Η παρούσα διπλωματική εργασία αφορά την ανάπλαση και την επαναχρησιμοποίηση του εργοστασίου οινοπνεύματος, ΑΘΟΕ, στο Βόλο. Στο μεγαλύτερο μέρος του οικοπέδου προτείνεται ένα πειραματικό, δασικό σχολείο και συγκεκριμένα ενός νηπιαγωγείου, και στο υπόλοιπο ένα πάρκο προσιτό σε όλους. Αφορμή για την πρόταση αυτή, αποτέλεσε το φινλανδικό σύστημα εκπαίδευσης, που βασίζεται στις θεωρίες του Célestin Freinet.
Βασικό στοιχείο της πρότασης αποτελεί ο υπαίθριος χώρος, στον οποίο έγινε προσπάθεια ένταξης των λειτουργιών ενός τυπικού νηπιαγωγείου. Δημιουργήθηκαν χώροι - δραστηριότητες, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως χώροι διδασκαλίας, παιχνιδιού, ξεκούρασης και φροντίδας φυτών και ζώων. Έγινε μελετημένη δεντροφύτευση με σκοπό να παρέχει χρωματισμούς, σκίαση και την αίσθηση του δάσους. Έχουν χρησιμοποιηθεί φυσικά υλικά ακριβώς για να δίνουν την αίσθηση ενός φυσικού τοπίου.
Ο χώρος απευθύνεται σε ένα ευρύ κοινό, καθώς θα μπορεί να χρησιμοποιείται από τα πανεπιστήμια της πόλης, είτε για διδασκαλία είτε για πρακτική. Τοπικά ή όχι σχολεία θα μπορούν να το επισκεφτούν και το τυροκομείο που στεγάζεται σε ένα από τα υπάρχοντα κτίρια θα χρησιμοποιείται ως μικρό παράρτημα τοπικού εργοστασίου γαλακτοκομικών.
Συνεπώς, με τη νέα λειτουργία του οικοπέδου, ένα κομμάτι φύσης εντάσσεται μέσα στον αστικό ιστό. Κατασκευάζεται ένας χώρος πρασίνου με σκοπό να αποδοθεί και πάλι ζωή στη περιοχή, αναβαθμίζεται. Με την ανάπλαση του χώρου, του δίνονται χρήσεις, οι οποίες καλύπτουν την περιοχή, τόσο σε τοπικό βαθμό όσο και σε ολόκληρη την πόλη του Βόλου. Ακόμα, τοποθετώντας ένα δασικό σχολείο μέσα στην πόλη, και όχι στην περιφέρειά της, δείχνει πώς ένα τέτοιο σχολείο μπορεί να λειτουργήσει με επιτυχία. Τα παιδιά μέσα από το παιχνίδι και την ύπαιθρο μαθαίνουν να αγαπούν το σχολείο και τη φύση και να σέβονται το περιβάλλον. Μαθαίνουν να φροντίζουν τον εαυτό τους αλλά και άλλους ζωντανούς οργανισμούς, να βοηθάνε στις λειτουργίες του σχολείου και έτσι αναπτύσσουν ένα αίσθημα σεβασμού προς τη δουλειά των δασκάλων και των εργαζομένων.
Επιβλέπουσα: Τροβά Βάσω
Αριθμός Αναφοράς: 923
Η πόλη αποτελεί ένα πεδίο συνεχών αλλαγών. Τα οικονομικά δεδομένα, οι καθημερινές πρακτικές και οι κοινωνικές συνθήκες, διαμορφώνουν δυναμικά αστικά περιβάλλοντα, που βρίσκονται σε μία συνεχή διαδικασία μετασχηματισμού.
Σε αυτή την μεταβαλλόμενη συνθήκη, ένα από τα στοιχεία που μοιάζει να μένει σταθερό στην αστική πραγματικότητα των ελληνικών πόλεων, είναι αυτό της πολυκατοικίας. Από την εμφάνιση του μέχρι και σήμερα, το μοντέλο της πολυκατοικίας αποτελεί τον βασικό πυρήνα κατοίκησης, το οποίο με μικρές παραλλαγές, επαναλαμβάνεται και διαμορφώνει το μοτίβο του αστικού ιστού.
