Η «Νεροχώρα» αναφέρεται στη αναζήτηση και διαμόρφωση μιας πιθανής εναλλακτικής λύσης για το χωριό της Μεσοχώρας Τρικάλων, το οποίο απειλείται με εν μέρει ή ακόμα και πλήρη αφανισμό εξαιτίας της πλήρωσης του ταμιευτήρα του ομώνυμου φράγματος της περιοχής.
Το φαραωνικών διαστάσεων λιθόριπτο φράγμα, στέκει εγκαταλελειμμένο από το 2001 στην καρδιά της Νότιας Πίνδου αναμένοντας την έμφραξη του, άγνωστο αν και πότε θα συμβεί. Αποτελεί μέρος ενός σχεδιασμένου συμπλέγματος αντίστοιχων παρεμβάσεων στο ρου του Αχελώου με δηλωμένο στόχο την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας αλλά και την μερική εκτροπή του ποταμού προς κάλυψη των αρδευτικών αναγκών της αγροτικής παραγωγής της Θεσσαλίας. Παραμένει αντικείμενο έντονης αντιπαράθεσης ανάμεσα σε κατοίκους της ευρύτερης περιοχής της Μεσοχώρας, περιβαλλοντικούς φορείς, την πολιτεία και τον αγροτικό κόσμο του κάμπου που περιμένει την ολοκλήρωση του ως μάννα εξ ουρανού. Ταυτόχρονα αποτελεί ένα ανοιχτό τραύμα στο φυσικό τοπίο με τεράστιο οικολογικό αντίκτυπο και με τη μελλοντική τεχνητή λίμνη να καταπνίγει ένα ιστορικό κεφαλοχώρι της περιοχής, για τους κατοίκους του οποίου μέχρι τώρα έχει προταθεί ένα ασαφές συνονθύλευμα απαλλοτριώσεων, αόριστης μετεγκατάστασης, ξεριζωμού και αποζημιώσεων που διαδέχτηκε τις αρχικές υποσχέσεις ότι το χωριό θα παραμείνει άθικτο.
Η παρούσα εργασία επιχειρεί να προσεγγίσει μια δύσκολη εξίσωση πιθανής συνύπαρξης του οικισμού με το έργο, μέσα από την ανασκευή της διαβίωσης στις νέες συνθήκες ενός υδάτινου κόσμου. Αξιοποιώντας και την κεντρική ιδέα υφιστάμενων μελετών ενίσχυσης της ευστάθειας των εδαφών μέσω κατασκευής πασσαλοσυστοιχειών, εξετάζει το ενδεχόμενο ανύψωσης ενός τμήματος του οικισμού με παράλληλο μικρό και ελεγχόμενο περιορισμό της ανώτατης στάθμης. Ταυτόχρονα αναδιαμορφώνει τη «νεκρή» ζώνη που δημιουργεί το μεγάλο εύρος διακύμανσης της στάθμης, μέσω υποστηρικτικών βατών εδαφικών διαμορφώσεων, δημιουργώντας προβλήτες, παραλίμνιους περιπάτους και εποχιακές χρήσεις. Μετατρέπει την προβλεπόμενη αποψίλωση εκατοντάδων στρεμμάτων δασών σε βασική υλικότητα ενός πορώδους χωροδικτυώματος που θα φιλοξενήσει μια νέα κατοίκιση και μια de facto νέα σχέση με το υγρό στοιχείο. Διασκευάζει τμήμα των προσχεδιαζόμενων κατεδαφίσεων κατοικιών, σε λιθόκτιστα ίχνη μνήμης του προϋφιστάμενου χώρου που μπορούν αξιοποιηθούν ως βάσεις εφήμερης θερινής ζωής. Προβλέπει νέες παραγωγικές δραστηριότητες όπως οι υδατοκαλλιέργειες και ο τουρισμός αποσκοπώντας στην επανεργοποίηση μιας υπαίθρου που αργοσβήνει. Πάνω από όλα όμως φιλοδοξεί να αποτελέσει μια αφορμή για ένα νέο δημιουργικό κύκλο δημοσίας διαβούλευσης και ριζικής επανεξέτασης των πεπατημένων απέναντι σε αντίστοιχα ζητήματα δημόσιου συμφέροντος.