Arch.Uth Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Arch.Uth UTH.gr English

Θέμα της ερευνητικής εργασίας αποτελεί η κατασκευή της κυρίαρχης ταυτότητας του χώρου και των υποκειμένων, μέσα από την επίτευξη της «καθαρότητας» και την εισαγωγή «τάξης», ως εργαλείων για την κοινωνική αναπαραγωγή. Η έννοια της «καθαρότητας» προσεγγίζεται μέσα από την ανάλυση της MaryDouglas που ορίζει την ακαθαρσία, την «ύλη εκτός τόπου», ως υπολλειματική δομή που απορρίπτεται από το ταξινομικό σχήμα, την ίδια στιγμή που είναι εγγενές παράγωγό του. Το καθαρό και το βρώμικο, επιλέγονται όχι ως χαρακτηριστικά της ύλης, αλλά ως νοητικά οικοδομήματα που παράγουν απαγορεύσεις, αποκλεισμούς και εκτοπίσεις τόσο στο χώρο, όσο και στα σώματα. Ταυτόχρονα, προκειμένου να αναγνωστούν ο κυρίαρχος χαρακτήρας του χώρου και οι αντιλήψεις για τις ταυτότητες, χρησιμοποιούνται θεωρίες από διάφορα γνωστικά πεδία όπως η κοινωνιολογία, η ανθρωπολογία, οι εθνολογικές μελέτες, η ψυχαναλυτική θεωρία και οι αναμεταξύ τους τομές.  Η θέση που εξετάζεται είναι ο τρόπος με τον οποίο το σύστημα χρησιμοποιεί την «ύλη εκτός τόπου», ως νοητικό οικοδόμημα, για να καταστήσει την ταυτότητα του χώρου και των υποκειμένων «καθαρά».

Η δομή του κυρίως σώματος του κειμένου βασίζεται σε θεωρίες που διαβάζονται πάνω σε επεισόδια χώρων, πρακτικών και αντιλήψεων, σχηματοποιώντας τον κυρίαρχο χαρακτήρα τους. Αρχικά, επιλέγεται ο χάρτης, ως αναπαράσταση του χώρου, που θεωρείται αντικειμενικό εργαλείο γνώσης και αποδομείται στη λογική ότι κατασκευάζει «καθαρές» χωρικές σχέσεις βασισμένες σε ιδιοτελείς σκοπούς. Έπειτα, στο πεδίο της πόλης, χρησιμοποιείται η έννοια της «καθαρότητας» για να αναδειχθεί ο πειθαρχικός κι εξορθολογισμένος χαρακτήρας του δημόσιου χώρου. Για την ταυτότητα των σωμάτων, επιλέγεται η περίπτωση του υποκειμένου σε μετανάστευση, ώστε να κατανοηθεί με ποιο τρόπο η απόδοση «μιαρών» χαρακτηριστικών σε μια ταυτότητα λειτουργεί υποστηρικτικά για την κοινωνική αναπαραγωγή, Τέλος, με στόχο να διαμορφωθεί ένα επιπλέον επίπεδο αντίληψης για την έννοια της «καθαρότητας», επιλέγεται το ταμπού, ως εσωτερικός νόμος που οργανώνει τη δομή και τις κοινωνικές σχέσεις πολιτισμών, που στη δυτική σκέψη, εμφανίζονται ως «πρωτόγονοι».

Επιβλέπουσα: Γιαννίση Φοίβη

Αριθμός Αναφοράς: 746

 

