Η σημερινή πραγματικότητα θέλει εμάς ως κοινωνία να βιώνουμε μια γρήγορη έως ανεξέλεγκτη, για πολλούς, πορεία προς την εξέλιξη. Και τα υποκείμενα αυτής, δηλαδή εμείς, έτοιμοι να πασχίσουμε να την παρακολουθήσουμε και να την υιοθετήσουμε σε πολλά επίπεδα στην ζωής μας.
Αυτή η ταχύτητα σε συνδυασμό με την επιθυμία μας να ενστερνιστούμε το καινούριο και να χαρακτηριστούμε σύγχρονοι, μας προτρέπει να αποποιηθούμε στοιχεία των κοινωνιών μας, καθιστώντας τα απλά παρωχημένα και ανούσια για την εποχή μας. Χωρίς, όμως, να εξετάσουμε εις βάθος αν μπορούμε να συνεχίσουμε να επωφελούμαστε από όλα αυτά. OSennet σε ένα βιβλίο του, λέει ότι « η ανάπτυξη των ταλέντων ενός ανθρώπου βασίζεται στην τήρηση των κανόνων που εγκαθίδρυσαν οι παλαιότερες γενιές».
Ένα παράδειγμα από τα πολλά, είναι αυτό της κτηνοτροφίας, συγκεκριμένα των αιγοπροβάτων. Ένα κοινωνικοοικονομικό μοντέλο που επιβιώνει επί αιώνες και αποτέλεσε αφορμή να παραχθεί ένας πλούτος από εθνογραφικά και πολιτισμικά στοιχεία, τείνει σήμερα να εξαφανιστεί .
Παρόλα αυτά, διάσπαρτα στην Ελλάδα και κυρίως στην επαρχία επιβιώνουν, από επιμονή και θέληση, μικρές ποιμενικές οικογένειες που διατηρούν την κληρονομιά τους και αυτήν την προφορική γνώση της φύσης του τόπου τους.
Καταφέρνουν να επιβιώνουν με αυτάρκεια και να παράγουν, από όσα μπορούν να αντλήσουν από την φύση με σύνεση, διατηρώντας δομές όπως αυτές των μαντριών, των καλυβών τους. Όπου οι μικροί κορμοί και τα υδροχαρή φυτά αντικαταστάθηκαν από λαμαρίνες, ξύλα και μεταλλικές δοκούς· απομεινάρια από άλλες κατασκευές, για πολλούς σκουπίδια. Αδιαφορώντας για όλες εκείνες τις «εξελιγμένες» μαζικές μορφές εκτροφής, αυτοί οι σύγχρονοι ποιμένες συνεχίζουν να βόσκουν το κοπάδι τους, στις ίδιες πλαγιές, μέχρις ότου να μην μπορούν άλλο πια.