ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ
 

Η δολιοφθορά των εικόνων

Του Γιώργου Τζιρτζιλάκη
Αρχιτέκτων-θεωρητικός τέχνης, επικ. καθηγητής Π.Θ.

 

Η καλλιτεχνική παραγωγή του Παντελή Λαζαρίδη πρωτοεμφανίζεται στη Θεσσαλονίκη της δεκαετίας του 1960, με μια informel ζωγραφική κατεύθυνση, για να ακολουθήσει, στο δεύτερο ήμισυ της επόμενης δεκαετίας μια θυελλώδη συγγραφική και μεταφραστική δραστηριότητα, διευθύνοντας την εκδοτική σειρά “Η ζωή μέσα στο χώρο”. Ο αυξημένος κοινωνικός χαρακτήρας της σειράς -που συμπεριέλαβε μεταφράσεις key-texts των M. Castels, A. Kopp, C. Aymonino και L. Benevolo- σημάδεψε πολλούς και δημιούργησε ένα συνεκτικό σώμα αρχιτεκτονικού και πολεοδομικού προβληματισμού στην Ελλάδα.

Η καινούργια του visual δουλειά του, με τον γενικό τίτλο Αναγνώσεις αρχείου:/ψηφία της πόλης, αποτελεί έναν οξύ εικαστικό σχολιασμό της μηντιακής μας καθημερινότητας. Πρόκειται για ψηφιακά επεξεργασμένο υλικό από ένα πλούσιο αρχείο αποκομμάτων εφημερίδων και περιοδικών που διαθέτει ο ίδιος, συντάσσοντας μια πληθωρική “εγκυκλοπαίδεια” των απεικονίσεων της καθημερινής ζωής. Εκείνο που έχει μεγαλύτερη σημασία εδώ δεν είναι η καλλιτεχνική χρήση των media αλλά η αντιμετώπιση της τέχνης ως μέσου μαζικής επικοινωνίας.

Η Rosalind Krauss έχει γράψει ότι τα φωτομοντάζ των σουρεαλιστών ήταν η πρώτη μορφή τέχνης που κατέστησε εμφατικό “το χάσμα που υπάρχει μεταξύ ενός θραύσματος της πραγματικότητας και ενός άλλου.” Ο μη οργανικός χαρακτήρας ενός τέτοιου συνδυασμού προσώπων, γεγονότων, αντικειμένων και μητροπολιτικού περιβάλλοντος, αντλεί από τη συναρπαστική ετερογένεια της ίδιας της πραγματικότητας. Για το λόγο αυτό μπορεί να συσχετιστεί με το ψυχαναλυτικό μοντέλο της πολλαπλότητας του υποκειμένου, ακόμα και τη «σχιζοφρενική σύγχυση της σειράς των σημαινόντων του νοήματος» (όπως κάνει ο Frederic Jameson).

Αν κάτι ανακαλούν με σαφήνεια αυτές οι οπτικές συναρμογές είναι το «θέατρο της σκληρότητας» του Αρτώ και ορισμένους καλλιτέχνες και ριζοσπαστικές ομάδες (G. Richter, Situationists, Independent Group κ.ά.) που στη δεκαετία του 1960 επεξεργάστηκαν μια σειρά αρχειακές τεχνικές, μια πραγματική «πάλη με το ντοκουμέντο»: οι απεικονίσεις της βίαιης μηντιακής και μητροπολιτικής καθημερινότητας συμβάλουν στο να καταστήσουμε ορατό το οπτικό ασυνείδητο, και με τον τρόπο αυτό να ενεργοποιήσουμε μορφές επεξεργασίας του.

Το γεγονός αυτό φέρνει τα έργα αυτά πιο κοντά σε μια σειρά σύγχρονες καλλιτεχνικές πρακτικές, στις διαβρωτικές εμπειρίες του media activism, των εναλλακτικών δικτυακών τόπων, των cultural jammers κι όλη εκείνη τη παγκοσμιοποιημένη κοινότητα των ανεξάρτητων «νέων αφηγητών» του εικονικού σύμπαντος. Εκτρέποντας μερικές από τις πιο διαδεδομένες εικόνες και τα στερεότυπα του μηντιακού πολιτισμού τον καθιστούμε πεδίο αναγνωρίσιμων συγκρούσεων και σκηνή του συλλογικού φαντασιακού.

Οι Αναγνώσεις αρχείου στοιχηματίζουν σε μια τέτοια προοπτική και μας προτείνουν ν’ αναζητήσουμε τις αλληλουχίες των κραδασμών και τις ιδιαιτερότητες της συγκυρίας. Εκείνο που έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον δεν είναι ο τρόπος με τον οποίο αναπαριστούν την πραγματικότητα αλλά η ικανότητά τους να δημιουργούν προβολές, αλληλεπιδράσεις και αφηγήσεις που αναδιαρθρώνουν την αντίληψή μας για την πραγματικότητα. Η “νέα συμμαχία” της σύγχρονης τέχνης με τα media έχει πρώτα απ’ όλα να κάνει με τη δολιοφθορά των εικόνων. Αντί να ρωτάμε για τη σχέση της τέχνης με τη πνευματικότητα, ρωτάμε για τη σχέση της τέχνης με την κοινωνικότητα.

Όλες αυτές οι αρχειακά εγκατεστημένες εικόνες μας δείχνουν ότι ο Λαζαρίδης δεν είναι παρά ένας ενεργητικός αναγνώστης υπερμεσικών εικόνων, δηλαδή ένας αναγνώστης που εικονοποιεί, συνδυάζοντας και προσθέτοντας υλικό στην αρχική εικόνα-ready made. Ιδού ένας επαναπροσδιορισμός της τέχνης σήμερα.

Σ’ ένα τέτοιο επαναπροσδιορισμό μπορούμε να προσδώσουμε στρατηγικό χαρακτήρα, από τη στιγμή που επιβεβαιώνεται από παντού η πρωτοκαθεδρία της συνεχούς κυκλοφορίας των εικόνων. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα πολιτικό διακύβευμα και ένα πεδίο συγκρούσεων, που η ευρωπαϊκή αριστερή κουλτούρα υποβάθμισε, ωθώντας το από τη γοητεία του spleen στο μαρασμό. Η επιμονή στο «περιεχόμενο» συχνά την οδήγησε στην «παγίδα του διαρρήκτη», όπως την περιγράφει ο Marshal McLuhan: «σ’ εκείνο το τρομερό κοψίδι που κουβαλάει ο διαρρήκτης για να παραπλανήσει τα σκυλιά».

(δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Metalocus 17/2005 με τίτλο "Lecturas de Archivo: Bits Urbanos / Reading Archives: Urban Bits)