Από την δεκαετία του ’60 η έρευνα για τον επαναπροσδιορισμό της σχέσης σώματος και χωρικού περιβάλλοντος είναι εκτενής. Πλέον, τα σύγχρονα μέσα και οι τεχνολογίες την καθιστούν πιο επίκαιρη και ρεαλιστική από ποτέ ενώ το ανθρώπινο σώμα και οι αισθήσεις γίνονται τόποι και σημεία εξερεύνησης μέσω της τεχνολογίας δημιουργώντας δυσδιάκριτα όρια μεταξύ ανθρώπινου και ψηφιακού. Καλλιτέχνες, Αρχιτέκτονες και Designers έχουν ασχοληθεί με τέτοιους πειραματισμούς συνδυάζοντας έργα τους με τεχνολογικά μέσα δημιουργώντας νέες αισθητηριακές και χωρικές εμπειρίες. Με τις σύγχρονες εφαρμογές επιτυγχάνεται η ενίσχυση του χώρου μέσω της περιβάλλουσας νοημοσύνης(AmI), του σώματος με εμφυτεύματα και prosthetics, καθώς και των κατασκευασμάτων μέσω της τεχνητής νοημοσύνης(ΑΙ). Ωστόσο ερωτήματα προκύπτουν σχετικά με την εκτεταμένη χρήση, τη σκοπιμότητα, την εμπορευματοποίηση και τον έλεγχο τέτοιων τεχνολογιών. Προϊόντα δημοφιλής κουλτούρας, όπως η αγγλική σειρά Black Mirror, σχολιάζουν τις παραπάνω εξελίξεις παρουσιάζοντας ακραία σενάρια μιας τεχνολογικά ενισχυμένης καθημερινότητας. Χρησιμοποιούνται τμήματα επεισοδίων ως αφορμή για την μελέτη των οραμάτων, της σύγχρονης εφαρμογής αλλά και των πιθανών «ατυχημάτων» της ψηφιακής εποχής. Τελικά η ραγδαία εξέλιξη των επιστημών στην ψηφιακή εποχή θα καταφέρει να υλοποιήσει τις υποσχέσεις των οραματιστών του ’60 ή θα μας φέρει αντιμέτωπους με μια τεχνολογική δυστοπία;

Επιβλέπων: Ψυχούλης Αλέξανδρος

Αριθμός Αναφοράς: 701

 

Το παρόν ερευνητικό θέμα σχετίζεται με τη μελέτη του έργου του Ιταλού  αρχιτέκτονα CarloScarpaκαι ειδικότερα στο κοιμητήριο του Brion. Πιο συγκριμένα προσανατολίζεται στη σύνδεση της σχεδιαστικής διαδικασίας με το κτήριο και την χωρική εμπειρία οπού αυτό προσφέρει . Παράλληλα εξετάζεται η παραπάνω σχέση μέσα από την παράδοση της πόλης καταγωγής του, με στοιχεία όπως το φως και η σκιά, η υλικότητα και η λεπτομέρεια κατασκευής και το υγρό στοιχείο . Τέλος αναδεικνύεται η σχέση μεταξύ του μέρους - αποσπάσματος και του συνόλου τόσο κατά την σχεδίαση όσο και στην εμπειρία του υλοποιημένου χώρου .

Ένας τρόπος να κατανοηθεί σε μεγαλύτερο βαθμό ο ίδιος ο αρχιτέκτονας και οι τεχνικές σχεδιασμού του ήταν και το ταξίδι με την επί τόπου επίσκεψη αυτών των έργων . Μέσα από την επίσκεψη αυτή έγινε αντιληπτή η ταύτιση της μεθόδου σχεδιασμού και η εστίαση στη λεπτομέρεια με τον τρόπο που αντιλαμβάνεται και κατανοείται το συνολικό έργο του Brion.

Πιο συγκεκριμένα, ολόκληρο το ερευνητικό ακλουθεί έναν ημερολογιακό χαρακτήρα εκκινεί από την μελέτη του συνολικού του έργου ενώ από την στιγμή που πραγματοποιείται το ταξίδι επικεντρώνεται η μελέτη στην σχέση της διαδικασίας σχεδιασμού του με το τελικό αποτέλεσμα . Η μελέτη ξεκινά από την έρευνα η όποια μετά την ολοκλήρωση του ταξιδιού παρουσιάζονται νέα δεδομένα και παρατηρούνται κοινοί τόποι και χαρακτηριστικά τόσο μέσα στα έργα όσο και στο ιδίωμα και σχεδιασμό του Scarpa. Έτσι επιλέγεται να μελετηθεί εκτενέστερα και σε βάθος το τελευταίο και έργο του , το Brion. Μέσα από την καταγραφή και την κατανόηση του έργου από σχεδία αλλά και τον φωτογραφικό φακό γίνεται προσπάθεια να κατανοηθεί πως ο τρόπος σχεδιασμού έχει επιδράσει στο τελικό υλοποιημένο έργο και στην χωρική εμπειρία οπού κάποιος έχει μέσα σε αυτό . 

