Το σχεδιαστικό αυτό εργαστήριο ερευνά τον πυρήνα της σημερινής κοινωνικής σφαίρας που ορίζεται ως συνάρτηση μιας ιδιαίτερης απόσυρσης. Η απόσυρση εννοείται συνήθως ως αντικοινωνική στάση. Αλλά όλο και περισσότερο μπορούμε μέσω της απόσυρσης να κατανοήσουμε το πνεύμα τής πιο σύγχρονης κοινωνικότητας. Ο πυρήνας του κοινοτικού στοιχείου επαφίεται σε ένα είδος απόσυρσης.
Εγκατάσταση του προσώπου μακριά από το παρατηρούμενο.
Η συγκεκριμένη απόσυρση στην οποία επικεντρώνουμε το ενδιαφέρον μπορεί να περιγραφεί ως βαθιά διαμονή στον τομέα των υποδομών. Ως υποδομές δεν εννοούμε εδώ τα συστήματα των σωλήνων και των καλωδίων που εγγυώνται τις πρώτες μοιρασμένες υπηρεσίες μιας πόλης. Μετά από την θεσμιση του Διαδικτύου ως συντονιστικου μηχανισμού μεσολάβησης της κοινωνικής σφαίρας, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ο ανθρώπινος πολιτισμός βρέθηκε διαφορετικά προσανατολισμένος ως προς αυτή την έννοια της απόσυρσης.
Προεπισκόπηση του κόσμου.
Ο χρήστης της υποδομής ζητά αίφνης υλικά αντικείμενα που φτάνουν στον τόπο όπου αποσύρθηκε. Ο χρήστης της υποδομής συναλλάσσεται οικονομικά με εταιρείες και με άλλους χρήστες χωρίς να βγει από το σπίτι, εργάζεται από απόσταση, εγκαθιστά διάλογο με άλλους χρήστες και πάλι με τη διαμεσολάβηση της υποδομής, ενδιαφέρεται όλο και λιγότερο για τα κτίσματα που έφτιαξαν τον πυρήνα της μοντέρνας πόλης: το πολυκατάστημα και το κτίριο γραφείων. Οι δύο αυτοί ελκυστές του μεταμοντέρνου καπιταλιστικού κοινωνικού βίου, που όρισαν την ραχοκοκαλια της κοινωνικής πόλης, καλούνται με την θεσμιση της υποδομής να χωρέσουν μέσα σε κάθε δωμάτιο όπου αποσύρονται ένοικοι του Διαδικτύου.
Η ερευνητική υπόθεση του εργαστηρίου επενδύει στην υπερβολική έννοια ενός υποτιθέμενα ακεραίου και επαρκούς τόπου απόσυρσης. Ενώ δηλαδή αυτή η επάρκεια είναι χαρακτηριστικό μιας ετεροκαθορισμένης και επομένως «όχι αυτόνομης» διαμονής στην πόλη και της νέας αστικής συνθήκης (στηριζόμενη από τις παραδοσιακές υποδομές και το διαδίκτυο), γίνεται μια εργαστηριακού τύπου αφαίρεση που δοκιμάζει να παρουσιάσει την αστική συνθήκη αλλού. Την υποδομή ως ήδη αποεδαφοποιημενη.
Το στοιχείο του πειραματισμού βρίσκεται στην αφαίρεση της χωρικής διάστασης της διαμονής στην σύγχρονη πόλη. Σαν να ακυρώνεται η σημασία της έννοιας του κέντρου πόλεως αλλά και επίσης σαν να υποβαθμίζεται η έννοια του προαστίου της μια και το πιο σημαντικό στοιχείο της διαβίωσης στις μονάδες κατοίκησης που θα σχεδιαστούν δεν είναι οι κοινωνικοί τόποι του όψιμου καπιταλισμού όπου οι κάτοικοι βρίσκουν τα αγαθα, είναι η εγγυτητα με τις αποθήκες αγαθών και τροφίμων και η δυνατότητα της επίκλησης τους για την διανομή προϊόντων από το διαδίκτυο. Το εργαστήριο παράγει λοιπόν μια ακραία ανάγνωση της αστικής μονάδας όπως την συναντάμε σήμερα μέσα στην πόλη: η κάμαρη του διαμένοντος στο διαδίκτυο εκλαμβάνεται δηλαδή ως νήσος πριν αναφερθούμε στο συγκεκριμένο νησί: πλεουσα στο πέλαγος σαν καράβι, (ναυς, καράβι από το ρήμα νέω, πλέω) αλλά και απομονωμένη ως isola στην Λατινική εκδοχή της.