Η πόλη της Αθήνας, αναδεικνύεται ως ο κύριος εκπρόσωπος του κτιριακού αυτού μοντέλου. Αναφέρεται συχνά ως "τσιμεντούπολη", ένας όρος που συμπυκνώνει την ταύτιση μίας ολόκληρης πόλης με την υλικότητα των κτιρίων της. Τα υποκείμενα μοιάζουν απογοητευμένα σε μία πόλη όπου κατηγορείται για την υπερβολική της πύκνωση και εξάπλωση, την έλλειψη ή εγκατάλειψη δημόσιων ανοιχτών της χώρων, ενώ και η ίδια η πολυκατοικία αναφέρεται ως ένα στοιχείο προβληματικής λειτουργικότητας και αισθητικής. Και ενώ η πόλη μεταβάλλεται, στους ρυθμούς που υποδεικνύει η εκάστοτε εποχή, η πολυκατοικία παραμένει η ίδια.
Πρόθεση της παρούσας διπλωματικής αποτελεί η αναδιατύπωση των στοιχείων που συνθέτουν την αθηναϊκή πολυκατοικία, σε μία προσπάθεια αντικατάστασης αυτού του του παλαιού και άκαμπτου μοντέλου από ένα νέο οικιστικό πρότυπο, που θα παράξει νέες χωρικές ποιότητες και ατμόσφαιρες.
Μέσω της συνένωσης και αναδιαμόρφωσης δύο τυπικών αθηναϊκών πολυκατοικιών στην περιοχή της Κυψέλης, μελετάται μια χωρική αναλογία κενού και πλήρους, η οποία θα επιτρέψει την ύπαρξη ανοιχτών κοινών χώρων, θα ενισχύσει την επαφή με το εξωτερικό και την συνάντηση των κατοίκων, διαμορφώνοντας έναν πιο βιώσιμο πυρήνα κατοίκησης, ικανό να προσαρμοστεί στις ανάγκες των χρηστών του. Μία πορώδης δομή, που δίνει βάση στις ανοικτότητες, τις εναλλαγές, τις συνδέσεις και τις αλληλοδιεισδύσεις, διατηρώντας στο εσωτερικό του την πολυμορφία της πόλης.
Επιβλέπων: Μητρούλιας Γεώργιος
Αριθμός Αναφοράς: 936
Η συγκεκριμένη διπλωματική πρόκειται για ένα προσωπικό πείραμα, μια μελέτη στη διαδικασία της ενθύμησης και του χωρικού αποτυπώματος των αναμνήσεων που μπορεί να προκύψει κατά τον σχεδιασμό. Όλη αυτή η έρευνα μεταφράζεται στη δημιουργία υβριδικών χώρων και κατασκευών, που έχουν τις ρίζες τους στο προσωπικό παρελθόν. Oι ατμοσφαιρικές, ενθυμητικές κατασκευές ενσωματώνονται σε ένα κτηριακό κέλυφος σε αποσύνθεση, το οποίο οριοθετεί και επαναφέρει τους χώρους στο παρόν, δημιουργώντας μια συμβιωτική σχέση. Εξερευνάται η θραυσματική και η ιδιοσυγκρασιακή φύση της μνήμης, οι σχέσεις των σωματικών αναμνήσεων με τον (αν)οικείο χώρο μέσω ενθυμητικών κατασκευών και λειτουργιών. Aυτή η εναλλακτική και παράδοξη μορφή κατοικίας αποτελεί έναν ενδιάμεσο χώρο, μεταξύ παρόντος και παρελθόντος, φαντασιακού και πραγματικού.
