Με αφορμή το μυστήριο που αποπνέουν τα απλωμένα ασπρόρουχα, η ερευνητική αυτή εργασία ιχνηλατεί την κρυφή γοητεία της οικιακής εργασίας του πλυσίματος των ρούχων. Η τελετουργία που διέπει την μπουγάδα είναι εμφανής σε όλο το μήκος του νήματός της. Ορίζοντας την έννοια του καθαρού μέσα στον χρόνο, διερευνάται η ιστορία της μπουγάδας, πίσω από την αίσθηση της αφής και της τριβής των ενδυμάτων, μέχρι και το αντίκτυπο της εκβιομηχάνισης, την εισαγωγή της μηχανής και αργότερα της νέας τεχνολογίας.
Υπό αυτό το πρίσμα, το θέμα της μπουγάδας αντιμετωπίζεται και ως κοινωνικό φαινόμενο. Τα εμπορικά πλυντήρια και οι ταράτσες των πολυκατοικιών προσφέρουν έναν ασφαλή χώρο, μέσα στον οποίο οι άνθρωποι κινούνται, συνομιλούν, αλληλεπιδρούν και ονειρεύονται. Η μπουγάδα αλλάζει σενάριο μόλις περάσει στα όρια του ιδιωτικού, οι δράσεις διαμορφώνονται, με τον άνθρωπο να απομονώνεται στα όρια του μπαλκονιού. Η σχέση του ανθρώπου με τον χώρο και τον λόγο γίνεται εμφανής μέσα από αρχιτεκτονικά στοιχεία, καθώς και παραδείγματα.
Ο κοινωνικός αντίκτυπος του πλυσίματος των ρούχων εμφανίζεται ανάμεσα στα δύο φύλλα, επανακαθορίζοντας τα . Το αθώο πρόσημο της μπουγάδας αλλάζει με τον φυλετικό διαχωρισμό που την διέπει. Η γυναίκα αναλαμβάνει κοινωνικούς ρόλους και ευθηνές που είναι εμφανείς μέχρι και σήμερα. Ο καθορισμός της νοημοσύνης της, συναισθηματικής, λογικής και κοινωνικής εξαρτάται αποκλειστικά από την ικανότητα της και τις μηχανές πλύσης.
Η έννοια της μπουγάδας δεν παύει να απασχολεί μέχρι και την τέχνη. Αυτή η σχετικά συνηθισμένη και αδιάφορη οικιακή εργασία, κατέχει μία ιδιαίτερη δυναμική και γοητεία που αποτυπώνεται στις εικαστικές τέχνες μέχρι και τον κινηματογράφο.
Κλείνοντας, διερευνώνται διαφορετικές συνθήκες- ομάδες υποκειμένων και το πως η μπουγάδα αποτελεί μέρος της καθημερινότητας αυτών, τι συνειρμούς επιφέρει, είτε είναι προσωπικοί, κοινωνικοί ή χωρικοί.