Έναυσμα της παρούσας εργασίας αποτελεί ο πολυσχιδής και συνεχώς μεταβαλλόμενος χαρακτήρας της υπαίθρου. Η ελληνική ύπαιθρος αποτελεί ιστορικά κατεξοχήν χώρο άσκησης παραγωγικών δραστηριοτήτων του πρωτογενούς τομέα που συνδέονται με τη χειρωνακτική εργασία. Οι πολιτικοί, κοινωνικοί και οικονομικοί μετασχηματισμοί, ήδη από το τέλος του 20ου αιώνα, έχουν επιδράσει σημαντικά στο τρόπο πρόσληψης και ερμηνείας της. Οι αποφάσεις της εθνικής και ευρωπαϊκής αγροτικής πολιτικής για αέναη ανάπτυξη σε συνδυασμό με το φαινόμενο της αστικοποίησης των τελευταίων δεκαετιών και την αποδόμηση των παραδοσιακών κοινοτήτων φέρνουν στο προσκήνιο αναδυόμενα κοινωνικά και περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως η υπερεκμετάλλευση φυσικών και ανθρώπινων πόρων. Το εκτεταμένο σύστημα άρδευσης σε συνδυασμό με τον εργώδη τρόπο αντιμετώπισης της υπαίθρου θέτει στο προσκήνιο προβληματισμούς και ερωτήματα για το τρόπο και τη κλίμακα διαχείρισης του αγροτικού χώρου.
Εστιάζοντας στον άνθρωπο και στις συνήθεις υδροβόρες καλλιέργειες της θεσσαλικής υπαίθρου, η παρούσα διπλωματική εργασία προτείνει εναλλακτικούς υδροδότησης τους μέσα από τις ανάγκες διημέρευσης του καλλιεργητή στον αγρό. Χρησιμοποιώντας ως συνθετικό εργαλείο την επανάχρηση ενός αντικειμένου που εντοπίζεται στη θεσσαλική ύπαιθρο, δημιουργείται ένας κατάλογος υπαίθριων εγκαταστάσεων, με διττή λειτουργία των οποίων η ύπαρξη αφενός θεμελιώνεται στις υδατικές ανάγκες του φυτού κατά τη βλαστική περίοδο και αφετέρου στις καθημερινές ανάγκες διαβίωσης του ανθρώπου/καλλιεργητή στην ύπαιθρο. Οι κατασκευές δομούνται μέσα από την επανερμηνεία οικιακών αντικειμένων και χαρακτηρίζονται από μεταβλητότητα, καθιστώντας εύκολη την ελεύθερη διακίνηση και τοποθέτησή τους στο τόπο καλλιέργειας, σύμφωνα με τις ανάγκες του χρήστη. Η παρουσία τους στον αγρο -φορητή ή σταθερή- δημιουργεί ένα τεχνητό έδαφος για την επιτέλεση καθημερινών ενεργημάτων, αποτελώντας βοηθήματα ανάπαυσης του χρήστη από τις διάφορες καλλιεργητικές εργασίες.
Στο σύνολό τους αποτελούν διαφορετικές συνταγές, που αποσκοπούν να παρέχουν ενέργεια τόσο στο καλλιεργητή, μέσω της ανάπαυσης του όσο και στο φυτό, μέσω της παροχής νερού. Η συνθέσεις τους δημιουργούν μεγαλύτερες δομές που λειτουργούν ως καταφύγια προσωρινή διημέρευσης στην ύπαιθρο. Προτείνουν διαφορετικούς τρόπους σύζευξης της κατοικίας με το χωράφι, της εργασίας με τη ξεκούραση, ορίζουν νέους τρόπους οικειοποίησης της υπαίθρου, επιχειρώντας παράλληλα να επαναφέρουν την χαμένη αγροτική ειδυλλιακότητα στο φαντασιακό του εκάστοτε καλλιεργητή.