Επιβλέπων: Ψυχούλης Αλέξανδρος
Αριθμός Αναφοράς: 934
Η παρατήρηση και η διερεύνηση τοπίων που έχουν μετασχηματιστεί δραστικά από ανθρωπογενείς παράγοντες αποτέλεσαν το έναυσμα για την παρούσα διπλωματική εργασία. Η έρευνα επικεντρώνεται στο ηφαιστειακής προέλευσης νησί με την ονομασία «Γυαλί», που ανήκει διοικητικά στη Νίσυρο. Στο Γυαλί δραστηριοποιούνται δυο μεταλλευτικές εταιρίες που εξορύσσουν τα πετρώματά του.Εστιάζοντας στο νοτιοδυτικό τμήμα του, η αντίθεση του λευκού -κατασκευασμένου- με το φυσικό τοπίο φαντάζει ως ένας ζωντανός καμβάς που καταδεικνύει την επιβολή του ανθρώπου στη φύση. Δεδομένης της παρουσίας των εταιριών, βασικό προβληματισμό αποτέλεσε ο τρόπος με τον οποίο μπορούν εισαχθούν διαφορετικά προγράμματα στο νησί, για να διατηρηθεί ενεργό και μετά το πέρας των εξορυκτικών εργασιών. Κρίθηκε, λοιπόν, σκόπιμη η εύρεση ενός νέου σεναρίου και προτείνεται η αξιοποίηση της γεωθερμίας του νησιού, μέσω ενός αρχιτεκτονικού προγράμματος, όπου η παραγωγή ενέργειας και το λουτρικό στοιχείο κατέχουν τους πρωτεύοντες ρόλους. Ο γεωθερμικός σταθμός του Γυαλιού είναι ένας κόμβος θερμότητας που παράγει ενέργεια για τη γειτονική Νίσυρο, καλύπτοντας τις ανάγκες της για ηλεκτροδότηση, ενώ η απορριπτόμενη ενέργεια καταναλώνεται απευθείας στο νησί. Το παραγωγικό αυτό πρόγραμμα συμβιώνει με τις λουτρικές εγκαταστάσεις, όπως διαφορετικοί πολιτισμοί χρησιμοποιούν τις γεωθερμικές πηγές ως μέρη για να συναντηθούν, να καθαριστούν και να χαλαρώσουν. Η πρόταση διερευνά την εμπειρία της συνάντησης του βιομηχανικού χαρακτήρα της μονάδας παραγωγής ενέργειας, με τη διεγερτική αύρα που αποπνέουν τα λουτρά, γι’ αυτό τα προγράμματα δε διασπάστηκαν σε διαφορετικά τμήματα του νησιού, αλλά τοποθετήθηκαν στο αριστερό άκρο του υπαίθριου ορυχείου, στο σημείο τομής μεταξύ φυσικού και κατασκευασμένου τοπίου. Η επέμβαση είναι συμβατή με το «πνεύμα του τόπου» που ακροβατεί στα δίπολα φυσικό-τεχνητό, κενό-πλήρες, μνήμη-λήθη, ανθρώπινη κλίμακα-μνημειακότητα, αναδεικνύοντας την ιδιαίτερη ατμόσφαιρά του και διεγείροντας το ενδιαφέρον των επισκεπτών.
Επιβλέπουσα: Γαβρήλου Έβελυν
Αριθμός Αναφοράς: 937
Ό όρος Fast Fashion, έχει καθιερωθεί από τις εταιρίες που προωθούν και διεξάγουν ρούχα σε πολύ οικονομικές τιμές. Η μειωμένη ποιότητα των ρούχων, η αύξηση των αγορών και η ταχύτητα αντικατάστασής τους, δημιουργούν μια μεγάλη ποσότητα από υπολείμματα ρούχων που δύσκολα ανακυκλώνονται και μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν.
Η παρούσα διπλωματική εργασία χωρίζεται σε τρία μέρη: στην αφήγηση, στην οργάνωση λειτουργιών και στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. Ξεκινάει με την ανάλυση του όρου Fast Fashion μέσω του θεωρητικού πλαισίου και παραδειγμάτων σύγχρονων τεχνολογιών ανακύκλωσης.
