Στη σύγχρονη εποχή που η επίσκεψη του ξένου έχει αλλάξει κλίμακα και αναφέρεται πλέον σε χιλιάδες ανθρώπους κάποιας εθνότητας η έννοια της φιλοξενίας και της οικειοποίησης δεν περιορίζεται στα πλαίσια του οίκου, αλλά αναφέρεται στην πόλη και τη χώρα υπαγόμενη στο σύστημα της παγκοσμιοποίησης. Οι χρήστες της καλούνται να ανακαλύψουν, να ορίσουν και να ερμηνεύσουν τον χώρο μέσα από τις πρωταρχικές ανάγκες όπως κοιμάμαι, ξεκουράζομαι, τρώω, περπατάω και τελικά να προσδιορίσουν την ταυτότητά τους σε ένα τοπίο ετεροτήτων στο οποίο συνυπάρχουν δομικές και κοινωνικές διαφορετικότητες.
Το σύγχρονο αστικό περιβάλλον υπαγόμενο στο σύστημα της παγκοσμιοποίησης δεν εσωκλείει μόνο τα στοιχεία της τοπικής κοινωνίας αλλά τα χαρακτηριστικά εκείνα που τις προσδίδουν το χαρακτηρισμό παγκόσμιο χωριό, το τοπικό χάνεται στην πολυπολιτισμικότητα και ως αποτέλεσμα έχουμε μια ομοιομορφία στον τρόπο ζωής. Ο πολίτης λοιπόν καλείται να οικειοποιηθεί τόσο το τοπικό όσο και το παγκόσμιο, να κατακτήσει εικόνες απ’ όλο τον κόσμο και να τις ανάγει σε κομμάτι των δικών του εμπειριών και τρόπου ζωής .
Οι δημόσιοι χώροι που συγκροτούν τον αστικό ιστό, δομούν την πόλη, την ιεραρχούν δίνοντάς της μορφή, ζωή, διαφορετικότητα και νόημα γίνονται καταναλωτικά αντικείμενα με την έννοια του θεάματος και του παγκόσμιου εταιρικού κεφαλαίου να λαμβάνει ρόλο διαμορφωτή. Έτσι δημιουργούνται παρόμοια αστικά σκηνικά ανα τον κόσμο, που είναι οικεία για τον σύγχρονο κοσμοπολίτη, κάτοικο και επισκέπτη της εκάστοτε πόλης. Τα αστικά σκηνικά αυτά εξαπλώνονται επίσης χάρις στην διακίνηση άυλων αγαθών όπως η πληροφορία, η τεχνογνωσία και η εικόνα. Έτσι, παρέχεται πλέον η δυνατότητα να οικειοποιηθούμε χωρικές οντότητες οι οποίες βρίσκονται μακριά από τον τόπο κατοικίας μας και μας βοηθούν ώστε να γίνουμε πολίτες του κόσμου, που έχουν την ικανότητα να αναγνωρίζουν το άλλο και να αποδέχονται το διαφορετικό των ξένων πόλεων και τρόπου ζωής, αφού αποτελούν κατασκευές που επενεργούν στον διανοητικό χώρο και όχι στον υλικό διαμορφώνοντας την εικόνα του ατόμου για μία νέα παγκόσμιας κλίμακας γειτονιά.
Οι μητροπολιτικές πόλεις και τα αστικά κέντρα είναι πολυλειτουργικές περιοχές, οι οποίες παράγουν προϊόντα, υπηρεσίες και διευκολύνσεις όχι για διαφορετικές ομάδες χρηστών. Προσελκύουν σταθερά τα ενδιαφέροντα των ταξιδιωτών, γιατί εκεί συγκεντρώνονται και συμπυκνώνονται οι ιστορικές και πολιτισμικές αξίες και υπάρχουν εγκαταστάσεις αναψυχής και ανεπτυγμένη αγορά. Γι΄αυτό αναπτύσσονται στρατηγικές για την υποδοχή και ξενάγηση του ξένου προκειμένου να γνωρίσει και να οικειοποιηθεί την τοπική κουλτούρα, τρόπο ζωής και την πόλη ως χωρική οντότητα. Ωστόσο, οι εθνικές ομάδες ανοίγουν και κλείνουν τα όρια τους σε ορισμένες περιπτώσεις για να συμπεριλάβουν, να αφομοιώσουν και να ενσωματώσουν, ενώ σε άλλες για να αποκλείσουν και να εκδιώξουν το « ξένο». Όταν όμως οι αλλοεθνείς εγκατασταθούν στον αστικό ιστό καλούνται να ανακαλύψουν την πόλη προσαρμόζοντάς την στις δικές τους εικόνες και πρότυπα. Έτσι δημιουργούνται μικρές πόλεις μέσα στον υπάρχον αστικό ιστό με τα δικά τους ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που συμβάλλουν στην δημιουργία ενός πολυπολιτισμικού αστικού τοπίου.
