Παρατηρώντας τον σύγχρονο αστικό ιστό διαπιστώνουμε πως ανάμεσα στους ξεκάθαρα λειτουργικά ορισμένους χώρους υπάρχουν τόποι για τους οποίους είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε ακριβώς την χρήση τους. Αυτά τα ανενεργά τοπία ονομάζονται αστικά κενά και έχουν αναλυθεί κατά καιρούς από πολλούς μελετητές με συχνά διαφορετικές προσεγγίσεις. Η ερευνητική εργασία επικεντρώνεται στην δυναμική αυτών των χώρων να φιλοξενούν νέες δράσεις και έτσι να αποκτούν εκ νέου λειτουργική ταυτότητα. Η δυνατότητα μετατροπής τους σε συνδυασμό με την συμβολή τους στην μετάβαση του περιπατητή/χρήστη από έναν τόπο-χρόνο σε έναν άλλον συνδέουν την έννοια των αστικών κενών με τα εγγενή χαρακτηριστικά της έννοιας του κατωφλιού, όπως αυτό παρουσιάζεται από το θεωρητικό έργο του αρχιτέκτονα Σταύρου Σταυρίδη. Μέσα από την μελέτη των κατωφλιών-αστικών κενών αναδύεται μια νέα σχέση των κατοίκων με τον αστικό χώρο που τον κατατάσσει εν τέλει στην έννοια του κοινού τόπου. Η έρευνα μετατοπίζεται στα αστικά κοινά και εξετάζει διαφορετικές τακτικές κατοίκησης του αστικού χώρου που αφορούν τόσο αρχιτέκτονες όσο και την ίδια την κοινότητα. Με αφορμή την μελέτη των παραπάνω δύο εννοιών, εισάγεται ένας νέος ορισμός που περιγράφει την ταυτόχρονη διπλή συνθήκη τόπων που αποτελούν και αστικά κενά αλλά και αστικά κοινά, αυτός του “κόμβου έ-δρασης”. Τέλος, παρουσιάζονται 4 παραδείγματα-case studies από περιπτώσεις επιτυχημένων αστικών κενών-κοινών στην Ελλάδα και στην Ισπανία και αναλύεται τόσο ο τρόπος κατοίκησής τους όσο και το νέο λειτουργικό τους πρόγραμμα.