Έπειτα ακολουθεί η αναζήτηση και η τεκμηρίωση των κτιρίων που προτείνεται η επέμβαση. Η αναζήτηση γίνεται παρατηρώντας κτίρια στο κέντρο του Βόλου, μια πόλη με σημαντική βιομηχανική ιστορία και στο τομέα της κλωστοϋφαντουργίας. Δυο κτίρια που μου κέντρισαν το ενδιαφέρον ήταν τα εγκαταλελειμμένα κτίρια στις οδούς Δημητριάδος- Σόλωνος και Ροζού, δυο κτίρια που παρόλο που έχουν μια ιστορία αιώνων, έχει εξαλειφτεί και ξεχαστεί με τη πάροδο του χρόνου, όπως κατάστασή τους. Μέσω αφηγήσεων των ιδιοκτητών, των κατοίκων του Βόλου, της προσωπικής αναζήτησης και αποτύπωσης επιτυγχάνεται η πλήρης τεκμηρίωση της ιστορίας και των σχεδίων των δυο αυτών κτιρίων. Η επέμβαση συνεχίζεται σε όλο το οικοδομικό τετράγωνο, προκειμένου να παρουσιαστούν νέες λειτουργίες, διατηρώντας τις ήδη υπάρχουσες, καθώς και να τονιστούν νέα ανακυκλώσιμα υλικά όσον αφορά την αρχιτεκτονική προσέγγιση και κατασκευή.
Μέσω απαραίτητων αναζητήσεων και οργανογραμμάτων δημιουργείται το κτιριολογικό πρόγραμμα, που μπορεί να προσεγγίσει το ενδιαφερόμενο κοινό της πόλης του Βόλου, και όχι μόνο. Στόχος είναι να προβληθούν νέες εργασίες και να αναδειχθούν νέες τεχνικές που μετατρέπουν τα αυξανόμενα απόβλητα ή αχρείαστα προϊόντα σε ένα είδος βιώσιμου εμπορεύματος, πως δηλαδή τα απορρίμματα ρούχων γίνονται πόροι παραγωγής ενδύματος, μειώνοντας έτσι το αντίκτυπο των κλωστοϋφαντουργικών αποβλήτων. Με αυτό τον τρόπο προσεγγίζεται ένα νέο επιχειρηματικό μοντέλο επένδυσης που συνδυάζει το δίκαιο εμπόριο με το κοινωνικό όφελος. Τέλος, βασικό αντικείμενο είναι και ο εκσυγχρονισμός παλαιότερων λειτουργιών του οικοδομικού τετραγώνου.
Επιβλέπουσα: Βυζοβίτη Σοφία
Αριθμός Αναφοράς: 924
Αντικείμενο διαπραγμάτευσης της διπλωματικής μας αποτελεί μια πρόταση για ένα σύμπλεγμα από “ηχητικά” καταφύγια στο Πήλιο. Τα καταφύγια έχουν τοποθετηθεί σε σημεία πάνω σε μονοπάτια που ήδη υπάρχουν, ώστε η πρόσβαση σε αυτά να είναι εφικτή για έναν πεζοπόρο, δημιουργώντας έτσι μια νέα διαδρομή. Μια σημαντική συνθήκη που έχει παρθεί, είναι η αντίληψη του τρέχοντος ηχοτοπίου στην εκάστοτε περιοχή. Έχουν επιλεχθεί τρία σημεία στο Πήλιο όπου θα πραγματοποιηθεί η παρέμβαση, και το καθένα από αυτά τα καταφύγια προσαρμόζεται στις διαφορετικές συνθήκες της υπάρχουσας φύσης, στο υψόμετρο, στην προσβασιμότητα του κάθε σημείου, αλλά και στο ηχοτοπίο