Arch.Uth Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Arch.Uth UTH.gr English
Απώλεια Δημήτρη Φατούρου
08/11/2020

Απεβίωσε στις 8/11/2020 ο μεγάλος αρχιτέκτονας και δάσκαλος Δημήτρης Φατούρος, ο οποίος υπήρξε επίτιμος διδάκτορας του Τμήματος μας.

Ακολουθεί κείμενο που γράφτηκε το 2010 για τον Δ.Φ. από τον ομότιμο καθηγητή και υπεύθυνο για την ίδρυση του Τ.Α.Μ. Παντελή Λαζαρίδη. 

Ο ΣΑΛΟΝΙΚΙΟΣ…

Δεν είναι πολύς  καιρός – σε χρόνο ανύποπτο – είχα αισθανθεί  την ανάγκη, στον πρόλογο ενός βιβλίου αφιερωμένου στη δική μου δουλειά των τελευταίων  πενήντα σχεδόν  χρόνων, να  μνημονεύσω δύο πρόσωπα:  «…Τον Δάσκαλό μου Χρήστο Λεφάκη που μου έμαθε  Ζωγραφική  και τον συνάδελφο και φίλο Δημήτρη  Φατούρο  που  στα νιάτα μου (αλλά και στα δικά του νιάτα ) μου άνοιξε τα μάτια.»

OΦατούρος από τότε που πάτησε το πόδι του στη Θεσσαλονίκη ως Καθηγητής, έκανε ακριβώς αυτό:  Άνοιγε μάτια. Κι αυτό συνέχισε να κάνει  με τα ερεθίσματα που μετέδιδε, τους προβληματισμούς που έθετε ,τις βουτιές ,καμιά φορά και τα τσαλαβουτήματα σε άγνωστα η κι άπατα νερά, την πολυπράγμονα παρουσία του στο  χώρο της Αρχιτεκτονικής  και της Τέχνης αλλά και στον ευρύ κοινωνικό περίγυρο  που δραστηριοποιήθηκε μετέχοντας στα κοινά. Μετέχοντας στα κοινά, μετέχοντας στα κοινά και πάλι μετέχοντας στα κοινά. Από εσωτερική παρόρμηση, χωρίς ιδιοτέλεια, ως  πολιτικό χρέος , με πλήρη συνείδηση  ότι η πολιτική λειτουργία ολοκληρώνει την επιστημονική  και ιδίως την καλλιτεχνική και παιδευτική πρόθεση .

Τον αποκάλεσα  συνάδελφο και φίλο. Αισθάνομαι ότι κρύβω  λόγια. Στην κοινή μας πορεία ο Μίμης είναι γεμάτος……  συν. Συνάδελφος, βέβαια ,στο πανεπιστήμιο αλλά και σύντροφος και συμμαχητής  και συνένοχος και συνεργάτης σ ένα σωρό πεδία και δράσεις, μόνιμος συνομιλητής, συμπαραστάτης όταν χρειάστηκε, συνοδοιπόρος της συνολικής  διαδρομής…

