Το παρόν κείμενο, επιχειρεί να διερευνήσει τον κοινωνικό και πολιτικό χαρακτήρα της τέχνης, μέσα από το παράδειγμα της φωτογραφίας και της ζωγραφικής, στο μεταίχμιο του 20ου αιώνα. Το ζήτημα της τέχνης, της αναπαράστασης, θεμελιώνεται ως άλυτη υπαρξιακή αναζήτηση από τα πρώτα κιόλας κεφάλαια της ανθρώπινης ιστορίας. Μάλιστα η τέχνη, χαρακτηρίζεται συχνά ως ένα απαθές εργαλείο για την παρατήρηση της ζωής. Ο ισχυρισμός αυτός ανατρέπεται από την ίδια την ιστορία των δύο μεγάλων αναπαραστατικών τεχνών, καθώς αποδεικνύεται ότι η φωτογραφία και η ζωγραφική είχαν πάντοτε το βλέμμα στραμμένο στην κοινωνία και στις προοδευτικές δυνάμεις που δρουν μέσα της. Η φωτογραφία, γεννήθηκε τον 19ο αιώνα, την εποχή των μεγάλων επιστημονικών, πνευματικών και κοινωνικών επαναστάσεων στην Ευρώπη και αναδείχθηκε σε τέχνη στις αρχές του 20ου αιώνα, μέσα από μια σαφώς κοινωνικά –και πολιτικά- προσανατολισμένη θεματολογία, την οποία επέβαλλε η συγκυρία δύο Παγκόσμιων Πολέμων, εμφυλίων , αμέτρητων συρράξεων και κοινωνικών εκρήξεων. Η ζωγραφική, ανέπτυξε τις -οργανωμένες με μανιφέστα- πρωτοπορίες της τον 20ο αιώνα, μέσα από τις οποίες εξαπέλυσε δριμεία κριτική στο πνευματικό , πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι, άλλοτε διαμαρτυρόμενη, συστρατευόμενη με τις κοινωνικές δυνάμεις κι άλλοτε αυτοεξόριστη και εσωστρεφής, ουδέποτε όμως ουσιαστικά αδιάφορη. Το αντίκτυπο εκείνης της εποχής, φτάνει στις μέρες μας με τη μορφή ενός, πρωτόγνωρα, πλούσιου λεξιλογίου στο πεδίο της φιλοσοφίας, της επιστήμης, της τέχνης, ενέχει ωστόσο την παγίδα της διαίρεσης, σε μορφή και περιεχόμενο, η οποία, εντέχνως, διέπει κάθε πτυχή της ανθρώπινης ζωής, έκφρασης και διανόησης. Μέσα από τις σελίδες αυτής της εργασίας, δεν επιχειρείται να δοθεί ένας ορισμός της πραγματικότητας ή της τέχνης, αλλά πολύ περισσότερο, να διατυπωθεί ένας προβληματισμός και να αναδειχθεί μια δυνατότητα, αυτή του να αποδοθεί στην τέχνη, ο ρόλος που χρειάζεται να έχει σήμερα, αφού η τέχνη μαζί με τον λόγο αποτελούν τον σφυγμό της κοινωνίας, κάθε πολιτισμού και εποχής.