Η παρούσα διπλωματική αφορά την επανάχρηση του κτηρίου του πρώην Ε.Ο.Κ.(Εθνικού Οργανισμού Καπνού) της πόλης του Αγρινίου σε κέντρο κλωστοϋφαντουργικών ερευνών με βασική ύλη επεξεργασίας την ίνα από κλωστική κάνναβη. Η πρόταση επιθυμεί να επανεξετάσει την συνήθη μετατροπή πρώην βιομηχανικών κελυφών σε κέντρα πόλεων κατά αποκλειστικότητα σε πολιτιστικά προγράμματα και να διερευνήσει τους τρόπους με τους οποίους η βιοτεχνική κλίμακα επεξεργασίας θα μπορούσε να ξαναβρεί κατάλυμα στην πόλη. Με δεδομένο το μέγεθος των επιβλαβών επιπτώσεων της βιομηχανίας του γρήγορου ενδύματος/μόδας σήμερα, σε περιβαλλοντικό και κοινωνικό επίπεδο, προτείνεται η δημιουργία μονάδας ερευνών και παραγωγής τεχνογνωσίας σε μια ξεχασμένη, και μέχρι πολύ πρόσφατα ποινικοποιημένη, πρώτη ύλη.
Με συνεχείς αναφορές στην ιστορία της πόλης του Αγρινίου και τη σχέση της με την καλλιέργεια και επεξεργασία του καπνού, προτείνεται μια νέα χρήση η οποία δεν επιθυμεί να διαγράψει το παρελθόν και όλο το άυλο κληρονομημένο απόθεμα, κάτι που αναπόφευκτα πραγματοποιείται σε κάθε περίπτωση επανάχρησης, αλλά να βρει τους τρόπους και τα μέσα με τα οποία το ένα έρχεται να βρει μια σύνδεση με το προηγούμενο. Hανάγκη, τόσο της θεωρητικής έρευνας και της έρευνας πεδίου, όσο και η συνεισφορά της διάχυσης πληροφοριών μέσω κοινωνικών δικτύων και νέων διαδικτυακών πηγών πληροφόρησης, υπήρξαν καταλυτικές. Ταυτόχρονα με μια προσέγγιση της βιωσιμότητας με μια διευρυμένη έννοια, ως προς το πως αυτή μεταφράζεται, όχι μόνο χωρικά και σχεδιαστικά, αλλά σχολιάζοντας την ανάγκη της ύπαρξής της στον πυρήνα των ίδιων των προγραμμάτων προς στέγαση, η επιλογή μιας υβριδικής προσέγγισης ως προς τα εργαλεία αναδεικνύεται σε πολύ βασικό κομμάτι για την αναζήτηση μιας χρήσης που δεν προκύπτει από εξωτερικές επιβολές μιας εγωκεντρικής αρχιτεκτονικής ματιάς. Απεναντίας η όλη έρευνα και η μέθοδος εργασίας, εκκινώντας μέσω εμπειρικών αναζητήσεων, κατέληξε να εναποθέσει κάτι πίσω σε μορφή ενός σχεδιαστικού αποτελέσματος, σε χώρο.