Η ανάγνωση του αστικού τοπίου δεν έγκειται μόνο στην εικόνα αλλά είναι άμεσα συνδεδεμένη και με την χωρική οργάνωση του. Όπως αναφέρει και ο Kevin Lynch στο έργο του «The image of the city» όλα τα κινούμενα όντα έχουν την ικανότητα να αντιληφθούν το περιβάλλον μέσα από την οπτική αίσθηση και να δημιουργούν νοητικούς ή αλλιώς «γνωστικούς χάρτες» που αποτελούν συνδυασμό των νοητικών αναπαραστάσεων όλων εκείνων των στοιχείων που συμπεριλαμβάνει μία πόλη (μονοπάτια, άκρα, περιοχές, κόμβους και ορόσημα ) καθώς και των κατόψεών της.
Ωστόσο στις μέρες μας οι νοητικοί χάρτες αναιρούνται μερικώς απο την χρήση των τεχνολογιών που παρέχουν ακριβείς εικόνες, πληροφορίες και χαρτογραφήσεις σε μια προσπάθεια για μια ολική παρουσίαση και ενοποίησή του αστικού ιστού.
Η τέχνη με τη σειρά της επιχειρεί και αυτή την ενοποίηση του αστικού περιβάλλοντος. Πρώτοι οι καταστασικοί στο Παρίσι τη δεκαετία του ‘60 πρότειναν μέσα από τη βασική τους ιδέα την΄΄unitary urbanism΄΄, την δημιουργία βιωμένων αντιθεαματικών «καταστάσεων» σε όλη την πόλη που θα έθεταν σε επαφή τις ανθρώπινες παρουσίες και ενοποιώντας τις σε μια συγχρονική κατάσταση. Σήμερα που η πόλη έχει τα χαρακτηριστικά μίας υβριδικής, υπερεθνικής κοινότητας απαιτούνται απόπειρες δημιουργίας έργων που θα χαρακτηρίζονται απο τη συλλογικότητα τη συμμετοχή και την υπερτοπικότητα. Η τέχνη και η αρχιτεκτονική καλείται να συμβάλει στην «πολυφωνία» της μνήμης μέσα απο την παρουσίαση πολλαπλών εκδοχών του παρελθόντος απο διαφορετικές κοινωνικές ομάδες και άτομα που συνυπάρχουν και χρησιμοποιούν τον ίδιο αστικό ιστό. Έτσι οι «αστικοί συντελεστές» θα μπορούν να αποκτήσουν πια οικουμενικό χαρακτήρα, προκειμένου η εκάστοτε πόλη να διατηρεί τα «ειδικά» χαρακτηριστικά της, αλλά παράλληλα να καθίσταται πόλη του κόσμου, ώστε ο κάθε κάτοικος της να μπορεί να βιώσει το σύγχρονο μεταβλητό αστικό τοπίο που διαμορφώνεται πια βασισμένο σε παγκόσμια και όχι σε τοπικά-παραδοσιακά πρότυπα.
Μία σύγχρονη παρέμβαση στον αστικό ιστό θα μπορούσε να προτείνει ένα είδος απο πορείες μέσα στην πόλη οι οποίες θα ενσωματώνουν αστικούς συντελεστές που είναι συνδεδεμένοι με την ιστορική μνήμη αλλά και στοιχεία ευμετάβλητα και εφήμερα που θα επιτρέπουν στον χρήστη να τα ερμηνεύσει, ταυτοποιήσει και οργανώσει μέσα απο την ατομική νοητική αντίληψη. Έτσι θα επιτευχθεί η κατανόηση και νοητική ιδιοποίηση του δημόσιου χώρου , αφού όλοι οι πολίτες θα έχουν το δικαίωμα της δράσης, της ανάγνωσης, της ερμηνείας των νοημάτων και της ταυτοποίησης του δομημένου χώρου μέσα απο την διαδικασία της χρήσης και της επιλογής παρεχόμενων πληροφοριών απο ένα αρχείο πόλης, προκειμένου να οικειοποιηθούν τελικά τον σύγχρονο ευμετάβλητο αστικό ιστό.