δημόσιων χώρων κατά μήκος του κάθετου άξονα της πόλης με σκοπό την σαφή ανάδειξη των αρχαιολογικών χώρων που τοποθετούνται σε εκατέρωθεν αυτού, καθώς επίσης, την ενίσχυση της κίνησης στον άξονα, από το βόρειο άκρο της πόλης όπου διαμορφώνεται ο ορεινός όγκος του Ολύμπου μέχρι το νότιο άκρο, το οποίο καταλήγει στη θάλασσα και το σύγχρονο λιμάνι της Ερέτριας. Σημαντικό είναι να αναφερθεί το γεγονός ότι, η περιοχή σχεδιασμού αποτελεί αντικείμενο ενδιαφέροντος από το 1834, όταν συντάχθηκε από τους Κλεάνθη και Schaubert το νεοκλασικό σχέδιο που διατρέχει την πόλη σήμερα, ενώ πιο πρόσφατα, στη μελέτη του αρχαιολόγου Clemens Crause που δημοσιεύθηκε το 1977, στα Αρχιτεκτονικά Θέματα με τίτλο «Από τα γεγονότα της χρονιάς, μελέτη ρυθμιστικού σχεδίου Ερέτριας», ο κατακόρυφος άξονας της πόλης χαρακτηρίζεται ως σαφώς ορισμένη αρχαιολογική ζώνη προστασίας, με απαγόρευση κάθε οικοδομικής δραστηριότητας.

Ο σχεδιασμός αξιοποιεί το αρχαίο μοτίβο, ως βασικό συστατικό του στοιχείο και αρχή, που διέπει όλη του την έκταση. Η χρήση του μοτίβου ως συνθετικό στοιχείο, στοχεύει στο να κάνει μια κριτική στην αρχιτεκτονική της περιοχής, η οποία προκειμένου να αναδείξει την πολιτιστική κληρονομιά της πόλης επιδίδεται με φρενήρεις ρυθμούς στην οικοδόμηση σύγχρονων κατασκευών με αετώματα, αψίδες και κολώνες διάφορων αρχαίων ρυθμών. Με αυτό τον τρόπο, όχι μονάχα δεν επιτυγχάνεται η συνύπαρξη του σύγχρονου αστικού ιστού της Ερέτριας με το αρχαίο παρελθόν της, αλλά υποβαθμίζεται ένα ακόμη ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της πόλης, το ίχνος της νεοκλασικής περιόδου.

      Οι δομές που προκύπτουν από τα μοτίβα διασκορπίζονται, ως θραύσματα και εκ νέου ευρήματα, στον κατακόρυφο άξονα της πόλης. Μέσα από την εξέλιξη του σχεδίου αναδεικνύεται η πρόθεση της ενοποίησης των αρχαιολογικών χώρων μέσω διαδρομών, δημόσιων χώρων και ήπιων παρεμβάσεων οι οποίες αγκαλιάζουν, με κατεύθυνση βορρά-νότου, την Οικία με τα Μωσαϊκά, τον Ναό του Δαφνηφόρου Απόλλωνα, το Θόλο και τα Ρωμαϊκά Λουτρά. Τέλος σχεδιάζεται εκ νέου, η κεντρική πλατεία της Ερέτριας στο παραλιακό μέτωπο της πόλης.

Επιβλέπων: Μανωλίδης Κωνσταντίνος

Αριθμός Αναφοράς: 359

 

Η παρούσα διπλωματική εργασία ασχολείται με το σχεδιασμό ενός οινοποιείου και μίας διαδρομής που καταλήγει σε αυτό. Το οινοποιείο τόσο σα χώρος παραγωγής κρασιού όσο και αισθήσεων προσφέρεται για την εφαρμογή της παραπάνω έρευνας. Στην αφύπνιση των αισθήσεων συμβάλλει και η προτεινόμενη διαδρομή στο τοπίο.
Το οικόπεδο βρίσκεται σε ένα χαμηλό λόφο στα νότια του κάμπου της Νεμέας (Λόφος Φλιούντος), κοντά στις πηγές του ποταμού Ασωπού και επιλέχθηκε ύστερα από επιτόπια παρατήρηση σε συνδιασμό με τη χρήση αεροφωτογραφιών.
Στόχος είναι ο σχεδιασμός ενός σύγχρονου οινοποιείου, που θα μπορούσε να είναι επισκέψιμο και να να παράγει κρασί καλής ποιότητας παράλληλα. Για το λόγο αυτό δίνεται βάση στη λειτουργία του ως βιομηχανικός χώρος και κατόπι στη δημιουργία κάποιων δέυτερων γραμμών κίνησης και χώρων για τον επισκέπτη που συνδέονται με τη διαδρομη στο τοπίο.
Το κτίριο στην πλειοψηφία του είναι υπόσκαφο με κάποια αίθρια-αυλές στις ενώσεις των λειτουργιών. Η κλίση του εδάφους βοηθάει στη βύθιση του κτιρίου και στην εμφανιση ενός μόνο μέρους του, από όπου και μπαίνει το φυσικό φως. Με αυτό τον τρόπο δημιουργούνται οι κατάλληλες συνθήκες για τη διαδικασία της οινοποίησης και ταυτόχρονα επιτυχγάνονται κάποιοι από τους αρχικούς στόχους σχεδιασμού σε σχέση με την απτικότητα του υλικού και την κίνηση του σώματος.
 

