Arch.Uth Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Arch.Uth UTH.gr English

 Η παρούσα διπλωματική εργασία ασχολείται με την ανάπλαση της παραποτάμιας έκτασης στην πόλη της Αριδαίας. Η παραποτάμια έκταση βρίσκεται στα όρια της πόλης και αποτελεί κομβικό σημείο καθώς επικοινωνεί με τον ποταμό Μογλενίτσα, την επαρχιακή οδό και βρίσκεται κοντά στην οικιστική ζώνη. Επιπλέον, μεγάλο κομμάτι της χαρακτηρίζεται την έντονη βλάστηση. Ωστόσο, μέχρι σήμερα παραμένει ανεκμετάλλευτη στερώντας από τους κατοίκους της πόλης την ευκαιρία αφενός να συνδεθούν με τη φύση, αφετέρου να έχουν πρόσβαση σeπερισσότερες δραστηριότητες, όπως ο αθλητισμός και ο πολιτισμός. Συγκεκριμένα το κολυμβητήριο αλλά και το κτίριο της κλειστής αγοράς παραμένουν εγκαταλελημμένα για πάνω από 15 χρόνια. Επιπλέον από την πόλη λείπει μια βιβλιοθήκη, καθώς και κινηματογράφος και χώρος εκδηλώσεων. Η στρατηγική σχεδιασμού που ακολουθήθηκε είναι η δημιουργία ζωνών που προσπαθούν να καλύψουν τις παραπάνω ανάγκες. Για το σκοπό αυτό, στην πρώτη ζώνη, η οποία επικοινωνεί με τα ΚΤΕΛ και τα σχολεία δομούνται τα παρακάτων κτίρια: βιβλιοθήκη, ΔΕΥΑ, κολυμβητήριο. Το κτίριο της κλειστής αγοράς που σήμερα ένα μικρό κομμάτι του αξιοποιείται για τα ΚΤΕΛ επαναχρησιμοποιείται και χωρίζεται σε δύο λειτουργίες: ΚΤΕΛ και κινηματογράφος. Σημαντικό κομμάτι της πρότασης αποτελεί η ανάδειξη του φυσικού πλούτου της έκτασης. Για αυτό το λόγο δημιουργούνται μονοπάτια, φυτεύσεις, παρτέρια και ορισμένα υπόστεγα. Στην ανάπλαση περιλαμβάνονται καλλιέργειες, οι οποίες είναι κομβικής σημασίας για την πόλη και τα γύρω χωριά καθώς ο αγροτικός τομέας αποτελεί μεγάλο κομμάτι ενασχόλησης των κατοίκων και γήπεδα ενισχύοντας τον αθλητισμό. Η επιλογή της καμπυλότητας και της οργανικότητας, τόσο των κτιρίων όσο και των διαδρομών επιλέχθηκε για να δημιουργηθεί ένα σημείο ορόσημο στην πόλη και να τονιστεί η φυσικότητα και η ρευστότητα που πηγάζει από αφενός από τον ποταμό, αφετέρου από την πλούσια βλάστηση της Αλμωπίας και λείπει από το εσωτερικό της πόλης. Η έκταση, δηλαδή, αντιμετωπίστηκε ως μια προέκταση του πάρκου “δασάκι”, το οποίο επίσης δεν βρίσκεται στον αστικό ιστό και αποτελεί σημείο ανάπαυσης και πνοής για τους κατοίκους.