της περιοχής. Το πρώτο σημείο βρίσκεται στο Φράγμα “Παναγιώτικο” που βρίσκεται σε χαμηλό υψόμετρο, είναι εύκολα προσβάσιμο και το χαρακτηριστικό στοιχείο του είναι το νερό. Το δεύτερο σημείο βρίσκεται κοντά στα Χάνια, και αποτελεί ένα σημείο στην καρδιά του δάσους. Τελευταίο σημείο παρέμβασης αποτελεί το “Τρανό Ίσωμα”. Αυτό βρίσκεται στο υψηλότερο υψόμετρο σε σχέση με τα άλλα δύο, είναι το πιο δυσπρόσιτο και χαρακτηρίζεται από χαμηλή περιβάλλουσα φύση. Η τελική μας πρόταση αποτελείται από το συνδυασμό, μιας αρχιτεκτονικής, που εξυπηρετεί τις ανάγκες ενός πεζοπόρου, και μιας αρχιτεκτονικής που εξυπηρετεί διάφορους ηχητικούς και ακουστικούς σκοπούς. Σκοπός της διπλωματικής μας, μέσω αυτής της σύζευξης, αποτελεί η δημιουργία χώρων εφοδιασμένων με τα απολύτως απαραίτητα για να φιλοξενήσουν έναν πεζοπόρο, καθώς και η επιβράδυνση του ατόμου μέσα σε αυτούς τους χώρους είτε περιφερειακά τους. Με το δεύτερο, δημιουργούμε την επιλογή στον περιπατητή να σταματήσει, να καθίσει, ώστε να εστιάσει σε όσα ακούει να συμβαίνουν γύρω του, καθώς και σε όσα βλέπει. Μέσω ηχητικών τεχνασμάτων που εναρμονίσαμε στην αρχιτεκτονική μας, επεκτείνουμε τα όρια των επεμβάσεων μας, δημιουργώντας χώρους χωρίς κάποια υλική υπόσταση.
Επιβλέποντες: Μητρούλιας Γεώργιος, Remy Nicolas
Αριθμός Αναφοράς: 931
Ως κάτοικοι του Παγκρατίου, παρατηρούμε πως η περιοχή τα τελευταία χρόνια αλλάζει-μεταμορφώνεται από μέσα προς τα έξω. Εκτεταμένες ανακαινίσεις έχουν ως αποτέλεσμα την παραγωγή τεράστιας ποσότητας αρχιτεκτονικών (και μη) αποβλήτων τα οποία εντοπίζονται σε ολόκληρη την έκταση της ευρύτερης περιοχής.
Ενσωματώνοντας την έννοια του ρακοσυλλέκτη, χαρτογραφούμε, φωτογραφίζουμε και συλλέγουμε τα απόβλητα. Έπειτα από τον καθαρισμό, την ταξινόμηση και το θρυμματισμό-διαμελισμό τους , χρησιμοποιούμε-επινοούμε σύγχρονες παραλλαγές της τεχνικής του μωσαϊκού με σκοπό να δημιουργήσουμε νέες επιφάνειες-νέα υλικά, δίνοντας με αυτόν τον τρόπο νέα χρήση, νέα ζωή, σε υλικά των οποίων ο χρόνος λειτουργικότητας-ζωής θεωρούταν πεπερασμένος.
Μέσω πειραματισμών, δοκιμών και σφαλμάτων σε κλίμακα 1:1 γεννιούνται τελικά νέες επιφάνειες τις οποίες συνθέτουμε σε μία αυτοσχέδια κατασκευή-γλυπτό. Τα αρχιτεκτονικά θραύσματα έχουν μετατραπεί πλέον σε απολιθώματα, spolia, κομμάτια παλαιότερων γενιών ενσωματωμένα σε μία νέα δομή.
