Η μνήμη ορίζεται από το χώρο ως πεδίο καταγραφής και συγκρούσεων και η μορφολογία του χώρου διαμορφώνεται από τη μνήμη και τα ιστορικά και κοινωνικοπολιτικά γεγονότα που προκύπτουν από τις ζυμώσεις του ανθρώπινου -και μη- ιστού. Ο χώρος χρειάζεται τη μνήμη και η μνήμη το χώρο, όσο και η αφήγηση το τεκμήριο προκειμένου να διαμορφώσει την κυρίαρχη αντίληψη αναφορικά με το παρελθόν αλλά και να περιχαρακώσει το μέλλον. Μνήμη, χώροι και σημεία θα διερευνηθούν με κέντρο βάρους τις αφηγήσεις των ανθρώπων που από την Κωνσταντινούπολη βρέθηκαν στην Ελλάδα, σε μια απόπειρα να ιχνηλατηθούν όχι μόνο οι σχέσεις μεταξύ των εννοιών αυτών, αλλά και των ιστορικών αποτυπωμάτων των ανθρώπων.
Χώροι, τόποι, αντικείμενα, συνήθειες, πολιτιστικές διαφορές κι ομοιότητες αποτελούν τα επιμέρους επίκεντρα των αφηγήσεων που συνθέτουν ένα ψηφιδωτό για τη κατακερματισμένη ταυτότητα του Κωνσταντινουπολίτη, η οποία μέσα από τις αφηγήσεις αλλά και τα βιβλιογραφικά τεκμήρια, μοιάζει να ρέπει ακόμη ανάμεσα σε δύο κόσμους – σε κανέναν ωστόσο δεν φαντάζει ολοκληρωτικά αποδεκτή ή καλοδεχούμενη, ωστόσο η πολεοδομική σύνταξη και η αρχιτεκτονική έκφρασή της λειτουργεί ως ζωντανό τεκμήριο της ύφανσής της.