Ο τουρισμός, αυτό το νεωτερικό όραμα που προσέλκυσε εκατοντάδες χιλιάδες κόσμο να το ανακαλύψουν, είναι ένα φαινόμενο, αρχικά πολιτισμικό, το οποίο βασίζεται στο προσωρινό ταξίδι για αναψυχή και αναζήτηση νέων εμπειριών. Προφανώς, όμως, η πολιτιστική και κοινωνική του διάσταση έγινε ο ελάχιστος σκοπός, όταν το φαινόμενο εξέλαβε οικονομικές εκτάσεις και ξεκίνησε να λειτουργεί για πολλές χώρες ως ο ρυθμιστής της οικονομίας. Όταν όλη αυτή η τουριστική ανάπτυξη απέκτησε ως βασικό κίνητρο οικονομικά οφέλη, τότε παρουσιάστηκε το φαινόμενο του μαζικού τουρισμού που ως και σήμερα είναι η πιο διαδεδομένη μορφή του. Στην Ελλάδα, μια χώρα που προϋπέθετε σημαντικά θέλγητρα ( φυσικό και πολιτιστικό πλούτο, αρχιτεκτονική, κλίμα, αγροτική παράδοση), ο τουρισμός ξεκίνησε την πορεία σχετικά πρόσφατα και σε όλη την εξέλιξη του άφησε μια μεγάλη παρακαταθήκη, αλλά και ένα ανεξίτηλο αποτύπωμα. Η απρογραμμάτιστη διόγκωση του υπερτουρισμού προκάλεσε κοινωνικές ανισότητες, οικονομικές και πολιτικές διαταραχές και επέφερε σημαντικές συνέπειες στην ποιότητα ζωής των κατοίκων, στην ποιότητα εμπειριών των επισκεπτών, στην ποιότητα της αρχιτεκτονικής και πόσο μάλλον στην ποιότητα της φύσης και του τοπίου, το οποίο καθιστά όλο και περισσότερο τεχνητό και ανακατασκευασμένο. Αν, λοιπόν, ο τουρισμός αποτελεί το «γρανάζι» για την ανάπτυξη της χώρας, οφείλει να μπει σε μια νέα τροχιά εξέλιξης και να επαναπροσδιορίσει τις αρχές του. Η βιώσιμη ανάπτυξη δεν θα έπρεπε να είναι πλέον τάση, αλλά πολύ περισσότερο επιτακτική ανάγκη. Για αυτό το λόγο, με ατομική συνείδηση και συλλογική προσπάθεια και με την συμβολή κράτους, πολιτείας και τοπικής αυτοδιοίκησης θα πρέπει να υπερέχουμε τους καπιταλιστικούς μηχανισμούς και να μετατρέψουμε τα τουριστικά τοπία σε τοπία τουρισμού.