Επιβλέπων: Μανωλίδης Κωνσταντίνος

Αριθμός Αναφοράς: 1116

 

 Η πλημμυρική καταστροφή που συνέβη στις περιοχές της Καρδίτσας και του Παλαμά στο Θεσσαλικό Κάμπο τον Σεπτέμβριο του 2023 ανέδειξε την ανάγκη για βιώσιμες λύσεις προς αντιμετώπιση των μελλοντικών κινδύνων. Η κλιματική αλλαγή απειλεί την ισορροπία μεταξύ του φυσικού και του δομημένου περιβάλλοντος, προκαλώντας ανησυχία για την ασφάλεια και την παραγωγικότητα της περιοχής. Τέτοιου είδους συμβάντα πλήττουν τους κατοίκους, «κατεδαφίζουν» υλικά αγαθά, παραδόσεις, όνειρα και συνδέσεις με έναν τόπο, οδηγώντας συχνά σε οικιστικά και χωροταξικά αδιέξοδα.
  Ο χωρικός σχεδιασμός των ανθρώπινων οικισμών πρέπει να αναθεωρηθεί, ώστε να εφαρμοστούν νέες, ευέλικτες και ολιστικές στρατηγικές. Αυτό περιλαμβάνει τη μετεγκατάσταση κάθε νοικοκυριού σε ασφαλέστερο σημείο στο ίδιο το σπίτι του. Έτσι, επιτυγχάνεται η δημιουργία εναλλακτικών κοινωνικών και οικονομικών μοντέλων με μερική μετεγκατάσταση αλλά όχι αποξένωση. Η σκέψη του supra tecto αποσκοπεί όχι την παγίωση μιας προσωρινής συνθήκης αλλά την εμπλοκή των τοπικών, αρχιτεκτονικών και μη πρακτικών, των παραδόσεων και των αναγκών της καθημερινής ζωής στη σύγχρονη πραγματικότητα. Ο οικισμός Παλαμά του νομού Καρδίτσας χρησιμοποιείται ως περίπτωση σπουδής για την εφαρμογή ανάλογων λύσεων στις συνθήκες ακραίας κλιματικής αλλαγής.
  Το ερώτημα είναι πώς θα καταφέρει μια «επείγουσα» δομή να αλλάξει την κατάσταση γρήγορα και αποτελεσματικά και όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα και αθόρυβα γίνεται για τον ίδιο τον άνθρωπο; Προτείνεται η λύση μιας κατασκευής πάνω από τη στέγη κάθε σπιτιού. Αποτελείται από ελαφριά υλικά και συν αρμολογείται εύκολα σαν κιτ. Η δομή έκτακτης ανάγκης στηρίζεται με τη βοήθεια σκαλωσιάς ενώ έχει και τη δυνατότητα πλεύσης, σε περίπτωση σημαντικής πλημμύρας.
 

Επιβλέποντες: Micocci Fabiano, Κοσμά Ανθή

Αριθμός Αναφοράς: 1119

 

 Η εργασία με τίτλο «Symbiont: Πρόταση συνύπαρξης μιας νέας γενιάς ηλικιωμένων» αφορά την επανάχρηση ενός πρώην νοσοκομείου στο παραλιακό μέτωπο της Θεσσαλονίκης που έχει εγκαταλειφθεί για πάνω από δέκα χρόνια. Στόχος του σχεδιασμού είναι η κατανόηση των αναγκών και των πρακτικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα ηλικιωμένα άτομα. Μέσα από τις δικές τους επιθυμίες σχεδιάζεται ένα κτίριο το οποίο περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, χρήσεις όπως η κατοίκηση, το καφενείο, η ενασχόληση με χειρονακτικές δραστηριότητες και η κοινωνική συναναστροφή ατόμων διαφορετικών ηλικιών. Επίσης, γίνεται ανοιχτό προς το κοινό παρέχοντας βασικές ιατρικές υπηρεσίες και χώρο φυσιοθεραπείας και αποθεραπείας. Οι ένοικοι και χρήστες του κτιρίου έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν το χρονικό διάστημα που θα περάσουν σε αυτό ενώ εξυπηρετεί καθημερινές ανάγκες ατόμων και νεότερων ηλικιών, παρέχοντας φαγητό μαγειρεμένο από τους χρήστες τους ή το προσωπικό του. Η σχεδιαστική ιδέα ήταν η δημιουργία ενός πολύ-χώρου όπου θα μπορούν να γίνονται παράλληλες δράσεις και θα είναι ανοιχτός τόσο σε ηλικιωμένους όσο και σε νεότερους με κύριο γνώμονα λειτουργίας του την φροντίδα και την ενδυνάμωση τοπικών κοινοτήτων. Με τον τρόπο αυτό, θα δραστηριοποιηθούν άτομα μεγαλύτερης ηλικίας και θα τους προσφερθεί μία πιο αξιοπρεπής διαβίωση ενώ παράλληλα θα παρακινούνται να συμμετάσχουν σε ομάδες συνομηλίκων τους και να γνωρίσουν νέο κόσμο κάνοντας δραστηριότητες που τους ενδιαφέρουν.

