Ο Ισθμός της Κορίνθου αποτελεί ορόσημο στον ελληνικό χώρο ήδη από την αρχαιότητα. Η διάνοιξή του απασχόλησε τους μηχανικούς από την κλασική περιόδο μέχρι και το τέλος του 19ου αιώνα. Οι όποιες προσπάθειες για τη διάνοιξη του Ισθμού κατά την αρχαιότητα ήταν ατελέσφορες λόγο έλλειψης τεχνογνωσίας. Τελικά τον 19ο αιώνα επιτυχγάνεται η θαλάσσια ένωση των δύο κόλπων με ένα εκπληκτικό για την εποχή εγχείρημα, στο οποίο συνέβαλαν μηχανικοί παγκοσμίου φήμης. Η ένωση του Κορινθιακού και του Σαρωνικού κόλπου με τη Δίωλκο άλλαξε τα δεδομένα για τη ναυτιλία αντικαθιστώντας τον απόπλου ολόκληρης της Πελοποννήσου. Το αποτέλεσμα είναι η διάνοιξη του Ισθμού να αποτελεί ορόσημο για την περιοχή, παράκαμψη για τα εμπορικά πλοία και τουριστικό πόλο έλξης για τους περαστικούς.
Πλέον η χερσαία ένωση της Στερεάς Ελλάδας και της Πελοπονήσου γίνεται με δύο κεντρικές αρτηρίες, με σιδηροδρομικές γραμμές και πεζογέφυρα, που γεφυρώνουν το χάσμα που δημιούργησε ο Ισθμός. Επιπλέον στις δύο άκρες του Ισθμού υπάρχουν αναδυώμενες γέφυρες για οχήματα και πεζούς.
Στην περιοχή, λόγω της συνεχούς διέλευσης οχημάτων υπάρχουν αρκετά κτίρια που εξυπηρετούν τους σταθμευμένους οδηγούς, ενώ λειτουργεί και στάση ΚΤΕΛ δίπλα στην παλαιά εθνική με αρκετά συχνούς ρυθμούς διέλευσης λεωφορείων. Οι στάσεις έχουν και τουριστικό χαρακτήρα πουλώντας ενθύμια του Ισθμού και της αρχαίας Διώλκου. Η πολιτισμική αξία της περιοχής και το ορόσημο του Ισθμού έδωσαν ώθηση για τουριστική ανάπτυξη στην περιοχή. Η απόσταση όμως της περιοχής από τα αστικά κέντρα δε βοήθησε τις όποιες απόπειρες με αποτέλεσμα αρκετά κτίρια ξενοδοχειακού και εμπορικού χαρακτήρα να εγκαταλειφθούν ή ακόμα και να μείνουν ημιτελή.
Παράλληλα, η ταχεία διέλευση από τις εθνικές και τις σιδηροδρομικές γραμμές δεν επιτρέπει τη θέαση του Ισθμού παρά για λίγα δευτερόλεπτα μέσα από το όχημα. Η πεζογέφυρα απέχει αρκετά από τους χώρους στάθμευσης και έτσι η όποια δυνατότητα παρατήρησής του γίνεται από τη γέφυρα της παλαιάς εθνικής, κάτω από την οποία γίνονται και δραστηριότητες με extremesports. Ο διαμήκης περίπατος του Ισθμού κατά μήκος των παριών του γίνεται τμηματικά και με χωματόδρομους.
Επιπλεόν τα σωζώμενα τμήματα της αρχαίας Διώλκου έχουν αφεθεί απροστάτευτα χωρίς να αναδεικνύονται με κάποιον τρόπο για τους επισκέπτες, ενώ το μουσείο που έχει δημιουργηθεί για το μνημείο απέχει από αυτό υποβαθμίζοντάς το ακόμα περισσότερο.
Η ανάγκη λοιπόν για την τουριστική ανάδειξη της περιοχής, οι απαιτήσεις για τη στέγαση του πολιτισμικού υλικού που αφορά τα ορόσημα μνημεία του Ισθμού και της Διώλκου, η ανάγκη για στέγαση των σταθμευμένων επιβατών των λεωφορείων και των περαστικών οχημάτων και η απουσιά πολιτισμικών κέντρων στις περιοχές της Ποσειδωνίας και των Ισθμίων οδήγησε στην εκπόνηση της μελέτης με τίτλο «Στο όριο- Μουσείο σύγχρονης ιστορίας του Ισθμού της Κορίνθου» για την ικανοποίηση όλων αυτών των προϋποθέσεων.
Εμπνεόμενοι από τις τοπογραφικές ιδιαιτερότητες της περιοχής και τις ανθρώπινες παρεμβάσεις που εξυπηρετούν τη ναυτική και χερσαία μετακίνηση, οι φοιτητές κατέληξαν σε ένα κτίριο πολιτισμικού χαρακτήρα, μεταβαλλόμενο ανάλογα με το χαρακτήρα των λειτουργιών που παροδικά στεγάζει, αλλάζει το σχήμα του για να ανταποκριθεί στις καιρικές συνθήκες και στις ανάγκες των χρηστών του και τελικά είναι ζωντανό καθόλη τη διάρκεια του χρόνου.