Η Πολυτεχνική Σχολή ιδρύθηκε το  ’56. Καμιά δεκαριά φοιτητές κι ένα Τμήμα, το Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών. Το  ’57-’58 ξεκίνησε τη λειτουργία του το Τμήμα Αρχιτεκτόνων. Έξι- επτά φοιτητές που έγιναν αμέσως επώνυμοι επειδή τους ζηλεύαμε  κι ένας  πολύ διαφορετικός από τα γνωστά πρότυπα , αθηναίος  Καθηγητής. Νέος, ωραίος, διαβασμένος, εργασιομανής, αυταρχικός και απρόβλεπτος. Ο Νίκος Μουτσόπουλος. Το ’58-’59 οι φοιτητές έγιναν συνολικά καμιά εικοσαριά κι ήρθε ένας ακόμα  «περίεργος» Αθηναίος  αφέντης-Καθηγητής. Νέος κι ωραίος κι αυτός, άνετος, μοντέρνος ,χρωματιστός, μ‘ ένα τεράστιο κόμπο στη γραβάτα και συρτό  μικρό βηματισμό, αυστηρός και αρκετά σνόμπ ,που του άρεσε να κυκλοφορεί  στη Σχολή  με μια λευκή μπλούζα/ποδιά  Εργαστηρίου. Ό Δημήτρης Φατούρος  κάτοχος της Έδρας  Διακοσμητικής.  Ο ένας ήταν 29 χρόνων όταν έγινε Καθηγητής  κι  ο  άλλος 31. Με τον κυρίαρχο τρόπο που λειτουργούσαν και τη διαφορετικότητά τους  από το συμβατικό πανεπιστημιακό περιβάλλον της Θεσσαλονίκης  , έγιναν μύθοι σχεδόν αμέσως εκφράζοντας  και τις όμοιες αφετηρίες τους – το κλίμα του ΕΜΠ ,τον Πικιώνη, τον Γκίκα , τον Μιχελή…-  αλλά και διαφορετικές ερμηνείες ,προσεγγίσεις και προτεραιότητες , συμπληρωματικές όσο και αποκλίνουσες. Η παράδοση από τη μια πλευρά ,το μοντέρνο κίνημα και ο μοντερνισμός από την άλλη. Και γύρω-γύρω  τα μυθικά στοιχεία της εικόνας του  φοιτητή της Αρχιτεκτονικής, το  προσεγμένο  και στιλάτο  «ατημέλητο» ντύσιμο, ο μεγάλος κόμπος στη γραβάτα, το σχεδιαστήριο, τα  χοντρά μαλακά μολύβια, τα  ραπιντογκράφ, το Ταυ, η Τάβλα, το ρολό, το διαφανές και το ριζόχαρτο,  τα χρωματιστά χαρτιά, τα στράτσα, οι μακέτες….η παράδοση των ‘Θεμάτων’, τα ξενύχτια, η ευλογία ή κατάρα του «βαθμού προόδου»….και  φυσικά το γυναικείο στοιχείο προνόμιο αποκλειστικό της Αρχιτεκτονικής μέσα στην ξεραΐλα  του πολυτεχνικού περιβάλλοντος. Αυτή ήταν η αύρα που ερχόταν από μέσα προς τους έξω, τα πρώτα χρόνια,  η εικόνα που μετέδιδαν οι φίλοι κι  οι συμμαθητές που είχαν περάσει στους αρχιτέκτονες   σ ’όσους  ήθελαν να μπούνε στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων  ή σπούδαζαν σ’ άλλα Τμήματα. Φρεσκάδα και καθαρός αέρας που χτύπησε κατάμουτρα και όσους  ετοιμαζόμασταν  για το Πολυτεχνείο  και τους πνευματικούς αλλά και τους κοσμικούς κύκλους της πόλης.

Ο Φατούρος  επισήμως  «κατείχε» την Έδρα Διακοσμητικής αλλά ,κάπως διακριτικά στην αρχή χωρίς πολλούς φραγμούς αργότερα, βουτούσε σε πολλά διαφορετικά νερά. Γρήγορα ίδρυσε το «ΕΑΕΧΒΑ», το Εργαστήριο Αρχιτεκτονικής Εσωτερικών Χώρων και Βιομηχανικής Αισθητικής, στο πλαίσιο του οποίου ανέπτυξε  μια τεράστια βεντάλια δραστηριοτήτων, από κατασκευές έως εκδόσεις, από οργάνωση σεμιναρίων για  μεγάλο αριθμό θεματικών περιοχών της τεχνολογίας αλλά και των κοινωνικών επιστημών, έως εμπειρικές και θεωρητικές έρευνες που οδήγησαν σε πλήθος μελέτες και σε διδακτορικές διατριβές.

Από την αρχή της παρουσίας του, μαζί με τις εμμονές του για το  Design και γενικότερα για το σχεδιασμό, έφερε μέσα στη Σχολή (η σωστή έκφραση  θα ήταν κουβάλησε μέσα στη Σχολή) τους ενθουσιασμούς του για τη νεωτερικότητα, την ιστορία και την κριτική  του μοντέρνου κινήματος, τα προτάγματα, τους κανόνες και τις αρχές του, τα επιτεύγματα των  «αγίων» της μοντέρνας αρχιτεκτονικής, κριτική, θεωρίες και συσχετισμούς. Της αρχιτεκτονικής με την επιστημονική  μέθοδο, με τη τέχνη, με την τεχνολογία, με τις κοινωνικές επιστήμες,  με την κυβερνητική , προάγγελο ,τότε  της έκρηξης στην πληροφορική ,που ακολούθησε.

