Αν παρομοιάσουμε το εσωτερικό της πόλης με τον βυθό, και την ροή της καθημερινότητας με την θάλασσα, που σε παρασέρνει σαν ρεύμα στους ρυθμούς της και συνεχώς μετακινείσαι όπου σε πάει, τότε τα δώματα είναι τα έξαλα του αστικού αρχιπελάγους, που ξεπροβάλλουν πάνω από την επιφάνεια της πόλης και έτσι μπορείς να πιαστείς από αυτά και να αποδράσεις για λίγο.
Η έννοια των έξαλων εκφράζεται με την επιλεκτική ενεργοποίηση κάποιων ταρατσών εντός του πυκνοδομημένου ιστού, μέσω του πλήθους των τυπολογιών που προτείνονται ως εναρκτήριο λάκτισμα για την κατοίκηση αυτού του νέου εδάφους, κατα μία έννοια,του γνωστού και πολυπόθητου αέρα που ορίζει η κορυφογραμμή, και κατ’ επέκταση του αττικού λεκανοπεδίου. Οι τυπολογίες τοποθετούνται σε δώματα που πληρούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις, ακολουθώντας μια συγκεκριμένη στρατηγική, και εν τέλη χαρακτηρίζονται ως έξαλα.
Αυτές καθ’ αυτές ταξινομούνται βάσει προγράμματος στις κατηγορίες γεωμορφία, μεταφορά, δώμα-δώμα, θέαση, διαδραστικότητα, παραθερισμός και σχόλιο συνοδευόμενες από χαρακτηριστικά όπως επιφάνεια κάλυψης, βασικές διαστάσεις, κύρια υλικά, ενδεικτικός αριθμός ατόμων, αριθμός μερών, εποχικότητα και τέλος την ανάγκη τους για νερό και για ρεύμα.
Μια τέτοια πρόθεση δεν χωρά σε στενά περιθώρια τοπικής εφαρμογής καθώς περιοχές αστικού ιστού όπως της Αθήνας εμφανίζουν παρόμοια χαρακτηριστικά και έτσι θα μπορούσαν να υποστηρίξουν ένα κοινό, μεταφερόμενο, πρότζεκτ. Ως μοντέλο εφαρμογής της ιδέας επιλέγεται η περιοχή της Νεάπολης με τις απότομες κλίσεις από την μια και τις οπτικές φυγές προς την Ακρόπολη από την άλλη, σαν ένα κομμάτι γής που διαθέτει την αστική γεωλογία για την οποία μιλάμε.
Τέλος, το πώς θα αφουγγραστεί η πόλη τα έξαλα δεν είναι εφικτό να προσδιοριστεί με ακρίβεια καθώς μιλάμε για μια τελείως άγνωστη δράση την οποία θα ακολουθήσει, μια εξίσου άγνωστη αντίδραση. Γενικότερα, η φύση του πρότζεκτ εστιάζει στην πρόθεση και την προσέγγιση του πάνω μέρους, και όχι τόσο στην μοναδιαία λύση του. Για το λόγο αυτό αφήνει ανοιχτές διόδους στην πλειοψηφεία των μερών του, σε κάθε πολίτη-περιπάτητη, υποστηρικτή-αντιφρονούντα, θεατή-ηδονοβλεψία.