Η παρούσα ερευνητική εργασία προσπαθεί να διερευνήσει τους τρόπους με τους οποίους η μητρόπολη του παρόντος κοιτάζει τον μελλοντικό εαυτό της ώστε να βρει λύση στα προβλήματα και στις παθογένειες της. Ο κινηματογράφος και η αρχιτεκτονική της επιστημονικής φαντασίας είναι δύο από τα κύρια γνωρίσματα της μελλοντικής πόλης, καθώς και τα εργαλεία που συμβάλουν στον οραματισμό αλλά και στην πραγμάτωσή της. Ήδη από τις αρχές του εικοστού αιώνα και με εφαλτήριο την δραματική αλλαγή του αστικού τοπίου, μετά την πρώτη σχολή του Σικάγο και τον ερχομό του μοντέρνου, το όραμα για την ιδανική πόλη ενδυναμώθηκε.
Η επιστημονική φαντασία δεν περιορίζεται πλέον μόνο στις νουβέλες, αλλά αρχίζει να διαμορφώνει αισθητά την αντίληψη για το μέλλόν, είτε μέσα από την αρχιτεκτονική και τον σχεδιασμό, είτε μέσα από την εξάπλωση της κινούμενης εικόνας στην αστική κουλτούρα. Η αφήγηση μέσα από τον κινηματογράφο ζωντανεύει τους φανταστικούς κόσμους και μετατρέπει τον κινηματογραφικό χώρο και χρόνο σε πραγματικους. Το «Λος Άντζελες του 2019», τριάντα χρόνια πριν από την άφιξη της ημερομηνίας, είναι εξίσου πραγματικό και αναγνωρίσιμο με τον αληθινό του εαυτό. Μία μητρόπολη πυκνότητας, κοινωνικών διαστρωματώσεων και πληθυσμιακών μετακινήσεων. Παρ’ όλα αυτά, στερείται της λάμψης της ανοικοδομημένης Εβριτάουν του Χ. Τζ. Γουέλς και είναι εξίσου δυστοπικό με τον εξευγενισμένο εαυτό του, τριάντα χρόνια μετά, στην ταινία του Σπάικ Τζόνζι. Η κινηματογραφημένη πόλη της επιστημονικής φαντασίας φαίνεται να είναι περισσότερο ικανή να καταγράψει τους προβληματισμούς για το μέλλον παρά να αναζητήσει την επίλυσή τους. Ο κινηματογράφος και η αρχιτεκτονική δείχνουν να έχουν χάσει το θάρρος τους να σχεδιάσουν και να οραματιστούν τους φανταστικούς και εξωπραγματικούς κόσμους που επινόησε ο Ιούλιος Βερν ένα αιώνα πριν και αυτό είναι αποθαρρυντικό για το μέλλον.