Αρχική πρόθεση της ερευνητικής απόπειρας υπήρξε η δημιουργία ενός αρχείου/καταλόγου για τη φωτιά. Το αρχείο είναι εξελίξιμο, μπορεί εν δυνάμει να ανανεώνεται συνεχώς. Έτσι, ο στόχος του είναι δυνατόν να επαναπροσδιορίζεται.
Αυτό θα έπρεπε να συμβεί, κατά κάποιο τρόπο, ταυτόχρονα με κάποια αναπαράσταση της ίδιας της εξελικτικής διαδικασίας που αποτελεί η αρχειοθέτηση. Η σειρά τοποθέτησης των ευρημάτων δεν συμπίπτει με τη χρονική σειρά που ανέκυψε κατά τη διάρκεια της έρευνας. Η αναπαράσταση, άλλωστε, δεν συμβαίνει σε αυτόνομο πραγματικό χρόνο αλλά δανείζεται χρόνο του παρατηρητή για να υλοποιηθεί. Εφόσον οι χρονικές σχέσεις διαταράσσονται, διευκολύνεται κάποια «βεβήλωση» της ακρίβειας του τρόπου με τον οποίο δημιουργήθηκε το αρχείο. Δεν ενδιέφερε αυτό εξάλλου. Περισσότερο ενδιέφερε η μεταφορά κάποιας ακόμα ακαθόριστης εντύπωσης πως η φωτιά και η αρχιτεκτονική σχετίζονται. Επομένως, η επιλογή και η τοποθέτηση των αποσπασμάτων φωτιάς έγιναν για να εμφανίσουν κάποια αφηρημένη σχέση με την αρχιτεκτονική.
Η αρχιτεκτονική αντιστέκεται στις φυσικές καταστροφές. Μια τέτοια «φυσική» καταστροφή είναι η φωτιά. Η πρακτική της αρχιτεκτονικής ως αντίσταση στη φωτιά, περιγράφει αμέσως μια σχέση μεταξύ των δύο. Τη φωτιά θα μπορούσε να αντικαταστήσει οποιαδήποτε μορφή φθοράς. Ο χρόνος, άλλωστε, από μόνος του μπορεί να είναι συνάρτηση της φθοράς. Μπορούμε να εννοούμε τον χρόνο ως δύναμη της φθοράς. Η φωτιά επιλέχθηκε εδώ ως έννοια προς εξέταση γιατί συμπυκνώνει τη φθορά. Οι εξελικτικές διαδικασίες συμβαίνουν σε πραγματικό χρόνο, ενώ η αρχιτεκτονική σχεδιάζεται και κατασκευάζεται, προσπαθώντας «να παγώσει» το χρόνο. Η σκέψη αυτή επεκτείνεται λοιπόν στη συνέχεια σε μια αναζήτηση για το ζωντανό χρόνο της φωτιάς και την αναπαράσταση.
Η ζωντανή ενέργεια της φωτιάς και οι περιορισμοί που ορθώνονται από τις επιστήμες για την αντίσταση στην καταστροφική της δύναμη, είναι γενικά τα δυο θέματα τα οποία επιλέχθηκαν τελικά να αναδειχθούν, αλλά όχι μέσω μιας ξεκάθαρης κατηγοριοποίησης των στοιχείων. Υπάρχει, θα έλεγα, μια διάβρωση μεταξύ των ορίων αυτών των δυο πραγμάτων.
Η φωτιά είναι αυτόματη, ζωντανή, απρόβλεπτη. Ο GastonBachelard γράφει πως «η φωτιά ενσωματώνει όλα τα χαρακτηριστικά της πέψης».
Οι σύγχρονοι τρόποι αντιμετώπισης της πυρκαγιάς αξιοποιούν όλα αυτά τα χαρακτηριστικά της φωτιάς. Ένα εκτεταμένο πεδίο εννοιών και αναπαραστάσεων, τεχνικής και εκλεπτυσμένων μηχανισμών παρουσιάζεται σήμερα υπό την έννοια της πυροπροστασίας. Χρησιμοποιούνται αισθητήρες, αυτοματισμοί, κάμερες και επιχειρείται η πρόβλεψη όλων των παραμέτρων βάσει των οποίων εξελίσσεται μια πυρκαγιά, αποβλέποντας τελικά στην κατάργηση του απρόβλεπτου. Πρόκειται για έναν τεχνητό ανιμιστικό σύστημα που μιμείται τη ζωντάνια του ίδιου του φαινομένου προκειμένου να το καταπολεμήσει. Εναλλακτικά, θα μπορούσαμε να πούμε πως η φωτιά η ίδια αποτελεί πρωτόγονη μορφή αυτοματισμού.
Διακρίνω μια ανανέωση στον τρόπο που η αρχιτεκτονική αντιστέκεται στη φθορά. Αν παλιότερα ο σκοπός της αρχιτεκτονικής ήταν η δημιουργία στατικών μορφών που αναχαιτίζουν τη φθορά παγώνοντας το χρόνο, σήμερα αρχίζει να εμφανίζεται ως στόχος η δημιουργία ευέλικτων και αυτοματοποιημένα μεταβαλλόμενων καταστάσεων που παραλαμβάνουν την καταστροφή, δηλαδή τη μεταβολή, «φυσικά», ακολουθώντας τον τρόπο που η ίδια η μεταβολή δημιουργείται και λειτουργεί.