Η παρούσα ερευνητική εργασία είναι μια πορεία μέσα σε ένα λαβύρινθο, όχι γιατί το επέλεξα, αλλά γιατί έτσι συνέβη: Συνέβη να είναι μια γραμμική πορεία προς το κέντρο, όπως εκείνες που υπαγόρευαν λαβύρινθοι σκαλισμένοι σε βράχους ή ζωγραφισμένοι σε αγγεία χιλιάδες χρόνια πριν. Η πολυπλοκότητά της κλιμακωνόταν καθώς προχωρούσα. Τα βήματα μου στην αρχή ήταν σίγουρα, αφού άγγιζαν εδάφη γνωστά, εύληπτα, κοντινά στην έξοδο. Καθώς όμως συνέχιζα, μετά τις πρώτες στροφές, όταν η έξοδος ήταν πια αρκετά μακριά, το έδαφος γινόταν ασταθές, βαλτώδες και δύσβατο, η πορεία αποκτούσε διακλαδώσεις, η αγωνία με κυρίευε, αφού κανένα κριτήριο δεν υπαγόρευε τις αποφάσεις… Παρ’ όλα αυτά συνέχιζα να προχωρώ, δεν ξέρω αν κατάφερα τελικά να φτάσω στο κέντρο ή απλά περιπλανήθηκα μέσα στον λαβύρινθο αυτό, σίγουρα όμως κατά τη διάρκεια της πορείας μου είχα κι εγώ μίτο: Είχα τους δικούς μου λαβύρινθους, τους σκάρωνα πρόχειρα σε γωνιές που με φόβιζαν, για να χλευάσω εκείνον μέσα στον οποίο περπατούσα…
Η παρούσα εργασία είναι, λοιπόν, μια καταγραφή αυτής της πορείας. Αφετηρία της το μυθιστόρημα του PaulBowlesΤσάι στη Σαχάρα, και πιο συγκεκριμένα οι λαβύρινθοι που ο συγγραφέας κατασκευάζει στις σελίδες του. Η συνέχειά της αφορά αφ’ ενός την έννοια του λαβυρίνθου, η οποία προσεγγίζεται ετυμολογικά και ιστορικά, αλλά και μέσα από τον αρχαιοελληνικό μύθο του Θησέα και του Μινώταυρου, αφ’ ετέρου στρέφεται στην επιστήμη της ψυχανάλυσης, συσχετίζοντας την έννοια του λαβυρίνθου με τα όνειρα, τις λέξεις, τις σκέψεις, το ασυνείδητο... Στο τέλος της διαδρομής υπάρχουν οι δικοί μου λαβύρινθοι, μικρές ιστορίες με θέμα τον λαβύρινθο.