Για τον Foucault, οι ετεροτοπίες αποτελούν χώρους πραγματικούς και θεσμοποιημένους, χώρους που στεγάζουν το αλλιώτικο και το έτερο και βρίσκονται μπερδεμένοι μέσα στο πλέγμα του αστικού ιστού, «ένα είδος υλοποιημένης ουτοπίας στην οποία όλες οι πραγματικές χωρικές διατάξεις, όλες οι άλλες χωρικές διατάξεις που συναντά κανείς στο εσωτερικό της κοινωνίας, ταυτόχρονα αναπαρίστανται, αμφισβητούνται και ανατρέπονται». Χώροι που δεν είναι απλά «άλλοι χώροι», αλλά είναι επίσης «άλλος από» τον καθιερωμένο τρόπος να σκεφτεί κανέις χωρικά.
Σκεπτόμενοι λοιπόν χωρικά με έναν «άλλο από» τον καθιερωμένο τρόπο, εκλαμβάνουμεχώρους πραγματικούς και ήδη υπαρχοντες, και επιχειρούμε να τους μεταμορφώσουμε σε τοπία με σκοπό και αισθητικές/βιωματικές δυνατότητες, μέσω μιας εναλλακτικής χρήσης. Επιχειρούμε να δούμε την κινηματογραφική προβολή μέσα στο αστικό τοπίο, ως μια «αστική performance», που αναδιατάσσει τα συμβολικά νοήματα του χώρου.Τί θα συμβεί αν μέσα σε χώρους της καθημερινότητας που έίναι συμβολικά φορτισμένοι, λόγω του παρελθόντος τους δημιουργηθεί μια αντιστροφή με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός χώρου ετεροτοπικού; Αυτό το ερώτημα επιχειρείται να απαντηθεί μέσω αυτής της εργασίας.
Η ανάπτυξη του θερινού κινηματογράφου στην Αθήνα ήταν άμεσα συνδεδεμένη με το σχηματισμό και την ανάπτυξη της νέας πόλης. Η επέκταση της Αθήνας από το κέντρο προς την περιφέρεια προκάλεσε μια παράλληλη επέκταση της διασποράς των προβολών. Οι πλατείες των γειτονιών, ως κεντρικά σημεία στα οποία υπήρχε κοινωνική αλληλεπίδραση, έγιναν οι νέες τοποθεσίες για υπαίθριες προβολές ταινιών. Με τη στροφή προς ένα νέο παράδειγμα λοιπόν, ένα «αστικό πείραμα» ίσως, προτείνεται η ανάδειξη ξανά των θερινών κινηματογράφων της Αθήνας, αυτή τη φορά σε μια προσπάθεια επαναπροσδιορισμού της έννοιας της προβολής μέσα στο χώρο.Επιλέγονται και αναλύονται τρια υποθετικά σενάρια, τρεις χώροι, με διαφορετική χρήση ο καθένας τους, και που στο παρελθόν είχαν υπάρξει ως θερινοι κινηματογράφοι, στους οποίους εγκαθίστανται αυτές οι νέες δομές.