Επιλέγουμε το οικόπεδο μεταξύ των οδών Υβίκου και Ζάππα. Επισήμως αποτελεί ιδιοκτησία του δήμου, γεγονός όμως αμφιλεγόμενο, αφού ορισμένες οικογένειες ισχυρίζονται πως αποτελεί ιδιοκτησία τους. Μελετώντας-αναζητώντας τα όρια του ιδιωτικού-δημόσιου, τους τρόπους οικειοποίησης ενός χώρου, τη σημασία της γειτονιάς -της κοινότητας- της συμμετοχής τόσο σε προσωπικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο, θέλουμε να παράγουμε δημόσιο χώρο, εντάσσοντας χρήστες/τεχνίτες στην διαδικασία κατασκευής.
Ενσωματώνουμε τη διαδικασία κατασκευής αυτοσχέδιων μωσαϊκών σε κλίμακα κτηρίου. Ένας μηχανισμός-γλυπτό αποτελούμενος από έναν σπαστήρα, μία μπετονιέρα, και μία αντλία αποτελεί τον πυρήνα της δομής. Ο μηχανισμός αυτός τροφοδοτεί ένα σύστημα σωλήνων που περικλείει όλη τη κατασκευή, έχοντας απολήξεις σε επιλεγμένες κάθετες και οριζόντιες επιφάνειες. Απόβλητα συλλέγονται, καθαρίζονται, ταξινομούνται και στη συνέχεια με τη βοήθεια του χρήστη-τεχνίτη-κατασκευαστή, τοποθετούνται μέσα στο μηχανισμό. Εκεί θρυματίζονται, αναμειγνείονται με μπετόν και στη συνέχεια διοχετεύονται στην επιλεγμένη κτηριακή επιφάνεια.
Με αυτόν τον τρόπο, σταδιακά ‘εκτυπώνεται’ μία τρισδιάστατη πλατεία, ένα labour palace, ένα αέναο εργοτάξιο που συνεχώς εξελίσσεται μέσω της συμμετοχής, δίνοντας έμφαση τόσο στο προσωπικό όσο και στο συλλογικό αποτύπωμα. Η εργασία/μόχθος αποκτά νέες διαστάσεις, και επιχειρείται η σύνδεση της τόσο με τη διασκέδαση όσο και με τις έννοιες της κοινωνικοποίησης και της αύξησης της συλλογικής συνείδησης.
Διακρίνονται δύο φάσεις της κατασκευής. Στην πρώτη, ένας καθολικά μεταλλικός φορέας αποτελούμενος από κολώνες, πλέγματα και σωλήνες, τοποθετείται στο οικόπεδο έχοντας ως πυρήνα τον μηχανισμό παραγωγής μωσαϊκού. Στο ισόγειο απόβλητα συλλέγονται, καθαρίζονται και ταξινομούνται, καθώς επίσης κατασκευάζονται και καλούπια τα οποία τοποθετούνται στην εκάστοτε επιφάνεια που ο χρήστης επιθυμεί να γεμίσει.
Στον πρώτο όροφο, μωσαϊκά μικρότερης κλίμακας κατασκευάζονται-στεγνώνουν-τρίβονται και συντίθενται σε αυτοσχέδια έπιπλα-γλυπτά, τα οποία στη συνέχεια τοποθετούνται σε επιλεγμένες περιοχές της πλατείας.
Η ρίψη των αποβλήτων γίνεται από την κορυφή του μηχανισμού, η οποία βρίσκεται στο επίπεδο του πατώματος του δευτέρου ορόφου. Στη συνέχεια ανοίγουν οι κατάλληλοι κόμβοι του υδραυλικού συστήματος με σκοπό το μπετόν να καταλήξει στον επιθυμητό τοίχο/δάπεδο. Έπειτα, ο χρήστης γεμίζει την επιφάνεια χρησιμοποιώντας την απόληξη του εκάστοτε σωλήνα.
