Η Πτολεμαΐδα, ως η περιοχή με τα μεγαλύτερα εκμεταλλεύσιμα λιγνιτικά αποθέματα στην Ελλάδα, βρέθηκε στο κέντρο της λιγνιτικής εξόρυξης και της προσπάθειας εξηλεκτρισμού και μεταπολεμικής ανασυγκρότησης της χώρας. Η έναρξη λειτουργίας των ορυχείων το 1957, συνέβαλε στην επίτευξη της ενεργειακής κυριαρχίας και της οικονομικής ανάπτυξής σε εθνικό επίπεδο, και προκάλεσε μια σειρά μη αναστρέψιμων μετασχηματισμών στην φυσιογνωμία της περιοχής. Στο διάστημα περίπου επτά δεκαετιών, η αδιάκοπη εξορυκτική δραστηριότητα έχει αφήσει το στίγμα της στην περιοχή, διαμορφώνοντας δραματικά το τοπίο και ανατρέποντας κοινωνικές και παραγωγικές δομές. Οι οικισμοί εξαφανίστηκαν για να δώσουν χώρο στην εξορυκτική διαδικασία, οι κοινότητες που τους κατοικούσαν βρέθηκαν μετέωρες και σε διαρκείς εκτοπισμούς και μετακινήσεις και τα οικοσυστήματα που κάποτε ευδοκιμούσαν στην περιοχή καταστράφηκαν με τον χρόνο ανάκαμψης τους να είναι απροσδιόριστος. Ο όρος της «Αργής Βίας», όπως εισήχθη από τον Rob Nixon το 2011, στο βιβλίο του «Slow Violence and the Enviromentalism of the Poor» κρίνεται χρήσιμος για τη μελέτη των παραπάνω επιπτώσεων. Χαρτογραφώντας τις εκδηλώσεις της «αργής βίας» στην περιοχή της Πτολεμαΐδας σε πολλαπλές κλίμακες, το παρόν ερευνητικό επιχειρεί να αναδείξει τις ιστορίες και τις αφηγήσεις των περιθωριοποιημένων της λιγνιτικής εξόρυξης, μιας διαδικασίας της οποίας οι επιπτώσεις είναι στενά συνδεδεμένες με την Ανθρωπόκαινο Εποχή. Εν μέσω της απότομης απολιγνιτοποίησης της Πτολεμαΐδας και της χώρας και τις προκλήσεις της κλιματικής κατάρρευσης, οι εναλλακτικές χαρτογραφήσεις της ιστορίας της λιγνιτικής εξόρυξης είναι κρίσιμες για να στοχαστούμε πρακτικές επανόρθωσης, κοινωνική και περιβαλλοντική δικαιοσύνη και να κατανοήσουμε το συνολικό αποτύπωμα του ανθρώπου στον πλανήτη στη ανθρωπογενή γεωλογική εποχή που διανύουμε σήμερα.