Επιβλέπουσα: Γαβρήλου Έβελυν

Αριθμός Αναφοράς: 725

 

Η έρευνα επεξεργάζεται τη σχέση του πολέμου με την αρχιτεκτονική. Με αφορμή το έργο του Γάλλου διανοητή Michel Foucault, προσεγγίζουμε το πρόβλημα της εξουσίας, εξετάζοντας τον πόλεμο ως αρχή ανάλυσης των σχέσεων εξουσίας και ως μήτρα των τεχνικών επιβολής, προσπαθώντας να εντοπίσουμε τις χωρικές εκφάνσεις του φαινομένου αυτού. Κρίσιμο ρόλο στη χωρική ανάγνωση θα επιτελέσει η επαφή με το έργο του Paul Virilio, και συγκεκριμένα η έννοια της επιμελητείας (logistics). Μέσα σε αυτό το θεωρητικό πλαίσιο γίνεται εφικτή η κατασκευή μιας γενεαλογίας της επιρροής του πολέμου στο χώρο. Θα ακολουθήσει η διερεύνηση του ρόλου της κριτικής θεωρίας στην παραγωγή του χώρου, με τα όρια και τις αντιφάσεις που την διέπουν. Τέλος θα στραφούμε σε παραδείγματα της ίδιας της πρακτικής του πολέμου προσπαθώντας να εξάγουμε συμπεράσματα τόσο σε σχέση με τα χωρικά της αποτελέσματα όσο και σε σχέση με το ρόλο της θεωρίας στην παραγωγή τους.

Σκοπός είναι να ανιχνεύσουμε πολεμικές/πολιτικές τεχνολογίες εγγεγραμμένες στο χώρο ώστε να τις ανταγωνιστούμε. Στην πολιτική συνθήκη του σήμερα εντείνεται το ερώτημα της ευθύνης και του ρόλου του σχεδιαστή. Σε αυτό το πεδίο θέλει να κινηθεί η έρευνά μας. Με βάση την ανάλυση που θα ακολουθήσει ο πόλεμος τείνει να κυριαρχήσει σε κάθε πτυχή της ύπαρξης του σύγχρονου υποκειμένου. Αυτή η διαδικασία φαίνεται να εξελίσσεται καθ’ όλη τη διάρκεια της νεωτερικότητας και να αφορά τόσο το χώρο όσο και την αντίληψή του. Πρέπει να επαναφέρουμε το πολιτικό αίτημα στο επίκεντρο του αρχιτεκτονικού λόγου και της αρχιτεκτονικής πρακτικής.

Επιβλέπων: Κοτιώνης Ζήσης

Αριθμός Αναφοράς: 748

 

Το σώμα αποτελεί ένα σύνθετο μεσολαβητή μεταξύ των διακυμάνσεων του πολιτισμού και του εαυτού.  Η συνεχώς μεταβλητή και  αφηρημένη εικόνα του ανθρώπινου σώματος,  θέτει το σώμα στο επίκεντρο από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα, μελετώντας την επίδραση της κοινωνίας, των αισθητικών παραγόντων, και την εξέλιξη της τεχνολογίας. Πρόκειται για το αποτέλεσμα μίας σύνθετης διαδικασίας μεταμόρφωσης που διακρίνεται συγχρόνως για την άμεση σχέση του με τις επιστημονικές, πνευματικές και πολιτικές εξελίξεις της εποχής του.

