Το Πήλιο είναι μια περιοχή που γνώρισε μεγάλη πνευματική και οικονομική άνθιση από τον 18ο αιώνα και μέχρι τα μέσα του 19ου, εποχή του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, της εθνικής αναγέννησης και άλλων ευνοϊκών ιστορικών συγκυριών.
Η αρχιτεχτονική που αναπτύχθηκε στις χρονικές περιόδους που μελετάμε (17ος-19ος αι.) με αποκορύφωμα την ακμή που γνώρισε το Πήλιο τη περίοδο από τα μέσα του 18ου έως και τα μέσα του 19ου αιώνα, δεν ήταν ένα αυτόνομο πολιτιστικό φαινόμενο. Υπήρξε αποτέλεσμα μίας τοπικής έκφρασης της από κοινού εικαστικής αντίληψης και δημιουργίας που αναπτυσσόταν την περίοδο εκείνη στα ευρέα γεωγραφικά όρια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, στην οποία επέδρασαν συγχρόνως ποικίλοι οικονομικοί και πολιτιστικοί παράγοντες της εποχής.
Στους τρεις αυτούς αιώνες χτίστηκε ένας σημαντικός αριθμός κτιρίων που είναι αντιπροσωπευτικός της Πηλιορείτικης αρχιτεκτονικής. Σήμερα αρκετά από τα κτίρια αυτά, ιδιαίτερα της πρώτης περιόδου, έχουν καταστραφεί ή έχουν ανασκευαστεί, με αποτελέσμα η σημερινή εικόνα σε πολλά από τα χωριά του Πηλίου να διαφέρει αρκετά από την παλιά της μορφή.
Ξεκινώντας από σύντομη επισκόπιση του ερύτερου πολιτισμικού πλαισίου και των παραγόντων που συντέλεσαν στη ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής του Πηλίου και τη διαμόρφωση της αρχιτεκτονικής του, θα ακολουθήσει αναφορά στην εξέλιξη της τυπολογίας των κτισμάτων και των επιμέρους στοιχείων, καθώς και των υλικών και τρόπων κατασκευής τους. Στη συνέχεια θα διερευνηθεί και θα αναλυθεί ένας αντιπροσωπευτικός αριθμός κτιρίων, ύστερα από επιλογή, σε συγκεκριμένες περιοχές του Πηλίου, και ειδικότερα στη Βυζίτσα και τις Πινακάτες.
Μέσα από τη μελέτη συγκεκριμένων κτιρίων που επιλέχθηκαν, σκοπός της έρευνας αυτής είναι η διερεύνηση της ενεργειακής τους συμπεριφοράς. Σε κάθε κτίριο εξετάστηκαν οι σχεδιαστικές επιλογές και κατασκευαστικές πρακτικές, όπως αυτές παρουσιάζονται σε κάθε τυπολογία κτιρίων, συνεκτιμώντας παράλληλα τους παράγοντες – κοινωνικούς και οικονομικούς – από τους οποίους επηρεάζονταν οι αλλαγές που παρουσιάζονται σε αυτά.
Πιο συγκεκριμένα έγινε προσπάθεια να διερευνηθούν τα υλικά κατασκευής των κτιριακών μονάδων με σκοπό τηναναπαραγωγή, κατά το δυνατό, ρεαλιστικών μοντέλων για την προσομοίωση των κτιρίων, με τη βοήθεια σχεδιαστικών προγραμμάτων.
Σκοπός της χρήσης των προγραμμάτων είναι να εκτιμηθεί η επίδραση που είχαν τα διαφορετικά σενάρια των σχεδιαστικών και κατασκευαστικών επιλογών που είχαν εφαρμοστεί στον κάθε τύπο κτιρίου, στο εσωτερικό μικροκλίμα που ανέπτυσσαν. Τα κτίρια της περιόδου που εξετάστηκαν δεν κατασκευάστηκαν προφανώς με βάση την ενεργειακή τους απόδοση, όπως γίνεται σήμερα, αλλά ενδεχομένωςακολουθούνταν καθημερινές πρακτικές βγαλμένες μέσα από την εμπειρία. Επομένως τα αποτελέσματα από τη μοντελοποίηση των κτιρίων χρησιμοποιήθηκαν αφενός για σύγκριση μεταξύ τους και αφετέρου για να δοθεί μια τάξη μεγέθους των ενεργειακών απαιτήσεων σε ενδεχόμενη επανάχρησή τους, ώστε να λειτουργούν σε συνθήκες θερμικής άνεσης, με βάση τα σημερινά δεδομένα. Για το σκοπό αυτό επιλέχθηκε ένα από τα εξεταζόμενα κτίρια, στο οποίο διερευνήθηκαν ήπιοι τρόποι επέμβασης για την βελτίωση της ενεργειακής του συμπεριφοράς, οι οποίοι μπορούν να έχουν εφαρμογή κατ’ επέκταση, στο σύνολο των παραδοσιακών κτιριακών κατασκευών του Πηλίου.
Τέλος, σχολιάστηκε η ανακυκλωσιμότητα των κτιριακών κατασκευών.