Στην κοίτη του ποταμού Μόρνου 7 χιλιόμετρα δυτικά του Λιδορικίου στο Νομό Φωκίδας δημιουργήθηκε με την κατασκευή χωμάτινου φράγματος ο Ταμιευτήρας του Μόρνου. Το έργο άρχισε τον Μάιο του 1969 και ολοκληρώθηκε το 1979, αλλά η κανονική λειτουργία άρχισε το 1981. Το Φράγμα είναι από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη και ενισχύει την υδροδότηση της Αθήνας διαμέσου του υδραγωγείου του Μόρνου, το οποίο είναι το δεύτερο μεγαλύτερο υδραγωγείο στην Ευρώπη. Το υδραγωγείο του Μόρνου επικοινωνεί με το υδραγωγείο της Υλίκης με ενωτικά υδραγωγεία και στη συνέχεια το ακατέργαστο νερό μεταφέρεται στις τέσσερις Μονάδες Επεξεργασίας Νερού (Μ.Ε.Ν.) του Γαλατσίου, του Πολυδενδρίου, των Αχαρνών και της Μάνδρας. Τέλος το νερό διοχετεύεται από τις Μ.Ε.Ν. στις δεξαμενές της πόλης των Αθηνών μέσα από εκτενές δίκτυο σωληνώσεων.
Στο Φράγμα του Μόρνου βρίσκονται τρεις από τους χώρους έρευνας: Η Τράπεζα Ελέγχου, η Σήραγγα Προσπέλασης και η Αποθήκη Αρχείου του Φράγματος. Η Τράπεζα χειρίζεται τους δύο άλλους χώρους και μέσα από αυτούς ελέγχει την συμπεριφορά του Φράγματος.
Η έρευνα ξεκινά από αυτούς τους τρεις χώρους. Ο ερευνητής επηρεάζεται από τις χωρικές έννοιες και τα δεδομένα κάθε χώρου. Έτσι το Φράγμα μεταπλάθεται σε μια σκηνοθετημένη σύζευξη χώρων γύρω από τους ήδη τρεις υπάρχοντες χώρους. Η Τράπεζα ελέγχου διαχειρίζεται τα δεδομένα όλων των χώρων. Η Σήραγγα Προσπέλασης του Φράγματος συνδέεται με το Νεκροταφείο των τραίνων στην Θεσσαλονίκη και με ένα Ορυχείο στην Άμφισσα. Η Αποθήκη Αρχείου του Φράγματος ομαδοποιείται με τον χώρο του Βυρσοδεψείου στον Βόλο και με ένα Φαρμακείο στο Σουφλί Έβρου.
Καθένας από τους χώρους μελετάται και αποτυπώνεται από τον ερευνητή. Ένα σύνολο διεργασιών είναι υπεύθυνες για την εξαγωγή των δεδομένων από διάφορες πηγές, για τον καθαρισμό, την προσαρμογή και την εισαγωγή τους σε μια Αποθήκη Δεδομένων.