Η συγκεκριμένη διπλωματική εξετάζει τη νησιωτική θερινή κατοίκηση. Εστιάζει σε ένα οικόπεδο έξι στρεμμάτων λίγο έξω από το Πατητήρι της Αλοννήσου. Πρόκειται για ένα οικόπεδο με έντονη υψομετρική διακύμανση της τάξης των εικοσιπέντε μέτρων.
Η κινητήρια αρχή του τρόπου σύνθεσης ήταν η πραγματοποίηση μιας μελέτης που δε διαταράσσει και δεν εισβάλλει στο περιβάλλον που προϋπάρχει. Η δόμηση γίνεται υπόσκαφη αποκαλύπτοντας όμως τη μορφή της στην πλαγία του Πατητηριού. Επιπλέον, αποσκοπώντας στο σεβασμό του φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής, η τοιχοποιία έγινε με τη παραδοσιακή μέθοδο λιθοδομής. Με χρήση πέτρας από το απέναντι νησί, την Περιστέρα, σε συνδυασμό με στοιχεία σκυροδέματος και λιθορριπής σε συρματοκιβώτια από την ίδια πάλι πέτρα, όπου είναι απαραίτητο για τη συγκράτηση του επικλινούς εδάφους, δημιουργήθηκε ένα συγκρότημα που δε ξενίζει με τη μορφολογία του. Προκύπτουν έτσι ένα δημόσιο κτήριο και δέκα μονάδες κατοίκησης, η κάθε μια με τη δικία της καλλιεργήσιμη έκταση φέρνουν σε άμεση επαφή τον άνθρωπο με το περιβάλλον του. Ο κάθε κάτοικος, καλείται να παράγει τα λαχανικά που καταναλώνει σε ένα διάλογο με τη φύση γύρω του, με τη βοήθεια δεξαμενών συγκέντρωσης όμβριων υδάτων που συλλέγουν ποσότητα ικανή να καλύψει τις ανάγκες της έκτασης αυτής για ολόκληρη τη θερινή περίοδο.
Το συγκρότημα κατοικιών δημιουργεί έναν μικρόκοσμο που λειτουργεί ως μέρος απόδρασης από το τεχνητό περιβάλλον για τον σύγχρονο άνθρωπο. Ο τελευταίος, μέσα από την εμπειρία αυτής της κατοίκησης, έρχεται σε επαφή με το πέτρινο υπέδαφος και την καλλιεργήσιμη γη, θυμίζοντάς του τον πρωταρχικό του ρόλο. Είναι κομμάτι της φύσης και όχι κυρίαρχος της. Επομένως οφείλει να σέβεται αυτή και τις ιδιαίτερες ισορροπίες της, συνυπάρχοντας αρμονικά μαζί της.