Το αντικείμενο αυτής της έρευνας είναι η ανάλυση μιας αρχιτεκτονικής δημιουργίας που το λεξιλόγιο της έχει συγγένεια με το δικό μου. Βιώνοντας το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού στη Θεσσαλονίκη, μέσω ενδελεχής αναρώτησης και παρατήρησης της λειτουργίας των χώρων που αποτελούν της εμπειρία των καλεσμένων του, το ερευνητικό αποπειράται να κατανοήσει την σοφία που κρυσταλλώθηκε διαμέσου του μουσείου.
Πολύ σύντομα συνειδητοποίησα ότι δεν θα μπορούσα να κατανοήσω το μουσείο αν δεν κατανοούσα τον αρχιτέκτονα του. Οπότε το πρώτο κομμάτι της έρευνας εμβαθύνει στο τι είχε επίδραση πάνω στον Κυριάκο Κρόκο, τον αρχιτέκτονα του μουσείου στο να αποκτήσει το αρχιτεκτονικό του λεξιλόγιο. Ο τόπος της παιδικής του ηλικίας, το πλαίσιο στο οποίο βίωσε τον τόπο του και την παράδοση του, την τέχνη που παρήγαγε, έγιναν αντικείμενο κατανόησης. Ταυτόχρονα ποια ήταν η επιρροή που άσκησε σε αυτόν η διαμονή του στην Αθήνα και τον αντίκτυπο που είχε η εκπαίδευση που έλαβε από το πολυτεχνείο, αντίθετη με τον τρόπο ζωής του στη Σάμο. Επίσης μετά την αποφοίτηση, στην αυτοσπουδή που έβαλε τον εαυτό του πηγαίνοντας στο Παρίσι, οδηγώντας στην συνάντηση με τον Τσαρούχη, εξελίσσοντας τον στον τρόπο που δημιουργεί τέχνη και κατ επέκταση, αρχιτεκτονική.
Η έρευνα στην συνέχεια μετατοπίζεται και συνεχίζει στον τρόπο που συλλήφθηκε και υλοποιήθηκε το μουσείο, στην ανάλυση των χώρων, των υλικοτήτων που το συγκροτούν, την σχέση τους, την αντίθεση τους. Εξετάζοντας την τυπολογία των χώρων έκθεσης και τις αποκλίσεις του.
Στο τελευταίο κομμάτι η έρευνα περιλαμβάνει την λεπτομερή ανάλυση των χώρων και της εμπειρίας τους με το δικό μου λεξιλόγιο. Ανάλυση που περιστρέφεται στην προσέγγιση του μουσείου, την είσοδο σε αυτό, στα αίθρια του και τελικά μπαίνοντας σε αυτό. Χώροι όπως εκδοτήριο, χώρος αναμονής αλλά ιδιαίτερα στην πορεία που ενώνει τους χώρους έκθεσης, αναλύοντας τους έναν έναν καθώς και την ίδια την διαδρομή έως ότου αυτή φτάσει στο τέλος της.