Ως Σεβνταλίνκα ορίζεται μία μορφή παραδοσιακής μουσικής που συναντάται στον Βοσνιακό χώρο, την Κροατία, την Σερβία, το Μαυροβούνιο κ.α. Αποτελείται από ένα συνονθύλευμα σλαβικών, οθωμανικών και σεφαραδίτικων μουσικών στοιχείων που συνταιριάζονται για να παράξουν κάτι μοναδικό. Η ονομασία της προέρχεται από την τούρκικη λέξη σεβντάς, δηλαδή καημός. Έτσι αυτά τα τραγούδια περιγράφουν την λαχτάρα και την προσμονή για την επιστροφή κάποιου αγαπημένου προσώπου.
Τα Βαλκάνια χαρακτηρίζονται από πολλούς ως “καζάνι που βράζει”, κι αυτό όχι αδικαιολογήτως καθώς είναι μία γωνία της Ευρώπης στην οποία συνυπάρχουν μεγάλες αντιθέσεις. Άλλοτε αρμονικά και άλλοτε αλληλεπικαλύπτοντας η μία κοινωνική ομάδα κάποια άλλη βγάζοντας στην επιφάνεια όλον αυτόν τον πολιτισμικό πλουραλισμό που τα χαρακτηρίζει.
Αυτός ο πλούτος δεν θα μπορούσε να λείπει και απ’ την μουσική, ούσα η κυριότερη μορφή τέχνης των λαών ανά τους αιώνες ζυμώθηκε και εξελίχθηκε τον χώρο της βαλκανικής. Παράγοντας έτσι ένα εύρος μορφών που γνωρίζει ανά περιοχές ομοιότητες και διαφορές. Οπότε εύκολα κανείς μπορεί να παρατηρήσει συγγένειες από το νοτιότερο άκρο των Βαλκανίων μέχρι το βορειότερο.
Μελετώντας λοιπόν το διαπολιτισμικό κομμάτι της ιστορίας αυτής και παρατηρώντας την καθημερινή ζωή στην πόλη της Άρτας, θέλησα να αποδώσω έναν φόρο τιμής σε αυτή την τόσο θαυμαστή και αξιοπερίεργη μουσική παράδοση. Η Άρτα ως μία πόλη της βορειοδυτικής Ελλάδας εμπεριέχει στο υπογάστριό της πλήθος στοιχείων που αποτελούν συνέχεια της βαλκανικής ζωής και παράδοσης. Ωστόσο η Άρτα διαθέτει στο υπογάστριό της μια μακρά μουσική παράδοση, που πλέον διδάσκεται και αναπαράγεται από το αντίστοιχο Τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Η παρούσα πτυχιακή εργασία πραγματεύεται την επανάχρηση της Λαϊκής Αγοράς της πόλης και την δημιουργία ενός κέντρου μελέτης της βαλκανικής μουσικής. Το οποίο αποτελούσε αίτημα των πολιτιστικών συλλόγων της πόλης αλλά και θα συνεισφέρει αποτελεσματικά στην αναβάθμιση τόσο του Πανεπιστημίου όσο και της περιοχής ως τοπόσημο.