Επιβλέπουσα: Γαβρήλου Έβελυν

Αριθμός Αναφοράς: 1113

 

 Σε συνέχεια της ερευνητικής εργασίας με τίτλο "Η επιβίωση του αγροτικού παρελθόντος μέσα στην επικράτεια του οικιστικού τοπίου: Το παράδειγμα της Θέρμης", η παρούσα διπλωματική εργασία θα ασχοληθεί με τη σύνθεση -στην περιοχή της επέκτασης της Θέρμης- μιας αγοράς-πλατείας με τη λογική ενός δημόσιου αυτοδιαχειριζόμενου πολυχώρου.

 Η κεντρική λειτουργία του χώρου περιστρέφεται γύρω από  καλλιέργειες που διαφυλάσσονται και νέες που δημιουργούνται στο έδαφος του. Αυτές θα φροντίζονται από τους ανθρώπους που αποτελούν την ομάδα διαχείρησης του χώρου, θα αποθηκεύονται εδώ και στη συνέχεια θα ακολουθεί το μαγείρεμά τους ως μια δημόσια δράση. Έπειτα, τα παράγωγα αυτής της διαδικασίας άλλοτε θα πωλούνται σε λαϊκή αγορά-παζάρι μέσα στην πλατεία ενώ άλλοτε θα καταναλώνονται μέσα στα πλαίσια συλλογικού δείπνου-γλεντιού. Γύρω από αυτή τη λειτουργία, ανοιχτοί και κλειστοί χώροι και σημεία θα προσφέρονται για συλλογικές δράσεις.

 Στόχος είναι η δημιουργία ενός δημόσιου χώρου που θα προσφέρει στους κατοίκους την ύπαρξη μιας εν δυνάμει κοινοτικής και συλλογικής δράσης στον τρόπο που βιώνουν και παρεμβαίνουν στο δημόσιο χώρο, ώστε να συν-αποφασίζουν και να αυτο-οργανώνουν όσα επιθυμούν, κόντρα στην ταύτιση του ελεύθερου χώρου και της ψυχαγωγίας με την κατανάλωση. Επιπρόσθετα, η δημιουργία της πλατείας θα εμποδίσει μια επόμενη ιδιωτική κτιριακή ανέγερση, διαφυλάσσοντας το σημείο ως μια ζώνη αντίστασης μέσα στην ανεξέλεγκτη κατασκευαστική πραγματικότητα.

Επιβλέπων: Micocci Fabiano

Αριθμός Αναφοράς: 1100

 

