Στην παρούσα μελέτη διερευνάται το ιστορικό και κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο, μέσω του οποίου δημιουργήθηκε η νέα πόλη του Βόλου, σε σχέση με την αρχιτεκτονική παραγωγή από την απελευθέρωσή της το 1881 ως την επικράτηση του Μοντέρνου κινήματος στα τέλη της δεκαετίας του ’30.
Ο διαφωτισμός και τα φιλελεύθερα ρεύματα της εποχής, μεταγγίζονται από τους επαναπατρισμένους Πηλιορείτες εμπόρους και αποτελούν το εφαλτήριο για την ανάπτυξη της νέας πόλης. Ο Βόλος, ως αποτέλεσμα των απαιτήσεων του αυξανόμενου εμπορίου και της πρωτοβουλίας των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής, εξελίχθηκε σε μια κραταιά βιομηχανική πόλη των αρχών του 20ου αιώνα. Η αστικοποίηση και οι κοινωνικο-οικονομικοί μετασχηματισμοί ανέδειξαν την νέα αστική τάξη που κατέστησε ισχυρή την παρουσία της μέσω της ενεργής συμμετοχής στην τοπική και την κοινωνική ιεραρχία ενώ έστρεψε το ενδιαφέρον της και σε τομείς πολιτιστικής έκφρασης, παιδείας και τέχνης.
Τα αρχιτεκτονικά πρότυπα του Ακαδημαϊσμού επιστρατεύονται από το επίσημο κράτος και αλλάζουν δυναμικά την εικόνα της μέχρι τότε Οθωμανικής επαρχείας, ενώ η μεγαλοαστική τάξη που αρχικά υιοθετεί τον νεοκλασικισμό, στην συνέχεια αναζητά νέα πρότυπα στην επιθυμία της για κοινωνική διάκριση και προβολή.
Τα σύγχρονα ρεύματα της εποχής, εκλεκτισμός, ArtNouveau, ArtDecoκαι ιδιώματα από την τοπική παράδοση άλλων χωρών (ρεζιοναλισμός) θα εμπλουτίσουν το αρχιτεκτονικό ρεπερτόριο της ευρύτερης περιοχής, ενώ η τοπική αρχιτεκτονική παράδοση παραγκωνίζεται σε μία προσπάθεια απαλλαγής από το Οθωμανικό παρελθόν, μέχρι την έμφανιση του Κινήματος Επιστροφή στις ρίζες τη δεκατία του ’30.
Η εργασία βασίστηκε σε έρευνα βιβλιογραφίας, δημόσιων και ιδιωτικών αρχείων και σε επιτόπια έρευνα. Επιχειρείται η καταγραφή της αρχιτεκτονικής παραγωγής της υπό εξέταση περιόδου, που αφορά κατεδαφισμένα ή υφιστάμενα κτίρια. Η κατηγοριοποίηση γίνεται με βάση τον τύπο του κτιρίου (τυπολογία) και τα μορφολογικά του χαρακτηριστικά (μορφολογία) σε δήμοσια ή δημόσιων δραστηριοτήτων κτίρια και σε κατοικίες.