Μία σειρά από ερωτήσεις υπαρξιακού περιεχομένου ήταν η αφορμή αυτής της ερευνητικής εργασίας. Ποιοι είμαστε; Από που προερχόμαστε; Ποια είναι τα κοινά χαρακτηριστικά που κληρονομούμε από τους προγόνους μας και πως καθορίζουν την πορεία μας; Και τελικά τι γνωρίζουμε , και πως αλλάζει η αντίληψη μας για αυτά που νομίζουμε πως γνωρίζουμε.
Όλα αυτά τα ερωτήματα ήρθαν να απαντηθούν μέσα από μια πρακτική, την τέχνη της κλωστής, μέσα από βιώματα και εμπειρίες τόσο δικά μου όσο των προγόνων μου, ανθρώπων που έζησα και ανθρώπων που γνώρισα μέσα από κοινές πρακτικές και συναισθήματα .
Στο πρώτο μέρος πραγματεύεται η κοινή πρακτική της ραπτικής ως μία μορφή προίκας που υπόρρητα μου μεταβιβάστηκε , καθώς και η τέχνη της υφαντικής, η σημασία της στο παρελθόν, και ποιος ήταν ο ρόλος της υφάντρας ως τεχνίτριας. Πως έρχεται τώρα να γεφυρώσει παρελθόν και μέλλον ως κληρονομιά εκατοντάδων ετών.
Στην συνέχεια αναλύεται στο δεύτερο μέρος η πρακτική του τεχνίτη και ο ρόλος του, καθώς και η βιωματική εμπειρία που είχα εγώ με τους δικούς μου τεχνίτες. Πως μεταβάλλουν την αντίληψή μου για συγκεκριμένα θέματα, και με ποιο τρόπο έχει επηρεαστεί η σκέψη μου για την αρχιτεκτονική.
Στο τρίτο μέρος εξετάζεται η τέχνη της κλωστής και του υφάσματος ως εργαλεία του τεχνίτη - τεχνίτριας , καθώς και οι πρακτικές τους ως πηγές κατανόησης ευρύτερων θεμάτων. Πως αντιμετωπίζουμε την αποσυναρμολόγηση και τον κάνναβο του υφάσματος και τι σημαίνουν στην σχεδιαστική προσέγγιση .
Τέλος η τέχνη της κλωστής , σε συνδυασμό με ένα ταξίδι επιστροφής στις ρίζες των προγόνων μου, έρχεται να πραγματώσει το πως πραγματικά συνδέεται το παρελθόν με το παρόν. Τι σημαίνει η διαδρομή της εξορίας των προσφύγων ,και τι σημαίνει για τους ίδιους, αλλά και για εμένα, το “σπίτι”.
Όλα αυτά συντάσσονται με την βοήθεια κλωστών και νημάτων σε ένα πλεκτό παλίμψηστο, αφού πρώτα έχει ξετυλιχτεί το νήμα της κληρονομιάς.