Αντικείμενο της διπλωματικής εργασίας αποτελεί η κατασκευή κτιρίου Mediatheque – Πολυμεσικής βιβλιοθήκης στην πόλη του Βόλου. Ο όρος mediatheque χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά τη δεκαετία του 1980, ώστε να εκφράζει καλύτερα τη διαφορετικότητα των μέσων που είχαν αρχίσει να συγκεντρώνουν οι βιβλιοθήκες (κυρίως οπτικοακουστικό υλικό). Η διάδοση του διαδικτύου τα επόμενα χρόνια παρόλα αυτά, περιόρισε αρκετά τη χρησιμότητα τους. Με την κατασκευή μιας mediatheque λοιπόν προκύπτει και το εύλογο ερώτημα κατά πόσο θα είναι ωφέλιμο και λειτουργικό το κτίριο για την πόλη και τι είδους δραστηριότητες θα πρέπει να περιλαμβάνει για την επιτυχή λειτουργία του.
Η mediatheque της συγκεκριμένης διπλωματικής εργασίας, αποτελεί μέρος ενός μεγαλύτερου δικτύου mediatheques, που κατασκευάζονται αντίστοιχα σε μεγάλες ελληνικές πόλεις. Κάθε τέτοιο κτίριο παρέχει πρόσβαση τόσο σε φυσικά μέσα όσο και σε ψηφιακές μορφές γραπτού και οπτικοακουστικού υλικού. Παράλληλα λειτουργεί ως τόπος δημιουργίας, παρέχοντας τα απαραίτητα τεχνολογικά μέσα και χώρο, με τη μορφή workshops, για τη δημιουργία κάθε είδους ψηφιακών έργων τέχνης και αλληλεπιδραστικών installations. Τα έργα αυτά μετέπειτα προβάλλονται στον χώρο εκθέσεως του ίδιου του κτιρίου ή κάποιου άλλου του δικτύου. Απώτερος στόχος είναι η mediatheque να λειτουργήσει ως «ψηφιακό κέντρο της πόλης» και ο ρόλος του χρήστη να μετατραπεί από απλό δέκτη ή θεατή της πληροφορίας σε δημιουργό νέου υλικού.
Ο χώρος που επιλέχθηκε για την κατασκευή του κτιρίου βρίσκεται στο κέντρο του Βόλου. Το οικόπεδο έκτασης 500μ2 βρίσκεται επί της οδού Δημητριάδος και συνορεύει με τη οδό Σπυρίδη, τον πεζόδρομο Σκενδεράνη και 2 διπλανά κτίσματα. Το κτιριολογικό πρόγραμμα του κτιρίου καθορίστηκε μετά από μελέτη ανάλογων κτιρίων στο εξωτερικό και προσθέτοντας ή αφαιρώντας χώρους, ανάλογα με τις ανάγκες της συγκεκριμένης mediatheque για τα δεδομένα του Βόλου και φυσικά τη δυνατότητα κατασκευής τους στο οικόπεδο αυτό. Το κτίριο περιλαμβάνει workshops στο υπόγειο, μεγάλο χώρο εκθέσεως στο εσωτερικό, βιβλιοθήκη στον Α’ όροφο, mediatheque στο Β’ όροφο, αμφιθέατρο στον Γ’ όροφο και γραφεία και αίθουσα Virtual Reality στον Δ’ όροφο.
Η μορφή του κτιρίου διαμορφώθηκε έχοντας υπόψιν το ψηφιακό χαρακτήρα της πληροφορίας που θα φιλοξενούνταν στο κτίριο σε συνδυασμό με τη φιλοδοξία ενεργοποίησης του κοινού, για την παραγωγή νέου υλικού. Η «διαδρομή» που ακολουθεί ο χρήστης στο διαδίκτυο για την εύρεση πληροφοριών έρχεται σε αντίθεση με την απλή και ξεκάθαρη μορφή της ίδιας της πληροφορίας ως έννοια. Αυτή η πορεία αναζήτησης είναι που συνειρμικά οδήγησε στη σχεδίαση των κλειστών όγκων από μπετόν στους χώρους κίνησης του κτιρίου, που αναπτύσσονται περιμετρικά του οικοπέδου και καθ’ ύψος αυτού. Στους χώρους αυτούς κυκλοφορεί ο χρήστης, ώσπου να φτάσει στους οπτικά ανοιχτούς προς το εξωτερικό χώρους, που του παρέχουν την πληροφορία που αναζητά. Οι όγκοι αυτοί από μπετόν αποτελούν και τον κύριο στατικό φορέα του κτιρίου, ενώ οι πλάκες των υπόλοιπων χώρων είναι ελαφριές κατασκευές που στηρίζονται ή αναρτώνται από αυτούς.