Ο Φατούρος ποτέ δεν προσποιήθηκε τον σοφό  ούτε του χρειάστηκε να επιδιώξει την αποδοχή του ως αυθεντίας. Αντίθετα δεν είχε πρόβλημα να λειτουργήσει ως αμφισβητίας του εαυτού του. Χωρίς  να το κρύβει μύριζε τα πράγματα, σχεδόν φερμάριζε όσο κι αν αυτό φαίνεται ασεβές, τρύπωνε παντού, βίωνε, επεξεργαζόταν, μετέφερε, επικοινωνούσε  γράφοντας, διδάσκοντας ή συζητώντας και είχε το  προσόν να  εμβολιάζεται από τις αντιδράσεις (ξανα)μαθαίνοντας  απ’ αυτές και αρχίζοντας νέα έρευνα.

Στα χρόνια που ακολούθησαν  το ξεκίνημα  της θητείας του ως Καθηγητή ο Φατούρος ωρίμαζε ραγδαία. Την άσπρη εργαστηριακή μπλούζα/στολή  του  αρχιτέκτονα – ερευνητή, Καθηγητή και Διευθυντή του Εργαστηρίου την αντικατέστησε σύντομα με μια εικόνα πολύ πιο συμβατή και  προσαρμοσμένη στο χαρακτήρα του ιστορικού πλαισίου που άρχισε να διαμορφώνεται μετά το 1961 και το κίνημα του 114  αλλά και στο χαρακτήρα των μαζικών πια ακροατηρίων στα  οποία απευθύνονταν. Ο λόγος του χωρίς να χάσει τίποτε από τον οραματικό του χαρακτήρα και τον  νεωτερικό  προσανατολισμό του απομακρυνόταν από τον δογματισμό των προταγμάτων και την ακαμψία των προτύπων και αποκτούσε ευλυγισία, ανοχές και μεγάλη  ερμηνευτική χωρητικότητα  εξαιτίας των  κοινωνικών παραμέτρων που αξιολογούσε και των κοινωνικών επιστημών που χρησιμοποιούσε, αυξάνοντας συγχρόνως την πειθώ του και κυρίως την επιρροή του μέσα αλλά και έξω από το Πανεπιστήμιο.

Είναι αλήθεια ότι ο Φατούρος  δεν λειτουργούσε μόνος. Από την αρχή της εγκατάστασής του στη Θεσσαλονίκη βρισκόταν διαρκώς και αλλού κι αυτό επίσης σημαίνει και με άλλους. Η κινητικότητά του και το διαρκές πήγαινε-έλα στο εξωτερικό αλλά  ιδίως με την Αθήνα, που ήταν πάντα και παραμένει η μήτρα του και  το σημείο αναφοράς του, ήτανε σχεδόν εκτός ορίων αποτελώντας ορισμένες φορές τη βάση για αρκετά  ανέκδοτα. Μπορεί το πρωί να είχε μάθημα, το μεσημέρι συνάντηση στην Αθήνα και το βράδυ να βρισκόταν σε εκδήλωση ξανά στη Θεσσαλονίκη... Συχνά αυτό συνέβαινε και με αντίστροφη φορά. Είχε την ικανότητα να συντηρεί τη σχέση του με πλήθος  αθηναϊκούς  κύκλους, πρωτοβουλίες, εκδηλώσεις και δραστηριότητες, παραμένοντας έτσι μέσα  στις βασικές συζητήσεις και ζυμώσεις, αντλώντας παράλληλα με τη συμμετοχή του αυτή πρόσθετο κύρος  και  αναγνωρισιμότητα, τα οποία με τη σειρά τους  του δημιουργούσαν  πρόσθετες υποχρεώσεις  και κινητικότητα.

Στη Θεσσαλονίκη η κοινωνική του ενσωμάτωση ήταν πλήρης, η συμμετοχή του στις δημόσιες δραστηριότητες γινόταν συνεχώς πιο έντονη και ο κύκλος του ο πνευματικός  αφρός  της πόλης. Τα περιθώρια για  εποικοδομητικές συζητήσεις και αιχμηρούς προβληματισμούς  ήταν  μεγάλα και ασφαλώς η συνύπαρξή του στο πανεπιστημιακό, στο κοινωνικό αλλά και στο φιλικό  του περιβάλλον με  την ανεπανάληπτη τότε συγκέντρωση προοδευτικών πνευματικών δυνάμεων στη Θεσσαλονίκη ήταν ένας διαρκής πρόσθετος  δημιουργικός ερεθισμός. Ο Φατούρος  συμπρωταγωνιστής στις δραστηριότητες της  Μακεδονικής Καλλιτεχνικής Εταιρίας «ΤΕΧΝΗ» που είχε συγκροτήσει μέσα της και γύρω της ένα μεγάλο μέρος των πνευματικών δυνάμεων αιχμής στη Θεσσαλονίκη, είχε επίσης γίνει ένα είδος  Γκουρού  για τις δραστηριότητες των εικαστικών  τεχνών στην πόλη, με τα κριτικά κείμενά του, τις παρουσιάσεις καλλιτεχνών, την οργάνωση εκθέσεων  και την διαρκή επαφή του με προσωπικότητες του εξωτερικού.

