Η παρούσα διπλωματική αποτελεί συνέχεια της ερευνητικής μου εργασίας με τίτλο: «Πρακτικές αυτάρκειας: ένα εγχειρίδιο επιβίωσης από την Σούρπη και τον Λαχανά».
Οι βασικές έννοιες της «αυτάρκειας», της «αποθήκευσης», της «μετακίνησης» μέσω μιας διαγενεακής μνήμης που με απασχόλησαν στην έρευνά μου, συνεχίζουν να αποτελούν βασικά στοιχεία της διπλωματικής. Επιπλέον όμως εστιάζουν στην προσωπική εμπειρία και στην ανάγκη του να μοιραζόμαστε με άλλους αγαθά, πρακτικές, γνώσεις, μέσα από τον σύγχρονο τρόπο ζωής.
Η αφήγηση ξεκινάει, με ημερολογιακή σειρά, μέσα από εκτεταμένη παρατήρηση και έρευνα, για τη ζωή και τις καθημερινές συνήθειες των συγγενικών μου ανθρώπων, στα δύο χωριά από όπου κατάγομαι. Στην αρχή ως απλός παρατηρητής και στη συνέχεια ως ενεργό υποκείμενο και τη σχέση του με τα υλικά, τα αντικείμενα, το περιβάλλον αυτών των δύο τόπων. Εκτελίσσεται έτσι ένας αρχιτεκτονικός σχεδιασμός με βάση το «βίωμα», τις «αισθητηριακές εμπειρίες», το «συναίσθημα» την «φροντίδα» και την «επιτέλεση».
Η αφήγηση καταλήγει στο εύρημα και τη σύνθεση μιας κατασκευής που από τη μία εξυπηρετεί στην αποθήκευση και τη μετακίνηση, και από την άλλη δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μοίρασμα και αλληλεπίδραση.
Το καφάσι βρίσκει την δική του θέση στην πορεία της αφήγησης και αποτελεί το κατεξοχήν αντικείμενο σύνθεσης και έρευνας.