Οι «πολύχρυσες Μυκήνες», όπως τις ονομάζει ο Όμηρος, αποτελούσαν ανέκαθεν πόλο έλξης για χιλιάδες ανθρώπους. Η πλούσια μυθολογία που περιβάλει το όνομα των Μυκηνών, οι συνεχόμενες ανασκαφές στον τόπο, η επιβλητική πύλη των Λεόντων, οι θολωτοί τάφοι, η πληθώρα των ευρημάτων και ο ρόλος της κοινωνίας και του πολιτισμού των Μυκηνών κατά την ύστερη εποχή του Χαλκού, καθιστούν τον αρχαιολογικό χώρο έναν από τους πιο δημοφιλείς στην Ελλάδα.
Στην παρούσα διπλωματική εργασία γίνεται μία πρόταση ενός νέου μουσείου στον αρχαιολογικό χώρο της ακρόπολης των Μυκηνών. Στόχος είναι η ανάδειξη του μυκηναϊκού πολιτισμού και η κάλυψη των αναγκών του πλήθους των επισκεπτών που δέχεται με τη δημιουργία ενός σύγχρονου μουσείου. Επιπλέον στόχος αποτελεί η στέγαση μεγάλου μέρους της συλλογής των ευρημάτων από τις ανασκαφές στον αρχαιολογικό χώρο, ο αριθμός των οποίων αγγίζει τις 35.000.
Το νέο μουσείο τοποθετείται στη βορειοδυτική πλευρά της ακρόπολης με ένα μεγάλο κομμάτι του να είναι υπόσκαφο, για την καλύτερη εναρμόνισή του με το περιβάλλον. Το κτιριολογικό του πρόγραμμα περιλαμβάνει χώρο υποδοχής, χώρο μόνιμης και περιοδικής έκθεσης, εργαστήρια συντήρησης και αποθήκες, χώρους προσωπικού, πωλητήριο και καφέ. Πυρήνας της συνθετικής ιδέας αποτελεί ο μεγάλου μήκους διάδρομος που οδηγεί στην κεντρική είσοδο του μουσείου, εμπνευσμένος από τους διαδρόμους των θολωτών τάφων και από τον τρόπο που εισέρχεται ο επισκέπτης τους μέσα στη γή. Ο εκθεσιακός χώρος διατάσσεται περιμετρικά γύρο από τον διάδρομο σε 5 ενότητες, ενσωματώνοντας ταυτόχρονα στην περιήγηση την οπτική επαφή με τα εργαστήρια συντήρησης των ευρημάτων. Το δώμα είναι επισκέψιμο προσφέροντας μια πανοραμική οπτική θέα του περιβάλλοντα χώρου και συνδέεται απευθείας με το χώρο στάθμευσης οχημάτων.