Με αυτόν τον τρόπο, σταδιακά ‘εκτυπώνονται’ όλες οι καθορισμένες κάθετες και οριζόντιες επιφανείς. Στη δεύτερη φάση, η κατασκευή έχει πλέον ενσωματωμένα μωσαϊκά πάνω στα μεταλλικά της στοιχεία. Η διαδικασίας γεμίσματος τελειώνει, ο μηχανισμός όμως παραμένει εκεί, μετατρέπεται και αυτός παροδικά σε απολίθωμα. Παράλληλα, η μικρότερης κλίμακας διαδικασία παραγωγής μωσαϊκών-κατασκευής επίπλων συνεχίζεται. Η δομή αποτελεί πλέον μία τρισδιάστατη πλατεία-εργαστήριο, ένα τοπικό φόρουμ-κέντρο κοινωνικοποίησης μέσω της πρακτικής της χειροτεχνίας, ένας δημόσιος χώρος κατασκευασμένος από την κοινότητα για την κοινότητα, έχοντας πλέον το εμφανές ατομικό αλλά και συλλογικό αποτύπωμα των χρηστών/κατασκευαστών.
Επιβλέπων: Μητρούλιας Γεώργιος
Αριθμός Αναφοράς: 925
Η Νέα Αγχίαλος είναι μια παραθαλάσσια κωμόπολη του νομού Μαγνησίας η οποία ιδρύθηκε το 1907 από πρόσφυγες της Παλαιάς Αγχιάλου, της τότε Ανατολική Ρωμυλίας. Από τα αρχαία χρόνια, στην περιοχή που εδράζεται, υπήρχαν αξιέπαινες ιστορικές πόλεις και συγκεκριμένα η Πύρασος και οι Φθιώτιδες Θήβες. Πυρήνας της τοπικής ιστορίας αποτέλεσε το κτηριακό συγκρότημα του πρώτου Αγροτικού Οινοποιητικού Συνεταιρισμού. Μετά το 1972 οι τίτλοι ιδιοκτησίας του συγκροτήματος μεταβιβάστηκαν στο υπουργείο πολιτισμού και σήμερα λειτουργεί εν μέρη ως αποθήκη αρχαιοτήτων. Παρόλο που η ιστορία της Νέας Αγχίαλου είναι σημαντική, με το πέρασμα του χρόνου δεν έχει αναδειχτεί επαρκώς και έχοντας ως αποτέλεσμα να διατρέχει κίνδυνο να παραγραφεί. Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η μελέτη του κτηριακού συγκροτήματος, με στόχο την επιτυχή επανάχρησή του. Η διπλωματική εργασία, αποσκοπεί στη μετατροπή του παλιού συνεταιρισμού αφενός σε έναν χώρο διατήρησης και προβολής της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου, αφετέρου σε «ζωντανό» εργαστήριο συντήρησης, αποθήκευσης και προβολής υλικών τεκμηρίων που προέρχονται από αρχαιολογικές ανασκαφές στην περιοχή. Προκειμένου ο χώρος να ανταποκρίνεται κατάλληλα σε αυτό το νέο πιο απαιτητικό κτηριολογικό πρόγραμμα τα διάφορα τμήματα που απαρτίζουν το υπάρχον κτηριακό σύνολο είτε αναδιαμορφώνονται ριζικά είτε αφαιρούνται. Ο χώρος πέρα από αποθήκες προβλέπεται να στεγάσει βιβλιοθήκη, εκθετήριο, εργαστήρια μελέτης και συντήρησης των εκθεμάτων καθώς και εστιατόριο. Η πιο έντονη μοντέρνα χειρονομία στο έργο αφορά την προσθήκη ενός διάτρητου κελύφους, εδραζόμενο στα δοκάρια του υπάρχοντος σκελετού του κτηρίου, το οποίο προβλέπεται να παραχθεί μέσω τρισδιάστατης εκτύπωσης. Ο σχεδιασμός αυτού προέκυψε έπειτα από αναλυτική έρευνα για την χρήση των τρισδιάστατων εκτυπώσεων στην αρχιτεκτονική.
Επιβλέπων: Ψυχογυιός Δημήτρης
Αριθμός Αναφοράς: 969