Στα πλαίσια του ερευνητικού θέματος εξετάστηκε η σχέση αλληλεπίδρασης της πόλης με το θεσμό του πανεπιστημίου. Αναλύθηκε η συνύπαρξη αυτών των δύο τόσο σε πολεοδομικό όσο και σε κοινωνικό και εννοιολογικό επίπεδο. Εντοπίστηκε και διερευνήθηκε η βασική χωρική και λειτουργική κατηγοριοποίηση των πανεπιστημιουπόλεων συναρτήσει του αστικού πλαισίου, στο οποίο χωροθετούνται. Οι βασικές κατηγορίες είναι η αστική πανεπιστημιούπολη, η πράσινη πανεπιστημιούπολη, η τεχνόπολις και άλλα υβριδικά μοντέλα χωρικών και λειτουργικών συνδυασμών των παραπάνω. Η αστική πανεπιστημιούπολη που αποτελεί και το πιο σύνηθες χωρικό μοντέλο παρουσιάζει αρκετές υποκατηγορίες ανάλογα με τη τοποθεσία της και το ποσοστό διαφάνειας των λειτουργιών της με τη πόλη. Κατά αυτό το τρόπο εντοπίζονται όσον αφορά το χώρο οι 'διάχυτες' αστικές πανεπιστημιουπόλεις, όπου οι επιμέρους ακαδημαϊκές εγκαταστάσεις χωροθετούνται σε διάφορα σημεία του αστικού πλαισίου και αυτές όπου τα τμήματα της απαρτίζουν ένα ενιαίο συγκρότημα. Όσον αφορά τη λειτουργική τους διαφάνεια υφίστανται οι μοναστηριακές τύπου πανεπιστημιουπόλεις, όπου παρέχονται στην ακαδημαϊκή κοινότητα όλες οι απαραίτητες αστικές λειτουργίες στα χωρικά όρια του πανεπιστημίου, οι εν μέρη αυτόνομες πανεπιστημιουπόλεις, όπου οι αστικές λειτουργίες που παρέχουν δεν αποκόπτουν τους χρήστες από τις λειτουργίες του αστικού πλαισίου και αυτές, όπου οι παρουσία αστικών λειτουργιών στα χωρικά τους όρια είναι μηδενικές. Η επιλογή της τοποθεσίας μίας πανεπιστημιούπολης πέραν του λειτουργικού της χαρακτήρα, εξαρτάται από το διαθέσιμο κτιριακό και χωρικό απόθεμα, το δίκτυο μεταφοράς ώστε να διευκολύνεται η πρόσβαση από και προς τα επιμέρους σημεία της πόλης, τη συνεργασία με άλλα ακαδημαϊκά τμήματα.
Περιοχή μελέτης του Project αποτελεί η πόλη του Βόλου, η οποία διαθέτει το χωρικό μοντέλο της 'διάχυτης' αστικής πανεπιστημιούπολης, καθώς οι επιμέρους ακαδημαϊκές υποδομές χωροθετούνται μεταξύ των ορίων της πόλης, αλλά και του κέντρου της. Η επιλογή της τοποθεσίας για τη δημιουργία μίας νέας πανεπιστημιακής εγκατάστασης, το κτίριο της πρώην βιομηχανίας Ματσάγγου, βασίστηκε στο υφιστάμενο κτιριακό απόθεμα, στις υπάρχουσες αστικές λειτουργίες που βρίσκονται σε γειτνίαση με αυτό, στην εύκολη πρόσβασή του μέσω των μέσων μεταφορών, καθώς και στη κεντρική του θέση συναρτήσει των υπόλοιπων ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.
Στόχος του Project είναι η δημιουργία ενός υβριδικού, το οποίο να αποτελεί μέρος της συνολικής 'διάχυτης' πανεπιστημιούπολης, παρέχοντας όμως μία εν μέρη αυτονομία στις λειτουργίες της και χώρους πρασίνου αξιοποιήσιμους και από την τοπική κοινότητα, αλλά σε τέτοιο βαθμό ώστε η συμβολή της πόλης μέσω των παροχών της να παραμένει σημαντική. Αυτή η ενσωμάτωση της πόλης στα χωρικά πλαίσια του πανεπιστήμιου και το αντίθετο γίνεται εμφανής μέσω της διαμόρφωσης του ισόγειου επιπέδου. Τόσο οι χρήσεις που λαμβάνουν χώρα εκεί όσο και η διαχείριση του υπαίθριου χώρου αισθητοποιούν την αμφίδρομη σχέση αλληλεπίδρασης των δύο αυτών θεσμών. Στα πλαίσια του projectέγινε αρχιτεκτονική παρέμβαση της πλατείας Πανεπιστημίου, πεζοδρομήσεις στη στοά Σωκράτους και στις πλευρικές οδούς, με στόχο την απόδοση μίας ενιαίας αρχιτεκτονικής γλώσσας στα επιμέρους στοιχεία της πόλης και του πανεπιστημίου, εφόσον είναι δύο έννοιες συνυφασμένες. Συνθετικά, η πόλη εισχωρεί στον πανεπιστημιακό χώρο μέσω της επέκτασης της δημόσιας πλατείας Πανεπιστημίου στο εσωτερικό του πανεπιστημιακού συγκροτήματος υπό τη μορφή εσωτερικών αυλών, οι οποίες σταδιακά αποκτούν όλο και πιο ιδιωτικό χαρακτήρα. Η ενέργεια αυτή καταρρίπτει τα αυστηρά όρια δημόσιας και ιδιωτικής χρήσης και δημιουργούνται μεταίχμια μεταξύ αυτών χρήσεων.
Διατηρείται και ενισχύεται το ύφος των διατηρητέων όψεων του συγκροτήματος, δημιουργώντας ένα αυστηρό και επιβλητικό περίβλημα στις εξωτερικές όψεις του, ενώ στις εσωτερικές συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο προκειμένου να αποδοθεί μορφολογικά η λειτουργική του διαφάνεια. Η δημιουργία εσωτερικών αυλών αποτελεί στοιχείο των μεσαιωνικών υπό περίβολο πανεπιστημιουπόλεων.