Οι μηχανισμοί περιορισμού και ελέγχου του πληθυσμού δημιουργούνται και εξελίσσονται σε επίπεδο πόλης με συνέπειες στον σχεδιασμό και στην οργάνωση της. Η χωρική ποιότητα του περιορισμού εγκλείεται στο σώμα του homo sacer, όντας διπλά αποκλεισμένος από τη θεϊκή και την νομική σφαίρα, αποτελεί το πρώτο βιοπολιτικό σώμα. Η φύση του περιορισμού και του ελέγχου της δομής μιας ποιότητας είναι ικανή και αναγκαία συνθήκη ύπαρξής της. Το παράδειγμα της γλώσσας είναι ενδεικτικό, καθώς οτιδήποτε ειπώνεται ή γράφεται έχει εξέλθει από μια διαδικασία αποκλεισμών, διαλογών και εκλογικεύσεων. Το πλέγμα του γλωσσικού ελέγχου είναι το πεδίο “δράσης” του λόγου. Ο λόγος και ο τρόπος διαχείρισής του αναπτύσσονται σε ένα πλέγμα κανόνων, περιορισμών και όρων χρήσης σε σημείο που παραλλάσει και κατευθύνει, πολλές φορές, την αλήθεια ή το σκοπό του αντικειμένου του ομιλητή. Όσο εγγενής είναι η φύση του περιορισμού στη γλώσσα, άλλο τόσο είναι και η φύση του εγκλεισμού στο δομημένο περιβάλλον. Και όπως η γλώσσα είναι το δοχείο της φωνής, έτσι το δομημένο περιβάλλον είναι το δοχείο της ζωής. Και τα δύο μορφοποιούν το περιεχόμενο, την πρώτη ύλη. Το στοιχείο του εγκλεισμού συναντάται στις περισσότερες, ίσως, δομές. Ο καθένας έχει εμπειρίες εγκλεισμού, μόνο που δεν έχουν όλες αρνητικό πρόσημο. Σε ακραίο εγκλεισμό τύπου φυλακής ή μοναστηριού απαρνείται κανείς τις επιθυμίες του, έχει διαφορετική υπόσταση με την έννοια ότι ζει απογυμνωμένος στην πρώτη περίπτωση και απαλλαγμένος στη δεύτερη, από το μηχανισμό των επιθυμιών ενός «ελεύθερου» ανθρώπου.