Το σώμα αποτελεί βασικό σημείο ενδιαφέροντος της αρχιτεκτονικής, και η σχέση του με το χώρο έχει δεχθεί διάφορες θεωρήσεις και διαφοροποιήσεις. Η αλλαγή του παραδείγματος ανά περιόδους, συνοδεύεται από αντίστοιχες κοινωνικές και πνευματικές ιδέες, και όλα συναντώνται και προβάλλονται μέσω διαφορετικών εκφάνσεων επιστημονικών και καλλιτεχνικών εκφράσεων. Στην παρούσα περίοδο, βρισκόμαστε σε μία στιγμή αναζήτησης του παραδείγματος, καθώς έχουμε εξαντλήσει τις δυνατότητες των προηγούμενων παραδειγμάτων, τα επεξεργαζόμαστε και τα ανακυκλώνουμε εκ νέου, ψάχνοντας τη σύγχρονη ερμηνεία για το σώμα.

Σε μία προσπάθεια προσέγγισης του σύγχρονου παραδείγματος και εντοπισμού της σχέσης του με την αρχιτεκτονική, γίνεται μία ιστορική ανάλυση στους τρόπους αναπαράστασης του σώματος, στην τέχνη αλλά και ιδιαίτερα την αρχιτεκτονική, κι επιχειρείται μία επανατοποθέτηση των θεωρητικών ιδεών γύρω από το θέμα. Μέσω των τεχνικών αναπαράστασης του σώματος προβάλλεται η σχέση των εκάστοτε αρχιτεκτονικών ιδεών με το παράδειγμα του σώματος που συνόδευε την κάθε εποχή.

Η αναφορά σε πρότυπα σώματα-σταθμούς ανά κάποιες περιόδους, εκφράζοντας τη σχέση τους με τις εκάστοτε αισθητικές και θεωρητικές ιδέες, κάνοντας μία ομαλή μετάβαση από το κλασικό σώμα της ομορφιάς στο μοντέρνο της αναλογίας και καταλήγοντας σε ένα κατά-παρέκκλιση σώμα, σε ένα σώμα «ίχνος» ή τελικά ένα μη-σώμα, τονίζει την αναπαραστατική πρακτική ως μέσο ερμηνείας κι έκφρασης του κάθε νέου παραδείγματος, θέτοντας παράλληλα ερωτήματα για τη σχέση του με την αρχιτεκτονική. Εισάγεται η έννοια του σώματος «passe-partout», ένα σώμα το οποίο «κολλάει» παντού, ως μία ερμηνεία της σύγχρονης τεχνικής αναπαράστασης. Αναλύοντας τη πρακτική του σώματος «passe-partout» αναδύονται  ερωτήματα ως προς το πόσο ουσιαστική και βαθιά είναι η σχέση του με την αρχιτεκτονική, και ως προς το ποιο σώμα είναι τελικά το σώμα που αναπαρίσταται στα σχέδια και τις τρισδιάστατες εικόνες. Εντοπίζοντας το σώμα «passe-partout» σε διάφορες εκφάνσεις του μέσα στο χρόνο, και κατανοώντας τον τρόπο εμφάνισης του και την πορεία εξέλιξης του, γίνονται αντιληπτές και οι ιδεολογίες που συνοδεύουν την αναπαραστατική του ιδιότητα.

Επιβλέπουσα: Γαβρήλου Έβελυν

Αριθμός Αναφοράς: 704

 