 Η παρούσα διπλωματική εργασία πραγματεύεται την αποκατάσταση του Αρχοντικού Σκορδίλη, το οποίο βρίσκεται στον οικισμό της Παλιάς Περίθειας στη Βόρεια Κέρκυρα, και την επανάχρηση αυτού σε Κέντρο Κερκυραϊκής Αρχιτεκτονικής της υπαίθρου. Το κτίριο αυτό αποτελεί τοπόσημο της περιοχής και χαρακτηρίζεται ως χώρος μνημών και φορέας πολιτισμικής κληρονομιάς. Λειτούργησε ως αρχοντική κατοικία ευγενών και στην πορεία μετά τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις μετατράπηκε σε δημοτικό σχολείο.  Η διώροφη κατοικία βρίσκεται εντός περιβόλου, από τον μαντρότοιχο του οποίου σώζεται μόνο η τοξωτή πέτρινη είσοδος που φέρει υπέρθυρο με χρονολογία 1712. Στη βάση της εξωτερικής σκάλας της οικίας υπάρχει δεύτερο πορτόνι. Το υπέρθυρό του, που έχει καταστραφεί, ανέγραφε χρονολογία 1699. Πρόκειται για ένα από τα παλαιότερα σπίτια της Περίθειας όπως προδίδει και ο χωρίς στέγη μπότζος. Το διατηρητέο αυτό μνημείο, έχει αφεθεί στη φθορά του χρόνου με αρκετά έκδηλα τα αποτελέσματα της μακροχρόνιας εγκατάλειψης. Η νέα χρήση που προτείνεται και μελετάται για το συγκεκριμένο σημείο αφορά την υποστήριξη λειτουργιών πολιτιστικού χαρακτήρα. Η κομβική του θέση στο χωριό είναι ιδανική για τη δημιουργία ενός τέτοιου χώρου και η γειτνίαση του με διάσπαρτες μονάδες φιλοξενίας το καθιστά κατάλληλο για την διεξαγωγή συνεδριάσεων και εκδηλώσεων. Στο μεγαλύτερο τμήμα του κτιρίου, θα φιλοξενείται εκθεσιακός χώρος και πλήθος μόνιμων ή περιοδικών εκθέσεων φωτογραφίας και προπλασμάτων σχετιζόμενων με την ιστορία και την αρχιτεκτονική ομορφιά του τόπου αλλά και άλλων παραδοσιακών οικισμών. Οι λειτουργίες του σχεδιαζόμενου κτιρίου συμπληρώνονται με μια αίθουσα προβολών καθώς ένας από τους στόχους της μελέτης είναι η παρουσίαση των διάφορων φάσεων του κτιρίου. Φυσικά, η αναδρομική αυτή πορεία γίνεται καλύτερα κατανοητή μέσα από τη μετάδοση οπτικοακουστικού υλικού.  Ο σχεδιασμός γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να μην ανταγωνίζεται την υπάρχουσα δομή αλλά, αντίθετα, να την αναδεικνύει. Στην κατεύθυνση αυτή συμβάλει, πέρα από τον σχεδιασμό, και η επιλογή των υλικών. Ακολουθούνταιαπλέςγραμμές, δημιουργούνταιστοέςκαιπορείες.

Επιβλέπων: Μανωλίδης Κωνσταντίνος

Αριθμός Αναφοράς: 1114

 

 Η αποθεραπεία είναι ένα μέσο το οποίο βοηθά, διαφορετικά υποκείμενα να απαλλαγούν από μία ασθένεια που τα βαραίνει. Στον τομέα της υγείας, με βάση τη δομή  της σημερινής κοινωνίας, πολλές φορές η αποκατάσταση, προκαλεί δυσφορία και δυσκολίες στα άτομα, είτε λόγω κοινωνικών αποκλεισμών, είτε λόγω της δημιουργίας χώρων που καθίστανται ακατάλληλοι για συμμετοχή στη διαδικασία της θεραπείας.

 Από την άλλη, ζητήματα υγείας των ανθρώπων ακόμη και του περιβάλλοντος ανησυχούν τους πολίτες της πόλης του Βόλου, λόγω της ύπαρξης μίας βιομηχανίας (ΑΓΕΤ) που υποβιβάζει την ποιότητα ζωής τους, μέσω των ανεξέλεγκτων εκπομπών καυσαερίων. Παράλληλα θέματα ιδιωτικοποίησης της υγείας στη χώρα μας, αρχίζουν να προκαλούν ανησυχίες, με αποτέλεσμα να υπάρχει η ανάγκη αποκατάστασης από τη συγκεκριμένη φιλελεύθερη πολιτική του κέρδους.

