Στόχος της διπλωματικής εργασίας είναι η δημιουργία μιας πειραματικής δομής συλλογικής κατοίκησης στο κέντρο της Αθήνας, χρησιμοποιοώντας το υπάρχον κτιριακό απόθεμα της πόλης, με σκοπό τον επαναπροσδιορισμό της συνθήκης της κατοίκησης όπως τη γνωρίζουμε μέχρι σήμερα.
Αφετηρία της έρευνας αποτέλεσε η μελέτη της ταυτότητας του κατοίκου της σημερινής μετανεωτερικής πόλης, καθώς και των μεταβαλλόμενων συνθηκών και σχέσεων που επηρεάζουν την αστική ζωή. Σε επόμενο στάδιο έγινε η ανάλυση παλαιότερων και σύγχρονων παραδειγμάτων κατοικιών, με σκοπό την αναζήτηση των μικρών στοιχείων εστιότητας που συνδέουν τον κάτοικο, την κατοικία και την πόλη. Χρησιμοποιοώντας σαν μονάδα το μετανεωτερικό αστικό υποκείμενο γίνεται η προσπάθεια ένταξης του σε μια νέα συνθήκη κατοίκησης με κύρια χαρακτηριστικά στοιχεία την εντονη σχέση της δομής με το «έξω», δηλαδή την πόλη και το δημόσιο χώρο και το «άνοιγμα» της μικρότερης ιδιωτικής μονάδας προς το «κοινό» και τη συλλογική ζωή. Επιχειρείται επιπρόσθετα η κατασκευή μιας νέας δομής στον ενδιάμεσο χώρο που δημιουργείται από το ανάγλυφο των δωμάτων των ήδη υπάρχοντων κτιριακών μονάδων, στην οποία η ζωή γίνεται υπαίθρια, το κοινό συγχέεται με το δημόσιο και η πόλη αναδημιουργείται σε ένα νέο επίπεδο στο οποίο οι συνθήκες είναι ρευστές και μη ορισμένες. Δημιουργείται ένας χώρος, δηλαδή, γύρω και ανάμεσα από τις αυστηρά ορισμένες ταυτότητες - τις οποίες επιτάσσει το δομημένο περιβάλλον - αλλά διαφέρει από αυτές ριζικά. Ο συγκεκριμένος χώρος επιλέχθηκε να πλαισιώνεται από μια ξύλινη κατασκευή με πανέλα πλήρωσης, άλλα πλήρη και άλλα διάτρητα, εντείνοντας την αντίθεση της ενδιάμεσης αυτής υβριδικής κατάστασης με το πυκνά δομημένο περιβάλλον της ελληνικής πρωτεύουσας.
Σκοπός του συνολικού εγχειρήματος είναι ο πειραματισμός με τα στοιχεία αυτά που παραδοσιακά συνθέτουν μια κατοικία, και η αποδόμησή τους έτσι ώστε να προκύψει πηγαία ένας νέος τύπος οικειότητας μέσα από μια προσπάθεια διανυσματικής επέκτασης της κατοίκησης με πυρήνα την πόλη και όχι την οικιστική μονάδα.