Στα πλαίσια αυτής της διπλωματικής εργασίας επιλέγεται ως περιοχή επέμβασης ένα υπέργειο χωρικό διάστημα της σιδηροδρομικής διαδρομής ΑΘΗΝΑΣ- ΘΕΣ/ΚΗΣ. Η Γέφυρα του Γοργοποτάμου.
Η γέφυρα έχει 211 μέτρα μήκος και 30 ύψος. Ενώνει τις δύο πλαγιές της Οίτης και περνά πάνω από των ποταμό Γοργοπόταμο. Απέχει 8 χιλιόμετρα από τη Λαμία και γειτνιάζει με τον ομώνυμο οικισμό.
Πέρα από την ιδιαίτερη γεωμορφολογία της περιοχής της οποίας οι πηγές αποτελούν έναν σημαντικό υδροβιότοπο, το πεδίο της Γέφυρας του Γοργοποτάμου αποτελεί και ένα τοπίο μνήμης της νεότερης ιστορίας.
Η κατασκευή της αρχικής γέφυρας τελείωσε το 1905. Κατά τη διάρκεια όμως του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου ανατινάχθηκε τρεις φορές. Η ανατίναξή της από ενωμένες τις αντιστασιακές δυνάμεις των Ε.Α.Μ και Ε.Δ.Ε.Σ έγινε στις 25 Νοεμβρίου του 1942. Το 1982 καθιερώνεται επίσημος εορτασμός της ελληνικής εθνικής αντίστασης η ημερομηνία ανατίναξης της Γέφυρας.
Πρόκειται λοιπόν για ένα τοπίο που εμπλέκει το φυσικό και το ανθρωπογενές περιβάλλον και την ιστορική μνήμη με τη δυναμική ενός τόπου παραγωγής.
Η επέμβαση περιλαμβάνει ένα δίκτυο ιστορικής έρευνας, καλλιέργειας και κατοίκησης στη νότια όχθη της γέφυρας και ένα κέντρο έρευνας και παραγωγής βιολογικής ιχθυοκαλλιέργειας στη βόρεια όχθη. Δημιουργούνται έτσι δύο πόλοι οι οποίοι αλληλοτροφοδοτούνται και αλληλοσχετίζονται. Οι επεμβάσεις ενώνονται μεταξύ τους με μια αναρτημένη μεταλλική πεζογέφυρα και αγκυρώνονται στο τοπίο μέσα από δίκτυα διαδρομών και χρήσεων. Η γέφυρα αποτελεί τόσο το υπόβαθρο στο οποίο δρα η μνήμη όσο και το υπόβαθρο κίνησης του τρένου για την τροφοδότηση της επέμβασης.
Πρόθεσή μας είναι η εγκατάσταση αυτή να αποτελεί μια νησίδα αυτάρκειας στην οποία οι κάτοικοί της μέσα από τη διαμονή, την έρευνα και τη συμμετοχή τους σε αυτό το τοπίο παραγωγής θα έχουν τη δυνατότητα να ζουν στο τοπίο της μνήμης και να ζουν από αυτό.