 Έτσι λοιπόν στην παρούσα διπλωματική εργασία ο όρος της αποθεραπείας συνεργάζεται με την αρχιτεκτονική και  παίρνει τον ρόλο της αποκατάστασης ενός τόπου, ενός κτιρίου, μίας κοινωνίας.

 Η μετατροπή της βιομηχανίας τσιμέντου σε χώρο αποκατάστασης και ευεξίας αποτελεί μια αρχιτεκτονική παρέμβαση, αλλά και μια βαθύτερη διαδικασία επανόρθωσης του τοπίου και της σχέσης του ανθρώπου με αυτό. Μέσω της σύνδεσης της θάλασσας με το βουνό αναδεικνύεται η φυσική συνέχεια του περιβάλλοντος, ενώ το νερό, ως στοιχείο θεραπείας, επαναφέρει την ισορροπία σε έναν τόπο που επιβαρύνεται για χρόνια. Μέσα από αυτή την προσέγγιση, ο χώρος μεταμορφώνεται από σημείο παρακμής, σε πεδίο αναγέννησης. Θέματα εξυγίανσης, ανακύκλωσης, επανάχρησης και μνήμης συνεργάζονται ώστε να επιφέρουν αλλαγές στους χώρους θεραπείας, καθώς και σε κοινωνικά και επιστημονικά πλαίσια. Με την προσπάθεια γεφύρωσης του χάσματος μεταξύ του χώρου της ασθένειας και του εξωτερικού περιβάλλοντος, την αισθητική, την αισθητηριακή εμπειρία και την ανθρώπινη κλίμακα, δημιουργούνται θεμελιώδεις αρχές για τη διαμόρφωση μιας νέας αρχιτεκτονικής που προάγει την υγεία.

Επιβλέπων: Μανωλίδης Κωνσταντίνος

Αριθμός Αναφοράς: 1117

 

 Η παρούσα διπλωματική εργασία εξετάζει και επιχειρεί την ήπια αρχιτεκτονική ανάπτυξη στη θέση Αλαγάϊνα του όρους Βελούχι στην Ελλάδα, έκταση της οποίας έχει παραχωρηθεί για τις δραστηριότητες και την ανάπτυξη του Χιονοδρομικού Κέντρο Βελουχίου, με στόχο την δυνατότητα επίσκεψης του βουνού και δράσης σε αυτό όλο το χρόνο, διατηρώντας παράλληλα την οικολογική και πολιτιστική ακεραιότητα του. Το Βελούχι, απόληξη της οροσειράς της Πίνδου,  είναι μια περιοχή εξαιρετικής φυσικής ομορφιάς, γνωστή για τα αλπικά της τοπία, την πλούσια βιοποικιλότητα και τις παραδοσιακές κτηνοτροφικές πρακτικές. Ωστόσο, οι δυνατότητές του ως προορισμού όλο το χρόνο παραμένουν μη αξιοποιημένες, λόγω της περιορισμένης υποδομής και των εποχικών προκλήσεων προσβασιμότητας. Αυτή η εργασία προτείνει μια βιώσιμη αρχιτεκτονική προσέγγιση που εναρμονίζει την ανθρώπινη δραστηριότητα με το αλπικό περιβάλλον, εξασφαλίζοντας ελάχιστη οικολογική διατάραξη και ενισχύοντας την εμπειρία των επισκεπτών.