Επιβλέποντες: Κοτιώνης Ζήσης, Φύγκα Δήμητρα

Αριθμός Αναφοράς: 329

 

Χωρική αναπαράσταση του υποκειμενικού χρόνου, στο αστικό περιβάλλον, βασισμένη στα έργα "Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων" και "Μέσα από τον καθρέφτη". Η μεταγραφή των λέξεων/κλειδιά του Lewis Carroll : Όνειρο, Μνήμη, Χρόνος, Μετάβαση, Κλίμακα, Ίχνη, οδηγεί στη δημιουργία ενός υπόσκαφου γλυπτού. Ένα μονοπάτι, ένα χώρο μετάβασης που μας άγει από την κανονικότητα της πόλης, προς μια παράλληλη πραγματικότητα. Ένα «αστικό λαγούμι», που αναπτύσσεται παράλληλα προς τη σήραγγα, απελευθερωμένο από κάθε έννοια συμβατικού χρόνου και τόπου, μεταξύ οικείου και ανοίκειου, υπαρκτού και φανταστικού, περιγράφει μια χωρική συνθήκη που μπορεί να φιλοξενήσει στο εσωτερικό της τα όνειρα της πόλης.

Το μυστικό κατώφλι, η άνοδος και η κάθοδος από και προς το υπόγειο δίκτυο, το φως σε συνάρτηση με την κίνηση των σωμάτων και των εναλλαγών των διατομών του υπόσκαφου γλυπτού, τα «καδραρίσματα» που δημιουργούνται προς το αστικό τοπίο από τα ανοίγματα στα οποία δεν εισέρχεται άμεσα το φυσικό φως, οι αλλαγές κλίμακας, ο ήχος της μηχανής του συρμού, η τυχαία οπτική συνάντηση του πεζού με τον επιβάτη του βαγονιού και τα ίχνη που διατηρούν την επικοινωνία με την πόλη, συνθέτουν μια χ(ω)ρογραφία, προτείνοντας μια ερμηνεία για το ταξίδι «απόδρασης» της Αλίκης.
 

Επιβλέποντες: Δασκαλάκης Κωνσταντίνος, Παπαδόπουλος Λόης-Θεολόγος

Αριθμός Αναφοράς: 338

 

Η μελέτη επικεντρώνεται στην επιβλητικότητα και την ιδιαιτερότητα του τοπίου και στους τρόπους με τους οποίους θα τις ενισχύσει. Δημιουργείται μια υποχρεωτική διαδρομή πάνω στο ακρωτήρι της Τρυπητής, στο νοτιότερο σημείο της Γαύδου, με κατάληξη ένα «παράθυρο» προς το Νότο και το Λιβυκό Πέλαγος.
Ο κύριος άξονας της επέμβασης ταυτίζεται με τον άξονα Βορρά-Νότου και δημιουργεί ένα διαμπερές σκίσιμο στο βράχο που προσφέρει τη δυνατότητα θέασης και προς τα δύο σημεία του ορίζοντα, καθώς επίσης και την κατάβαση προς τη θάλασσα σε μία από τις τρεις Καμαρέλες του ακρωτηρίου.
Ο κύριος όγκος της κατασκευής είναι υπόσκαφος, αφενός για να μην αλλοιωθεί το περίγραμμα και ο χαρακτήρας του τόπου, αφετέρου για να υποβάλλει τον επισκέπτη σε μια σκοτεινή κυρίως πορεία που του αποκρύπτει τη συνολική εικόνα, τον εκπλήσσει όμως προβάλλοντάς του επιμέρους ενδιαφέροντα στοιχεία.
Κατά μήκος της διαδρομής παρέχονται πληροφορίες για το νησί της Γαύδου, καθώς και τα υπόλοιπα ακραία σημεία της Ευρώπης, αλλά και των υπόλοιπων ηπείρων.
Η θέση του κτιρίου στο τέλος της διαδρομής είναι τέτοια όχι μόνο γιατί ακολουθεί τον άξονα Βορρά-Νότου, αλλά και γιατί συνδιαλέγεται και συνειδητά αντιπαραβάλλεται στην υπάρχουσα τεράστια ξύλινη καρέκλα, που στρέφει την πλάτη της στο Νότο και ατενίζει προς την παραλία της Τρυπητής και τους ορεινούς όγκους της Γαύδου.
 

Επιβλέπων: Μανωλίδης Κωνσταντίνος

Αριθμός Αναφοράς: 343