Κατά την Παλαιολιθική εποχή, ο άνθρωπος ένιωθε αναπόσπαστο κομμάτι του φυσικού περιβάλλοντος, το οποίο και αποκαλούσε “Μεγάλη Μητέρα”. Η νοοτροπία αυτή άλλαξε κατά την Νεολιθική εποχή, όπου εντοπίζονται οι πρώτες προσπάθειες του ανθρώπου να επιβληθεί στο φυσικό περιβάλλον. Στην συγκεκριμένη περίοδο, καθώς για πρώτη φορά εμφανίζεται η διάκριση μεταξύ καλλιεργημένης και μη καλλιεργημένης γης, τοποθετείται χρονικά η εμφάνιση της έννοιας της ερημιάς (wilderness). Την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης, παρατηρήθηκε μεγάλη αύξηση του πληθυσμού των αναπτυγμένων χωρών, το οποίο συσσωρεύτηκε σε αστικά κέντρα. Το γεγονός αυτό, είχε ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των περιοχών της άγριας φύσης, όπως επίσης και την ενίσχυση των απόψεων των κλασικών, ότι δηλαδή ο άνθρωπος μπορεί να επιβιώσει ανεξάρτητος από το φυσικό περιβάλλον, μια θεώρηση που τείνει να αλλάζει από τις αρχές του 19ο αιώνα, όπου παρατηρείται η δημιουργία χώρων πρασίνου στο εσωτερικό των πόλεων, σε μια προσπάθεια του ανθρώπου να βελτιώσει το βιοτικό του επίπεδο. Η παρούσα ερευνητική εργασία είναι μια διαλεκτική απόπειρα που πραγματεύεται αυτές τις σχέσεις μεταξύ πόλης-υπαίθρου, σα φάσεις ή στιγμές μιας μεγαλύτερης αστικής διαδικασίας, μιας διαδικασίας στην οποία οι δυνατότητες της αστικής ανάπτυξης αποκαλύπτονται εσωτερικά, εμπλουτίζονται και φθάνουν στην απόλυτη άρνηση τους στη σύγχρονη μητρόπολη. Ο βασικός σκοπός της είναι να καταστήσει ικανό τον αναγνώστη να δει αυτή τη διαδικασία - τους εσωτερικούς συνδέσμους ανάμεσα στις διάφορες περιόδους της αστικής ιστορίας - και να συνειδητοποιήσει ότι ο ουρμπανισμός πρέπει να θεωρηθεί σα μια ανάπτυξη που μας τοποθετεί σε μια μοναδική θέση, προκειμένου να ξεπεράσουμε την πόλη σαν τέτοια, και να δημιουργήσουμε ένα νέο τύπο κοινότητας, ένα τύπο που να συνδυάζει τα καλύτερα χαρακτηριστικά της αστικής ζωής και της ζωής στην ύπαιθρο, μέσα στα πλαίσια μιας εναρμονισμένης μελλοντικής κοινωνίας. Οι τελευταίες σελίδες υπαινίσσονται πως θα έπρεπε να είναι μια τέτοια κοινότητα.

Επιβλέπων: Στυλίδης Ιορδάνης

Αριθμός Αναφοράς: 728

 

Η παρούσα εργασία μελετάει τον τρόπο με τον οποίο μια αίθουσα στεγάζει συναυλιακές εκδηλώσεις. Η αίθουσα στην οποία λαμβάνει χώρα μια συναυλία, παίζει εξίσου σημαντικό ρόλο με την ποιότητα της ίδιας της συναυλίας, καθώς αυτή είναι που είτε θα την αναδείξει είτε θα την υποβαθμίσει. Κάθε αίθουσα, λοιπόν, ανάλογα με το σκοπό που πρόκειται να επιτελέσει, οφείλει να έχει κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά για να έχει σωστή ακουστική.

Αρχικά περιγράφεται το φαινόμενο του ήχου και η συμπεριφορά αυτού σε ανοιχτό και κλειστό χώρο και γίνεται επεξήγηση βασικών αντικειμενικών και υποκειμενικών κριτηρίων, σύμφωνα με τα οποία αξιολογείται η ακουστική μιας αίθουσας συναυλιών. Ακόμα, αναφέρεται η διαδικασία με την οποία μελετάται μια αίθουσα που προορίζεται να στεγάσει μουσική, όπως, επίσης, και βασικές αρχές σχεδιασμού αιθουσών συναυλιών, οι συνθήκες συγκρότησής τους και οι τρόποι με τους οποίους μπορούν να αποφευχθούν πιθανές αστοχίες. Στη συνέχεια, γίνεται αναφορά στην ιστορική εξέλιξη των αιθουσών συναυλιών, σε συνδυασμό με χαρακτηριστικά παραδείγματα ακουστικής επίλυσης αυτών, ανάλογα με την εμπειρία και τις γνώσεις της κάθε περιόδου, ενώ εξετάζεται αναλυτικά η ακουστική μεγάλων συναυλιακών χώρων σύγχρονης αρχιτεκτονικής και ο τρόπος με τον οποίο η αρχιτεκτονική των χώρων αυτών επηρεάζεται από τις απαιτήσεις της ακουστικής. Τέλος, εξάγονται συνολικά συμπεράσματα και απόψεις που προκύπτουν μέσα από την παρούσα έρευνα.

