Κάποια πειθαρχία με τον πειστικό νόμο του πράττειν κατάφερε να επιβάλλει ένα κανονιστικό μοντέλο ενεργειών που αποσκοπεί στην αιχμαλώτιση των υποκειμένων σε ένα κλειστό προς παρακολούθηση πλέγμα. Το φαίνεσθαι ενός ιδανικού τρόπου ζωής που επιβάλει το «πίστευε ό,τι βλέπεις» και απορρίπτει καθετί μη ορατό. Οι πλέον απίθανες πρακτικές αποκλείονται ως αδιανόητες εξαιτίας της υποταγής στην τάξη που αρνείται το μη αποδεκτό και επιδιώκει το αναπόφευκτο. Έτσι ο χρήστης υποκύπτει στη θέληση να πιστέψει στην πίστη των άλλων, στην επιβεβλημένη πίστη. Με αυτόν τον τρόπο όμως δε συλλαμβάνεται ούτε η αντικειμενική αλήθεια ούτε το υποκειμενικό βίωμα της πίστης, διότι ο λόγος δεν είναι αρκετός. Το υποκείμενο μετατάσσοντας τον εαυτό του από παθητικό καταναλωτή σε ενεργό παραγωγό χρήσεων κατέχει τη δύναμη να δημιουργήσει τη δική του τροπικότητα τελέσεων. Μέσω αυτής της αυτο-επινόησης τρόπων του πράττειν, ο χρήστης μπορεί να αντισταθμίσει τις βουβές επιβεβλημένες μεθόδους που διαμορφώνουν την κοινωνικοπολιτική τάξη πραγμάτων. Ελιγμοί και τακτικές, που λειτουργούν ως ένα είδος εντροπίας, αδράττουν την «ευκαιρία» και αποδρούν από την αιχμαλωσία των κλειστών πλεγμάτων δημιουργώντας ρωγμές μέσα σε αυτά, αναταράσσοντάς τα, καθιστώντας τα, έστω και προσωρινά, ανοιχτά. Νέες τροπικότητες που συναντώνται πρωταρχικά στο πιο άμεσο και οικείο καταφύγιο του χρήστη, στην κοσμική μικρογραφία της κατοικίας. Μέσα σ΄αυτήν παρουσιάζονται πρακτικές που εκφράζουν μη-πραγματικότητες, οι οποίες δανείζονται τον πραγματικό τόπο για να δομήσουν τη δική τους σκηνή με όρους φαντασιακούς, να στήσουν το δικό τους παιχνίδι. Η γλώσσα των πρακτικών εκφράζει πολυσύνθετες λογικές, τις οποίες καμία τυποποίηση δεν μπορεί να υποψιαστεί. Εκπροσωπεί απόρθητους από την εξουσία τόπους, ου-τόπους, οι οποίοι παρεμβάλουν στο χώρο τον ξένο και αόρατο χρόνο συμπυκνωμένων ετερογενειών, διαστρεβλώνοντας το νόμο του τόπου και παρουσιάζοντας μέσα στο χώρο την ύπαρξη των υποκειμένων ως πολυδιάστατη, σε επικοινωνία με τον κόσμο. Αυτές οι μη-πραγματικότητες παρουσιάζουν στην ουσία διαφορετικές εν δυνάμει πραγματικότητες, οι οποίες υπάρχουν μεν αλλά δεν έχουν αποκαλυφθεί ακόμα.