Η φύση, όταν παραμείνει ανέγγιχτη στην διάρκεια του χρόνου, θα αφομοιώσει οποιοδήποτε ανθρώπινο δημιούργημα… Υπό την επιρροή της σχέσης αυτής και των ναυαγίων, το πρότζεκτ προσπαθεί να αποδώσει την σχέση, της συνάρτησης αλλά και άρνησης των ανθρωπογενών στοιχείων να εναρμονιστούν με την φύση χωρίς να την διαταράσσουν, παραμένοντας εκεί.
Το πρότζεκτ λαμβάνει χώρα στην Κέα ή αλλιώς Τζια, παράδεισο του καταδυτικού και περιπατητικού τουρισμού, στον βυθό της οποίας βρίσκονται τα κουφάρια των άλλοτε μεγαλειωδών πλοίων του Βρεττανικόυ και του Μπουρντιγκαλα. Σημείο τοποθέτησης, η χερσόνησος που φιλοξένει το πρώτο φάρο που άναψε στις Κυκλάδες, έχοντας νοητή οπτική επαφή και με τα δύο ναυάγια. Η παρέμβαση σε αυτή ακολούθησε την μορφή μονοπατιού με τις βασικές χαράξεις της συνολικής επέμβασης να προκύπτουν από τα νοητά διανύσματα προς αυτά και τον Φάρο, την κατάληξη του μονοπατιού, σε μια προσπάθεια να τον αναδείξει και να προσδώσει αισιοδοξία.
Ένα μονοπάτι, μια εμπειρία, ένα έργο το οποίο, η προσπάθεια της φύσης να εναρμονιστεί με τα ανθρωπογενή στοιχεία και η αντίθεση αυτή του αποτελέσματος αποδίδεται μέσο του υποσκάφου της παρέμβασης. Εμπνέεται σαφώς και από την έννοια τον πλοίων (σκάφος < αρχαία ελληνική σκάφος < σκάπτω) όσο και από την κατάληξη τους (θαμμένα στον βυθό της θάλασσας). Ακολουθεί την μορφή τους (ναυς < αγνυμι < σπάζω, θρυμματίζω, κομματιάζω) μέσω της διασπάρτικότητας των δομών και της σύνδεσης αυτών μέσω της διαδρομής του μονοπατίου. Προσπαθεί να εναρμονιστεί σε ασυνήθιστο περιβάλλον και σε αυτό, να δημιουργήσει νέες εντάσεις, νέες χρήσεις και μια διαφορετική αντίληψη για το τι την περιβάλλει, από μέσα και έξω.
Οι φυσικές συνθήκες που επικρατούν ήρεμες από την νότια ενώ άγριες από την βόρεια πλευρά, μεταμορφώνουν τους χώρους μέσω των μεταβαλλόμενων διαδικασιών της θάλασσας, του ανέμου και του φυσικού φωτός θέτωντας τους σε ένα συνεχή διάλογο με αυτά.