 Η έρευνα ξεκινά με μια ενδελεχή ανάλυση του μοναδικού γεωγραφικού, κλιματικού και πολιτιστικού πλαισίου του βουνού και των υπαρχουσών υποδομών. Επισημαίνονται βασικές προκλήσεις, όπως οι ακραίες καιρικές συνθήκες, η οικολογική ευαισθησία και η ανάγκη ισορροπίας ανάμεσα στην τουριστική ανάπτυξη και τη διατήρηση των τοπικών παραδόσεων. Βασιζόμενη στις αρχές της βιώσιμης σχεδίασης και της αλπικής αρχιτεκτονικής, η εργασία προτείνει μια σειρά από παρεμβάσεις χαμηλής επίδρασης που εντάσσονται αρμονικά στο τοπίο και σε θέσεις που ήδη υπάρχουν κτιριακές παρεμβάσεις. Αυτές οι κατασκευές σχεδιάζονται για να υποστηρίζουν μια ποικιλία δραστηριοτήτων, από χειμερινά σπορ έως καλοκαιρινές πεζοπορίες, προσφέροντας παράλληλα βασικές υποδομές στους επισκέπτες.

 Κεντρική ιδέα της εργασίας είναι η «ήπια ανάπτυξη», που δίνει προτεραιότητα στην οικολογική ευθύνη, τη συμμετοχή της κοινότητας και την ανθεκτικότητα στις εποχές και στον χρόνο. Η εργασία προτείνει ένα μέλλον όπου το Βελούχι γίνεται ένα μοντέλο βιώσιμου τουρισμού, που ενισχύει την οικονομική ανάπτυξη διατηρώντας παράλληλα τη φυσική και πολιτιστική κληρονομιά του. Τελικώς, αυτή η μελέτη επιδιώκει να δείξει πώς η προσεκτική αρχιτεκτονική μπορεί να επιτρέψει στους ανθρώπους να συνυπάρχουν με τα αλπικά τοπία με τρόπο υπεύθυνο και ουσιαστικό.

Επιβλέπουσα: Τροβά Βάσω

Αριθμός Αναφοράς: 1118

 

 Η παρούσα εργασία εξετάζει την έννοια του ταξιδιού και της βιωματικής του διάστασης μέσα στο σύγχρονο καπιταλιστικό πλαίσιο, το οποίο συχνά αντιλαμβάνεται τη μετακίνηση ως μια σύντομη, επιτελεστική διαδικασία. Εστιάζει στην ανάγκη ανάκτησης μιας βαθύτερης, ουσιαστικότερης σχέσης του ανθρώπου με τον δρόμο και το τοπίο που διασχίζει, προτείνοντας έναν επαναπροσδιορισμό της έννοιας του ταξιδιού ως εμπειρίας.

 Με κεντρικό άξονα την Παλιά Εθνική Οδό και τα ερείπια που βρίσκονται κατά μήκος της, προτείνεται ο σχεδιασμός ενός δικτύου Στάσεων, οι οποίες λειτουργούν τόσο ως σημεία αναστοχασμού για τον ταξιδιώτη όσο και ως εργαλεία επανενεργοποίησης των παραμελημένων οικισμών που υπονομεύθηκαν κοινωνικά, οικονομικά και πολιτισμικά από τη φιλοσοφία του «νέου δρόμου» και της εκτροπής.

 Η εργασία συνδυάζει τη θεωρία ενός βιωματικού ταξιδιού με την ανάγκη για κοινωνική, πολιτισμική και οικονομική αναζωογόνηση των περιοχών αυτών. Τα ερείπια αξιοποιούνται ως υλικοί και συμβολικοί φορείς μνήμης, συνδέοντας το υποκειμενικό φαντασιακό του ταξιδιώτη με τη συλλογική ανάγκη για ουσιαστική επαφή με τον τόπο. Έτσι, προτείνεται ένα δίκτυο που λειτουργεί ταυτόχρονα ως πολιτισμικό εργαλείο, κοινωνική παρέμβαση και αρχιτεκτονική πρόταση, προκειμένου να διαμορφωθεί ένας νέος τρόπος αντίληψης του ταξιδιού, που δεν στοχεύει απλώς στον προορισμό αλλά και στην εμπειρία της διαδρομής.

Επιβλέπουσα: Γαβρήλου Έβελυν

Αριθμός Αναφοράς: 1121