Βαδίζοντας στα χνάρια της μαύρης κορινθιακής σταφίδας, στην παρούσα ερευνητική εργασία διερευνάται η ιστορία της. Με αφετηρία την καλλιέργεια της στην Πελοπόννησο και στα νησιά του Ιονίου, εστιάζουμε στο Αίγιο και την προνομιακή γεωγραφική του θέση στους εμπορικούς χάρτες. Με τις πρώτες αναφορές του καρπού από τους αρχαίους χρόνους, ακολουθούμε την πορεία του μέχρι σήμερα, η οποία με το πέρασμα του χρόνου γνώρισε άνθηση και παρακμή. Η εμπορία της σταφίδας στο Αίγιο ήκμασε στο παραλιακό μέτωπο και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αναπτυχθεί το λιμάνι και το σιδηροδρομικό δίκτυο. Κατά την ακμή της σταφίδας, το εμπόριο της εξαπλώθηκε σε λιμάνια–σταθμούς του εξωτερικού, όπως το Λονδίνο, η Τεργέστη, η Οδησσός, η Μασσαλία και το Άμστερνταμ και από εκεί στη ενδοχώρα της Ευρώπης, καθιστώντας έτσι το 19ο αιώνα, για την ελληνική οικονομία, ως τον αιώνα της σταφίδας. Παρά την σημαντική της θέση στο εμπόριο, η ζήτησή της πέρασε από περιόδους διακυμάνσεων επιφέροντας αναταράξεις στην οικονομία και στην κοινωνία οδηγώντας τους παραγωγούς στην οργάνωση συλλαλητηρίων. Για την επίλυση των προβλημάτων αναφορικά με την σταφίδα, ιδρύθηκαν φορείς όπως η Σταφιδική Τράπεζα, ο Α.Σ.Ο., ενώσεις και συνεταιρισμοί, η Π.Ε.Σ.. Στα τέλη του 19ου αιώνα με τις αρχές του 20ου παρατηρείται μαζική ανέγερση κτιρίων βιομηχανικού χαρακτήρα στο λιμάνι, τα οποία αφορούσαν την επεξεργασία της σταφίδας. Πρόκειται για πετρόχτιστα ή σπανιότερα μπετονένια, συνήθως ορθογωνικής κάτοψης κτίρια κάποια από τα οποία διατηρούνται μέχρι σήμερα. Η αξία τους υπαγορεύει την διάσωση και την επανάχρησή τους, αποτελώντας έτσι, την αρχή της ενασχόλησής μας με το θέμα.