Στόχος της έρευνας, λοιπόν, είναι ο συγκερασμός των δύο εννοιών, της αρχιτεκτονικής και της μουσικής, η απόδειξη ότι η ακουστική επίλυση ως βασική αρχή της αρχιτεκτονικής σύνθεσης αποτελεί απόλυτη προϋπόθεση για την επιτυχία της συνολικής κτιριακής οργάνωσης. Συνεπώς, ο σωστός ακουστικός σχεδιασμός συμβάλλει στην ανέγερση εξαιρετικών κτιριακών εγκαταστάσεων, αλλά και στη γενικότερη εξέλιξη της αρχιτεκτονικής.

Επιβλέπων: Τριανταφυλλίδης Γεώργιος

Αριθμός Αναφοράς: 694

 

Στο παρόν ερευνητικό μελετάται η αρχιτεκτονική του PeterZumthorμε σκοπό την κατανόηση των επιλογών και των συνθετικών χειρισμών του αρχιτέκτονα που προκαλούν την αίσθηση που αποπνέει ο χώρος στο χρήστη, δηλαδή την αίσθηση ατμόσφαιρας.

Πιο συγκεκριμένα, στο πρώτο μέρος, αναλύεται ο τρόπος με τον οποίο δουλεύει ο Zumthorκαι γίνεται φανερό ότι ο τόπος του κτιρίου και το στάδιο της υλοποίησης είναι σημαντικά για εκείνον. Στη συνέχεια, εξετάζεται η έννοια της ατμόσφαιρας με βάση τη θεωρία της φαινομενολογίας, όπως διατυπώνεται από τον Merleau-Ponty και τον Bachelard, αλλά και της περιπατητικής όρασης, όπως ορίζεται από την οικολογική ψυχολογία του Gibson, σε συνδυασμό με το θεωρητικό έργο του αρχιτέκτονα. Μέσα από αυτή τη διαδικασία αποδεικνύεται ότι η βιωματική εμπειρία είναι ο πιο κατάλληλος τρόπος για να προσεγγιστεί μια αρχιτεκτονική της ατμόσφαιρας, όπως αυτή του Zumthor. Παρακάτω, αναλύεται η υλικότητα των κτιρίων του ως στοιχείο της ατμόσφαιρας και αποδεικνύεται έτσι ότι η φωτογραφία δεν είναι κατάλληλο μέσο για την καταστήσει κατανοητή. Τέλος, εξετάζεται η συμβολή της σχέση του φωτός με τη σκιά σε αυτή τη διαδικασία.

Στο δεύτερο μέρος, η έρευνα εξειδικεύεται στην επίσκεψη και μελέτη δύο κτιρίων του, του Kolumba museum και του Bruder Klaus field chapel. Στη συνέχεια, περιγράφεται η εμπειρία της επίσκεψης κατά την οποία γίνονται αντιληπτές πρακτικά οι διαφορές μεταξύ εμπειρίας και φωτογραφίας. Επιπλέον, παρατηρούνται κάποια ακόμα στοιχεία τα οποία συμβάλλουν στην ατμόσφαιρα των κτιρίων αυτών. Τέλος, επιχειρείται η απάντηση σε κάποια ερωτήματα προκειμένου να γίνει κατανοητό το πως η φαινομενολογική και η περιπατητική αντίληψη ενεργοποιούνται από το συντακτικό του χώρου. Κατ’ επέκταση με ποια εργαλεία είναι δυνατόν να παραχθούν αντίστοιχες ποιότητες και εμπειρίες. Οι κυριότεροι χειρισμοί έχουν να κάνουν με τη διάταξη του χώρου, η οποία ορίζει την κίνηση, τη σχέση του μέσα με το έξω και τις μεταβάσεις. Συμπεραίνεται, έτσι, ότι η ατμόσφαιρα αποτελεί ένα σύνολο στοιχείων και δεν ορίζεται αποκλειστικά από τη γεωμετρία.

Επιβλέπουσα: Γαβρήλου Έβελυν

Αριθμός Αναφοράς: 760