Η διαδρομή του Φατούρου σφραγίστηκε από την τομή του 1967. Και η πολιτική ωρίμανση συνάντησε  με φυσικό τρόπο τον ακτιβισμό, τη συνδικαλιστική δραστηριότητα κι αργότερα τη συμμετοχή στη διοίκηση, την ανάληψη της Πρυτανείας του ΑΠΘ, τη διεκδίκηση της Δημαρχίας και την ανάληψη κυβερνητικών ευθυνών.

Είχα  μια προσωπική πορεία  απολύτως παράλληλη η  οποία όμως μου στοίχησε μια  παροδική τελικά, αλλά πολύχρονη και πολύ οδυνηρή  «υποχρεωτική» αποστασιοποίηση από τα πεδία  αναφοράς μου: την ακαδημαϊκή και καλλιτεχνική δραστηριότητα και τη συγγραφή και πάνω απ’ όλα  από την πόλη μου. Ο Μίμης με θαυμαστό τρόπο κατάφερνε πάντα να είναι  «εδώ», ενώ ήταν «εκεί», να συντηρεί και να αυξάνει μέσα στην ένταση, καμιά φορά και τη δίνη, των διοικητικών και πολιτικών ευθυνών, τη συμμετοχή του στα κοινά της πόλης, στο διάλογο για την αρχιτεκτονική και την εκπαίδευση του αρχιτέκτονα, για τα μεγάλα και μικρά κτίρια, για τον δημόσιο και ιδιωτικό, χώρο για τους όρους, τις προϋποθέσεις και τις μορφές που μπορούν να εξασφαλίσουν την συμβίωση..…Με πλήθος κείμενα μεγάλα και μικρά, με άρθρα, με προτάσεις, με πρωτοβουλίες και με μια ειδική επιμονή στη συζήτηση για την πολλαπλότητα της αρχιτεκτονικής και του λόγου της και βέβαια  με την διαρκή  παρουσία του ως Δάσκαλος. «Η επιμονή της Αρχιτεκτονικής», όπως ο τίτλος ενός από τα βιβλία του.

Το όραμα του Φατούρου για την  αρχιτεκτονική, οι επιλογές του και οι πρωτοβουλίες του, παλιές, ιδρυτικές αλλά και πιο πρόσφατες, προσδιόρισαν  περισσότερο από οτιδήποτε άλλο την πορεία  του Τμήματος  Αρχιτεκτόνων στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Η σχέση του με  τη Θεσσαλονίκη όπου έζησε  σαράντα παραγωγικά χρόνια γεμάτα καθοριστική δράση κρύβει  μια δραματικότητα δύσκολα αναγνώσιμη.

Για την πόλη ,που τα χαρακτηριστικά της τον ερέθιζαν από τότε που πρωτοήρθε και που τα προβλήματα, οι δυνατότητες  και οι προοπτικές της  συνέχισαν  να  αποτελούν γι αυτόν διαρκή, δημιουργική αλλά και πικρή  πρόκληση ,στην οποία ανταποκρίθηκε με το μεγαλύτερο μέρος του έργου και της δράσης του, ο Φατούρος  έγινε και παραμένει μια εμβληματική φυσιογνωμία για την συνολική πνευματική και την  πολιτική ζωή της συνεχίζοντας απτόητος να είναι  κι εδώ ενώ είναι εκεί  και να πηγαινοέρχεται ανάμεσα στη Θεσσαλονίκη που τον προκαλεί  και  την  άλλη αγαπημένη του Αθήνα.

Παντελής Γ. Λαζαρίδης

πρ. Καθηγητής  Τμ. Αρχιτ. ΑΠΘ

Ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας , πρ Πρόεδρος Τμ Αρχιτ. ΠΘ,  πρ. Πρύτανης του ΠΘ