Οι κοινότητες στα έρημα νησιά μπορούν να εξεταστούν διαφορετικά μέσω πρωτοκόλλων που δέχονται για τη σύνταξή τους. Το παράδειγμα μιας εναλλακτικής πανεπιστημιακής κοινότητας ή ενός πανεπιστημίου ερημικών νησιών θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση αυτού του στούντιο. Η κριτική ανάλυση του Pier Vittorio Aureli «Less is Enough» αποτελεί βασική ανάγνωση αυτού του εργαστηρίου. Γύρω από αυτό το κρίσιμο κείμενο, θα συγκεντρωθούν άλλα. Η ανταπόκριση σε αυτό το σύστημα αναγνώσεων, εικόνων και σχεδίων προσανατολίζει τη διαδικασία σχεδιασμού.
Το εργαστήριο συνδυάζει μια έρευνα για την ελάχιστη κατοικία και την προοπτική της να παραχθεί στο ιδιότυπο πλαίσιο μιας αποκοπής από τα γνωστά πλαίσια λειτουργίας. Το θέμα ζητά τις αρχιτεκτονικές συνεπειες μιας αυτονόμησης των θέσεων που δημιουργησε η υποδομή. Μια σύντομη ιστορία του δωματίου, μαζί με έναν στοχαστικό μετασχηματισμό της βιβλιογραφίας, καλούνται να απαντήσουν σε ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα. Η έννοια της οικιακής χρήσης και μία από τις υποδομές είναι δύο καθοριστικά στοιχεία του νέου κόσμου που καλείται να ερμηνευθεί και να ρυθμιστεί με τον σχεδιασμό. Η απομονωμένη κατοίκηση στην υποδομή θεωρείται δηλαδή εδώ πυρήνας του ιστού της πόλης. Αλλά κάτι αντίστοιχο συμβαίνει ήδη και στους χώρους εργασίας. Σήμερα η μορφή της πόλης εξαρτάται από τη δομή ενός μεταλλαγμένου κυττάρου της που είναι ένα αλλιώτικο δωμάτιο ή ένα διευρυμένο κρεβάτι συνδεδεμένο με την υποδομή. αυτό το «δωμάτιο» εγγυάται μια θέση από την οποία η υποδομή επιτελείται ως ασταμάτητο γεγονός για κάθε χρήστη αυτής. Αυτή η θέση φαίνεται να αποτελεί τον νέο πυρήνα μιας διαφορετικής επερχόμενης «πόλης». Ενώ η οικιακή αρχιτεκτονική έπρεπε να αφορά τον τομέα της ιδιωτικής ζωής, διανοίγεται σήμερα χωρίς φειδώ στην οικοδόμηση της κοινωνικής σφαίρας. Η δημόσια σφαίρα είναι ένα σύστημα από τηλεμεταφερμενους χρήστες που λειτουργούν σε προκαθορισμένες πλατφόρμες. Θα λάβει αυτό κάποια μορφή ενός ιδιαίτερου χώρου; Μεσα από αυτό τον ορισμό η νέα κατοικία προσφέρει την ευκαιρία να ξανασκεφτούμε το συλλογικό: σε αυτήν την άσκηση που ζητά μια κριτική ρηγμάτωση του σημερινού τρόπου διαβίωσης, αμφισβητείται η ιδέα του παραδοσιακού housing. Ξεχωρίζει για την ακραία διαφορά του από το παράδειγμα της σοβιετικής αρχιτεκτονικής, διαφέρει από τον Κοινωνικό Συμπυκνωτή των Κονστρουκτιβιστών και αποκτά ένα συμπληρωματικό νόημα από μια θεώρηση της ερήμου ενώ ανοίγεται εκ νέου στην πόλη και στο πολιτικό. Πώς θα σκεφτόμασταν σήμερα σε μια τέτοια ακραία συνθήκη εργαστηρίου έναν Επιμελημένο Κοιτώνα αυτόνομων μονάδων πώς θα σκφτόμασταν εκ νέου κάποιους τόπους συνάντησης στο πλαίσιο ενός έρμου νησιού; Ποια πρωτόκολλα λειτουργίας των χώρων αυτών θα επέτρεπαν μιαν αβιαστη κοινωνικότητα συμβιβασμένη με τον αποκομμένο, αυτόνομο τρόπο ζωής του καθενός;